Από άποψη
συμπεριφοράς λίγο διαφέρει ένα νεογέννητο από ένα έμβρυο 32 εβδομάδων. Μια νέα
σειρά ερευνών δείχνει ότι το έμβρυο αισθάνεται, ονειρεύεται, και ακόμη μπορεί
να ευχαριστηθεί την κινηματογραφική παραγωγή (του Dr. Seuss) “Cat in the Hat”.
Απ’ ό,τι φαίνεται, η συζήτηση για τις αμβλώσεις μπορεί να μην είναι ποτέ πια η
ίδια.
Η σκηνή αυτή
ποτέ δεν είναι δυνατόν να μη συγκινήσει: το νεογνό, δευτερόλεπτα μετά τον
τοκετό, ακόμη ελαφρά υγρό από την μήτρα, σηκώνεται στην αγκαλιά των
εξαντλημένων αλλά υπερευτυχισμένων γονιών του. Παρακολουθούν γεμάτοι λατρεία
πώς το νέο τους παιδί τεντώνεται και στριφογυρίζει, πώς κάνει μορφασμούς με το
στόμα του, πώς ανοίγει τα μάτια του. Για οποιονδήποτε παρακολουθεί αυτή την
τρυφερή σκηνή, το μήνυμα είναι αλάνθαστο. Η γέννηση είναι η αρχή του παντός, η
ώρα μηδέν, η στιγμή από την οποία το ρολόι αρχίζει να κτυπά.
Δεν είναι
έτσι, δηλώνει η Janet DiPietro. Ίσως ο τοκετός είναι μία μεγάλη στιγμή, λέει η
ψυχολόγος του Πανεπιστημίου Johns Hopkins, «ωστόσο είναι μία δευτερεύουσα
στιγμή από άποψη ανάπτυξης του παιδιού. Τίποτε το ενδιαφέρον από νευρολογικής
άποψης δεν συμβαίνει.»
Οπλισμένοι
με σύστημα καταγραφής υψηλής ακρίβειας και τελειότητας, η DiPietro και άλλοι
ερευνητές ανακαλύπτουν σήμερα ότι η πραγματικές εξελίξεις αρχίζουν εβδομάδες
νωρίτερα. Στην 32η εβδομάδα της εγκυμοσύνης – δύο μήνες δηλαδή πριν
το βρέφος θεωρηθεί απολύτως έτοιμο για τον κόσμο, ή στην ώρα του – το έμβρυο
συμπεριφέρεται σχεδόν ακριβώς όπως και ένα νεογνό. Και συνεχίζει να συμπεριφέρεται
έτσι για τις επόμενες 12 εβδομάδες.
Σαν να μην
έφτανε η ανατροπή της κοινής αντίληψης για τη νηπιακή ηλικία, οι επιστήμονες
δημιουργούν μια νέα εκπληκτική εικόνα ευφυούς ζωής μέσα στην μήτρα. Μεταξύ των
αποκαλύψεων:
· Την
ένατη εβδομάδα, το αναπτυσσόμενο έμβρυο μπορεί να έχει λόξιγκα και να
αντιδράσει σε δυνατούς θορύβους. Στο τέλος του δεύτερου τριμήνου λειτουργεί η
αίσθηση της ακοής.
·
Ακριβώς όπως και οι ενήλικες, το έμβρυο κάνει τον χαρακτηριστικό τύπο ύπνου με
όνειρα (ύπνος με γρήγορες κινήσεις οφθαλμών [Rapid Eye Movement [REM] sleep]).
· Το
έμβρυο γεύεται τα γεύματα της μητέρας του, γνωρίζοντας έτσι τις γεύσεις του
πολιτισμικού του χώρου κιόλας από την μήτρα.
·
Μεταξύ άλλων διανοητικών ικανοτήτων του, το έμβρυο είναι σε θέση να διακρίνει
μεταξύ της φωνής της Μαμάς από τη φωνή ενός αγνώστου, και να ανταποκρίνεται σε
μια γνώριμη ιστορία που του διαβάζουν.
·
Ακόμη και ένα πρόωρο βρέφος αντιλαμβάνεται, αισθάνεται, αποκρίνεται και
προσαρμόζεται στο περιβάλλον του.
· Το
ότι το έμβρυο αντιδρά σε συγκεκριμένα ερεθίσματα δεν σημαίνει ότι πρέπει να
γίνει στόχος προσπαθειών ενίσχυσης της ανάπτυξής του. Ερεθισμός των αισθητηρίων
του εμβρύου μπορεί μάλιστα να οδηγήσει σε παράξενους τρόπους προσαρμογής αργότερα.
Οι ρίζες της
ανθρώπινης συμπεριφοράς, όπως γνωρίζουν τώρα οι ερευνητές, αρχίζουν να
αναπτύσσονται νωρίς – μόλις εβδομάδες μετά τη σύλληψή του. Πολύ πριν τον χρόνο
που η γυναίκα συνήθως γνωρίζει ότι είναι έγκυος, ο εγκέφαλος του εμβρύου έχει
ήδη αρχίσει να διογκώνεται. Την πέμπτη εβδομάδα, το όργανο που μοιάζει με
στρουμπουλή κάμπια έχει ξεκινήσει τον πιο θεαματικό άθλο στην διαδικασία
ανάπτυξης του ανθρώπου: την δημιουργία του βαθιά πτυχωτού και σπειροειδούς
εγκεφαλικού φλοιού, που είναι το τμήμα του εγκεφάλου το οποίο με τον καιρό θα
επιτρέψει στον αναπτυσσόμενο άνθρωπο να κινείται, να σκέπτεται, να μιλά, να
προγραμματίζει και να δημιουργεί κατά τον ανθρώπινο τρόπο.
Την ένατη
εβδομάδα, ο διογκούμενος εγκέφαλος του εμβρύου, του επιτρέπει να λυγίζει το
σώμα του, να έχει λόξιγκα, και να αντιδρά σε δυνατούς ήχους. Την δέκατη
εβδομάδα κινεί τους βραχίονες, «εισπνέει» και «εκπνέει» αμνιακό υγρό, ανοίγει
τις σιαγόνες του και τεντώνεται. Πριν συμπληρωθεί το πρώτο τρίμηνο,
χασμουριέται, πιπιλάει και καταπίνει, καθώς επίσης αισθάνεται και οσφραίνεται.
Στο τέλος του δεύτερου τριμήνου ακούει. Προς το τέλος δε της κύησης μπορεί να
βλέπει.
Οι
επιστήμονες που καταγράφουν την καθημερινή ζωή του εμβρύου παρατηρούν ότι τον
περισσότερο χρόνο του δεν ασκεί αυτές τις νέες ικανότητες αλλά κοιμάται. Την 32η
εβδομάδα κοιμάται 90 έως 95% της ημέρας. Μερικές από αυτές τις ώρες κοιμάται
βαθύ ύπνο, άλλες με ύπνο τύπου REM και μερικές ώρες τις περνά σε μη
διευκρινισμένη κατάσταση, που οφείλεται στην ανωριμότητα του εμβρυακού
εγκεφάλου και που είναι διαφορετική από την κατάσταση ύπνου βρέφους, παιδιού, ή
ενήλικα. Κατά τη διάρκεια του ύπνου REM τα μάτια του εμβρύου κινούνται
εμπρός-πίσω, έτσι όπως και τα μάτια ενός ενήλικα. Πολλοί ερευνητές πιστεύουν ότι
το έμβρυο ονειρεύεται. H DiPietro υποθέτει ότι τα έμβρυα ονειρεύονται ό,τι
γνωρίζουν - τα αισθήματα που νοιώθουν μέσα στην μήτρα.
Καθώς
πλησιάζει ο τοκετός, το έμβρυο κοιμάται 85 ή 90% του χρόνου, όσο και τα νεογνά.
Μεταξύ των συχνών ύπνων του, το έμβρυο φαίνεται να έχει «κάτι σαν περιόδους
αφυπνίσεως», σύμφωνα με τον ψυχολόγο ανάπτυξης (developmental psychologist)
William Filer που, μαζί με τους συναδέλφους του από το Πανεπιστημίου Columbia,
παρακολουθεί αυτούς τους κύκλους ύπνου και επαγρύπνησης, με σκοπό να
αναγνωρίσει μοτίβα κανονικής ή μη ανάπτυξης του εγκεφάλου, συμπεριλαμβανομένων
και πιθανών σημείων πρόβλεψης του συνδρόμου αιφνιδίου θανάτου των νηπίων. Ο
Filer λέει: «στην ουσία ρωτάμε το έμβρυο: - Προσέχεις; Το νευρικό σου σύστημα
συμπεριφέρεται έτσι όπως πρέπει;»
Είτε
κοιμάται είτε είναι ξύπνιο, το ανθρώπινο έμβρυο κινείται 50 φορές ή
περισσότερες ανά ώρα, τεντώνοντας το λαιμό του, κινώντας το κεφάλι του, το
πρόσωπο και τα άκρα του και εξερευνώντας το θερμό υγρό διαμέρισμά του δια της
αφής. H Heidelise Als, ψυχολόγος ανάπτυξης στο Harvard Medical School, είναι
εντυπωσιασμένη από τον αριθμό των ερεθισμάτων που δίνει το έμβρυο στον εαυτό
του μέσω της αφής. Αναφέρει: «αγγίζει με το χέρι το πρόσωπό του, το ένα χέρι με
το άλλο, αγκαλιάζει τα πόδια του, αγγίζει με το πέλμα την άλλη κνήμη ή με το
χέρι τον ομφάλιο λώρο».
Η Als θεωρεί
ότι υπάρχει μια αναντιστοιχία μεταξύ του περιβάλλοντος που δίνεται στα πρόωρα
νεογνά στα νοσοκομεία και του περιβάλλοντος που θα είχαν μέσα στη μήτρα. Χρόνια
τώρα προσπαθεί να βελτιώσει την περίθαλψη που προσφέρεται στα πρώιμα νεογνά,
ώστε να μπορούν να κουλουριάζονται, να ενώνουν τα γόνατά τους, και να αγγίζουν
αντικείμενα με τα χέρια τους έτσι όπως θα έκαναν για εβδομάδες ακόμη μέσα στην
μήτρα.
Εκτός από
τέτοιες κοινές κινήσεις, η DiPietro έχει παρατηρήσει κάποιες πιο παράξενες
εμβρυακές δραστηριότητες, όπως το ότι «γλείφει τα τοιχώματα της μήτρας και
κυριολεκτικά περπατά μέσα στη μήτρα απωθώντας την με τα πόδια του.» Όταν η
έγκυος έχει ήδη ένα τοκετό στο παρελθόν, το έμβρυο μπορεί να έχει περισσότερο
χώρο μέσα στην μήτρα για τέτοιες κινήσεις απ’ ό,τι ένα έμβρυο που εξελίσσεται
στη διάρκεια μιας πρώτης κυοφορίας. Μετά την πρώτη κύηση η μήτρα είναι
μεγαλύτερη και ο ομφάλιος λώρος μακρύτερος, παρέχοντας μεγαλύτερη ελευθερία
κινήσεων. «Τα δεύτερα και τα επόμενα παιδιά μπορούν να αναπτύξουν μεγαλύτερη
κινητική εμπειρία ενδομητρίως και έτσι μπορεί να εξελιχθούν σε πιο ενεργητικά
νήπια», εικάζει η DiPietro.
Τα έμβρυα
αντιδρούν απότομα στις ενέργειες της μητέρας τους. «Όταν παρατηρούμε το έμβρυο
με υπερήχους και η μητέρα αρχίζει να γελά, τότε μπορούμε να δούμε το έμβρυο να
πλέει ανάποδα μέσα στην μήτρα, να αναπηδά πάνω κάτω επάνω στο κεφάλι του,
μπαμ-μπαμ-μπαμ, σαν να αναπηδά πάνω σε τραμπολίνο», λέει η DiPietro.
«Όταν οι μητέρες το βλέπουν αυτό στην οθόνη, γελούν ακόμη πιο έντονα και το
έμβρυο πάει πάνω κάτω ακόμη ταχύτερα. Αναρωτιόμαστε αν αυτός είναι ο λόγος που
αρέσουν στους ανθρώπους, όταν αυτοί μεγαλώσουν, τα τραινάκια των λούνα παρκ.»
Το ότι
υπάρχουν άνθρωποι στους οποίους αρέσουν οι καυτές πιπεριές ή άλλα καυτερά
καρυκεύματα ίσως έχει σχέση με το εμβρυακό περιβάλλον. Κιόλας από την 13η
με 15η εβδομάδα οι αισθητήρες γεύσης του εμβρύου μοιάζουν με αυτούς
που έχουν οι ώριμοι ενήλικες, και οι γιατροί γνωρίζουν ότι το αμνιακό υγρό που
περιβάλλει το έμβρυο μπορεί να έχει την οσμή του κάρυ, του κύμινου, του
σκόρδου, του κρεμμυδιού και άλλων ουσιών από τη δίαιτα της μητέρας του. Το αν
τα έμβρυα μπορούν και να γευθούν αυτές τις γεύσεις δεν είναι ακόμη γνωστό, αλλά
οι επιστήμονες έχουν διαπιστώσει ότι ένα πρόωρο 33 εβδομάδων θα πιπιλήσει πιο
δυνατά μια ζαχαρωμένη θηλή παρά μια απλή ελαστική.
«Κατά το
τρίτο τρίμηνο το έμβρυο καταπίνει μέχρι και ένα λίτρο την ημέρα» αμνιακό υγρό,
σημειώνει η Julie Mennella, βιοψυχολόγος του Κέντρου Χημικών Αισθήσεων Monell,
στην Φιλαδέλφεια των ΗΠΑ. Η ίδια πιστεύει ότι το υγρό ίσως λειτουργεί ως
«γέφυρα γεύσεων» για το μητρικό γάλα, το οποίο επίσης φέρει γεύσεις φαγητών από
τη δίαιτα της μητέρας.
Άσχετα με το
αν το έμβρυο έχει την αίσθηση της γεύσης, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ακούει. Ένα
πολύ πρώιμο νεογνό, που έρχεται στον κόσμο την 24η ή 25η
εβδομάδα, αντιδρά στους ήχους γύρω του, παρατηρεί η Als, έτσι τα όργανα ακοής
πρέπει να είναι ήδη σε λειτουργία στην μήτρα. Πολλές έγκυοι αναφέρουν εμβρυακό
τίναγμα ή ξαφνικό λάκτισμα αμέσως μετά από δυνατό κλείσιμο πόρτας ή έντονο
θόρυβο εξάτμισης αυτοκινήτου.
Ωστόσο,
ακόμη και χωρίς τέτοιες «εισβολές», η μήτρα δεν είναι σιωπηλός χώρος. Σύμφωνα
με την DiPietro, ερευνητές που έχουν εισαγάγει υδρόφωνο μέσα σε μήτρα εγκύου,
κατέγραψαν επίπεδο θορύβων «συγγενές με τον θόρυβο του περιβάλλοντος που μπορεί
να καταγραφεί σε ένα διαμέρισμα». Στους ήχους που κατέγραψαν συμπεριλαμβάνονται
ο θυελλώδης ήχος της ροής του αίματος στα αγγεία της μητέρας, το γουργουρητό
και η βοή του στομάχου και των εντέρων της, όπως επίσης και οι τόνοι της φωνής
της φιλτραρισμένοι μέσα από τα οστά, τους ιστούς και το υγρό, όπως επίσης οι
φωνές άλλων ανθρώπων που φτάνουν στο έμβρυο μέσω του αμνιακού τοιχώματος. O
Filer διαπίστωσε ότι η εμβρυακή καρδιά χτυπά με βραδύτερο ρυθμό όταν η μητέρα
του μιλά, κάτι που δείχνει ότι το έμβρυο όχι μόνο ακούει και αναγνωρίζει τον
ήχο, αλλά και ότι ο ήχος αυτός το ηρεμεί.
Η όραση είναι
η αίσθηση που αναπτύσσεται τελευταία. Ένα πολύ πρόωρο νεογνό μπορεί να δει φως
και σχήμα. Οι ερευνητές υποθέτουν ότι το έμβρυο έχει κι αυτό τέτοια ικανότητα.
Έτσι όπως η μήτρα δεν είναι απόλυτα ήσυχη, έτσι επίσης δεν είναι και απόλυτα
σκοτεινή. Ο Filer λέει: «Ίσως υπάρχει επαρκής οπτικός ερεθισμός, που διαπερνά
τους ιστούς του σώματος της εγκύου μητέρας, έτσι που το έμβρυο να μπορεί να
ανταποκριθεί όταν η μητέρα βρίσκεται σε δυνατό φως», όπως για παράδειγμα όταν
κάνει ηλιοθεραπεία.
Ιάπωνες
επιστήμονες έχουν μάλιστα αναφέρει διαφορετική εμβρυακή αντίδραση σε
εκθαμβωτικό φως που ρίχνεται στην κοιλιά της μητέρας. Ωστόσο, άλλοι ερευνητές
προειδοποιούν ότι η έκθεση των εμβρύων (ή προώρων νεογνών) σε δυνατό φως πριν
είναι έτοιμα, μπορεί να είναι επικίνδυνη. Μάλιστα, η Als από το Harvard
πιστεύει ότι βλάβες της ίριδας πρώιμων βρεφών, που επί μακρόν αποδίδονται σε
υψηλές συγκεντρώσεις οξυγόνου, ίσως στην πραγματικότητα οφείλονται σε υπέρμετρη
έκθεση στο φως σε ακατάλληλη στιγμή κατά τη διάρκεια της ανάπτυξης.
Ένα έμβρυο
έξι μηνών, γεννημένο πρόωρα κατά 14 περίπου εβδομάδες, έχει εγκέφαλο που ούτε
είναι προετοιμασμένος αλλά ούτε και περιμένει σήματα από τα μάτια τα οποία θα
σταλούν στον οπτικό φλοιό του εγκεφάλου και από εκεί στο εκτελεστικό τμήμα των
μετωπικών λοβών, όπου ενσωματώνονται οι πληροφορίες. Όταν το έμβρυο αναγκάζεται
να δει πολύ νωρίτερα απ’ ό,τι πρέπει, λέει η Als, η ταχύτερη διέγερση των
αισθητηρίων μπορεί να οδηγήσει σε παρεκτροπές της ανάπτυξης του εγκεφάλου.
Μαζί με την
ικανότητα αίσθησης, όρασης και ακοής, έρχεται και η ικανότητα μάθησης και
μνήμης. Αυτές οι δραστηριότητες μπορεί να είναι υποτυπώδεις, αυτόματες ακόμη
και βιοχημικές. Για παράδειγμα, ένα έμβρυο μετά από μια αρχική αντίδραση
συναγερμού, τελικά παύει να αντιδρά σε κάποιον επαναλαμβανόμενο δυνατό θόρυβο.
Ο Fifer έχει διαπιστώσει ότι το έμβρυο επιδεικνύει το ίδιο είδος πρωτόγονης
μάθησης, γνωστής ως εξοικείωσης, ανταποκρινόμενο στην φωνή της μητέρας του.
Όμως το
έμβρυο έχει αποδείξει ότι είναι ικανό για πολλά περισσότερα. Στην δεκαετία του
’80 ο καθηγητής ψυχολογίας Anthony James DeCasper και συνάδελφοί του από το
Πανεπιστήμιο της North Carolina στο Greensboro, ανέπτυξαν τεχνική διατροφής που
επιτρέπει σε ένα βρέφος να θηλάζει γρηγορότερα προκειμένου να ακούσει μια σειρά
ήχων μέσω ακουστικών, και να θηλάζει με πιο αργό ρυθμό προκειμένου ν’ ακούσει
μια άλλη σειρά ήχων. Με αυτήν την τεχνική, ο DeCasper ανακάλυψε ότι μόλις
μερικές ώρες μετά τον τοκετό, το βρέφος προτιμά τη φωνή της μητέρας του από τη
φωνή κάποιου αγνώστου. Αυτό υποδηλώνει ότι το βρέφος πρέπει να έμαθε και να
απομνημόνευσε την φωνή, αν και όχι απαραίτητα συνειδητά, κατά τους τελευταίους
μήνες της κυήσεως μέσα στην μήτρα. Πιο πρόσφατα ανακάλυψε ότι ένα νεογνό
προτιμά μια ιστορία που του διάβαζαν επανειλημμένα ενόσω ήταν στην μήτρα – στη
συγκεκριμένη περίπτωση την ιστορία «The Cat in the Hat» – παρά κάποια άλλη
ιστορία, που του διαβάστηκε πρώτη φορά σύντομα μετά τον τοκετό.
O DeCasper
και άλλοι έχουν ανακαλύψει περισσότερες νοητικές ικανότητες. Τα νεογνά όχι μόνο
είναι σε θέση να ξεχωρίσουν την ομιλία της μητέρας τους από την ομιλία κάποιου
ξένου, αλλά προτιμούν ν’ ακούν τη φωνή της μαμάς τους, ιδιαίτερα έτσι όπως
ακούγεται φιλτραρισμένη από το αμνιακό υγρό παρά μέσα από τον αέρα. Και είναι
και ξενόφοβα: προτιμούν να ακούν τη μαμά τους να μιλά τη μητρική της γλώσσα,
παρά να ακούν αυτήν ή κάποιον άλλον να μιλά μια ξένη γλώσσα.
Παρακολουθώντας
τις μεταβολές του εμβρυακού καρδιακού παλμού, ο ψυχολόγος JeanPierre Lecanuet
και οι συνεργάτες του στο Παρίσι διαπίστωσαν ότι τα έμβρυα ξεχωρίζουν τη φωνή
κάθε αγνώστου. Επίσης φαίνεται να τους αρέσουν κάποιες ιστορίες περισσότερο απ’
ό,τι άλλες. Ο παλμός της εμβρυακής καρδιάς επιβραδύνεται όταν κοντά στην κοιλιά
της μητέρας διαβάζονται γνωστά τους γαλλικά παραμύθια όπως το «La Poulette»
(«Το κοτοπουλάκι») ή το «Le Petit Crapaud» («Το μικρό βατραχάκι»). Όταν ο ίδιος
αναγνώστης διαβάζει κάποιο άγνωστό τους παραμύθι, ο εμβρυακός καρδιακός παλμός
παραμένει σταθερός.
Το έμβρυο
πιθανώς αντιδρά στη διακύμανση του τόνου της φωνής και το ρυθμό των παραμυθιών
και όχι στις ίδιες τις λέξεις, παρατηρεί ο Fifer, αλλά το συμπέρασμα παραμένει
το ίδιο: το έμβρυο μπορεί να ακούει, να μαθαίνει και να θυμάται σε κάποιο
επίπεδο, και, όπως συμβαίνει με τα περισσότερα βρέφη και παιδιά, του αρέσει η
άνεση και η βεβαιότητα που του προσφέρει το ήδη γνωστό.
Δεν αποτελεί
μυστικό ότι τα βρέφη γεννιούνται με ιδιαίτερες διαφορές και πρότυπα
δραστηριότητας που δείχνουν ότι κάθε ένα τους έχει δικό του χαρακτήρα. Ακριβώς
πότε και πώς τα χαρακτηριστικά της συμπεριφοράς γεννώνται μέσα στην μήτρα
αποτελεί αυτή τη στιγμή αντικείμενο εξονυχιστικής έρευνας.
Στην πρώτη
μελέτη του εμβρυακού χαρακτήρα που έγινε με πλήρως επιστημονική μεθοδολογία το
1996, η DiPietro και οι συνεργάτες της κατέγραψαν τον καρδιακό παλμό και τις
κινήσεις 31 εμβρύων, έξι φορές πριν από τον τοκετό και τις σύγκριναν με
καταγραφές που ελήφθησαν δύο φορές μετά τον τοκετό. (Από τότε έχουν διευρύνει
την μελέτη ώστε να συμπεριλαμβάνει 100 ακόμη έμβρυα). Τα πορίσματα τους: τα
έμβρυα που είναι πολύ δραστήρια μέσα στην μήτρα, τείνουν να είναι πιο
ευερέθιστα ως νήπια. Εκείνα που κοιμούνται/ξυπνούν μέσα στην μήτρα ακανόνιστα,
δεν κοιμούνται τόσο καλά ως μικρά νήπια. Επίσης τα έμβρυα με ταχύ καρδιακό
παλμό γίνονται απρόβλεπτα, αδρανή βρέφη.
«Η
συμπεριφορά δεν αρχίζει κατά τον τοκετό» αποφαίνεται η DiPietro. «Αρχίζει
νωρίτερα και αναπτύσσεται με προβλεπόμενους τρόπους». Μια από τις
σημαντικότερες επιδράσεις στην ανάπτυξη είναι το εμβρυακό περιβάλλον. Όπως
παρατηρεί η Als από το Harvard, «Το έμβρυο δέχεται τεράστια ποσότητα “ορμονικών
λουτρών” μέσω της μητέρας, έτσι οι χρονοβιολογικοί ρυθμοί του επηρεάζονται από
τους κύκλους ύπνου/ξυπνήματος της μητέρας, τις διαιτητικές της συνήθειες, τις
κινήσεις της».
Οι ορμόνες
που η μητέρα εκκρίνει αντιδρώντας στο στρες παρουσιάζονται επίσης κρίσιμες. H
DiPietro βρίσκει ότι οι πολύ πιεσμένες μέλλουσες μητέρες τείνουν να έχουν πιο
δραστήρια έμβρυα – και πιο ευερέθιστα νήπια. «Οι πιο στρεσαρισμένες απ’ όλες
είναι οι εγκυμονούσες που εργάζονται» λέει η DiPietro. «Σ’ αυτούς τους καιρούς
οι γυναίκες τείνουν να εργάζονται μέχρι την ημέρα του τοκετού, ακόμη κι αν οι
επιπτώσεις στην εγκυμοσύνη δεν είναι πλήρως ξεκαθαρισμένες ακόμη. Αυτό είναι το
πολιτισμικό μας πρότυπο, ωστόσο εγώ το θεωρώ τρέλα.»
H Als
συμφωνεί ότι η εργασία μπορεί να αποτελέσει τεράστιο στρες, αλλά υπογραμμίζει
ότι οι ορμόνες της εγκυμοσύνης βοηθούν στην προστασία τόσο της μητέρας όσο και
του εμβρύου. Ακόμη ρόλο παίζουν και οι προσωπικές αντιδράσεις στο στρες. «Η
έγκυος που επιλέγει να εργαστεί είναι κιόλας διαφορετική από κάποια που
επιλέγει να μην εργαστεί», εξηγεί η Als.
Είναι επίσης
διαφορετική από τη γυναίκα που δεν έχει άλλη επιλογή παρά να εργαστεί. Οι
μελέτες της DiPietro δείχνουν ότι τα έμβρυα πτωχών γυναικών είναι από άποψη
νευρολογικής συμπεριφοράς αλλοιώτικα – είναι λιγότερο δραστήρια, με λιγότερο
κυμαινόμενο καρδιακό παλμό – απ’ ό,τι τα έμβρυα των εγκύων μέσης (αστικής)
τάξης. Ωστόσο, παρατηρεί ότι «οι πτωχές γυναίκες κατατάσσουν τους εαυτούς τους
ως λιγότερο στρεσαρισμένες απ’ ό,τι οι εργαζόμενες γυναίκες μέσης αστικής
τάξης». Η Di Pietro υποπτεύεται ότι η ανεπαρκής διατροφή και η έκθεση σε
ρυπαντικές ουσίες μπορούν να επηρεάσουν σημαντικά τα έμβρυα των πτωχών
γυναικών.
Το στρες, η
διατροφή, και οι τοξίνες μπορούν, συνδυαζόμενες μεταξύ τους, να έχουν επιβλαβή
επίδραση στην νοημοσύνη. Πρόσφατη μελέτη του βιοστατιστικολόγου Bernie Devlin
από το Πανεπιστήμιο του Πίτσμπουργκ, υποδεικνύει ότι τα γονίδια ίσως έχουν
λιγότερη επίδραση στον δείκτη νοημοσύνης, απ’ ό,τι θεωρείτο παλαιότερα και ότι
το ενδομήτριο περιβάλλον ίσως επιδρά πολύ περισσότερο. Η DiPietro επιμένει: «Η
παλιά μας αντίληψη περί επιρροής της φύσεως επί του εμβρύου προ του τοκετού και
περί ανατροφής μετά τον τοκετό χρειάζεται ανανέωση. Υπάρχει και ένα
προγεννητικό περιβάλλον, το οποίο παρέχεται από την μητέρα.»
Οι μέλλοντες
γονείς που επιθυμούν να ενισχύσουν την νοητική ανάπτυξη του αγέννητου παιδιού
τους, πρέπει να ξεκινήσουν από το να εξασφαλίσουν ότι το προγεννητικό
περιβάλλον παρέχει καλή διατροφή, χαμηλό στρες και απουσία φαρμακευτικών
ουσιών. Ποικίλοι συγγραφείς και “ειδικοί” έχουν επίσης προτείνει να δίνονται
ωθήσεις στο έμβρυο κατά τακτά διαστήματα, να του μιλούν οι γονείς μέσω ενός
χαρτοσωλήνα (“εγκυοφώνου”), να του διοχετεύουν κλασσική μουσική, ακόμη και να
εκπέμπεται ισχυρός φωτισμός στην κοιλιά της μητέρας.
Τέτοιο είδος
ερεθισμών έχει τα επιθυμητά αποτελέσματα; Και ακόμη σημαντικότερο: είναι
ασφαλές; Ορισμένοι χρήστες αυτών των μεθόδων ορκίζονται ότι τα παιδιά τους είναι
εξυπνότερα, με μεγαλύτερη κλίση προς τον λόγο και την μουσική, με μεγαλύτερο
φυσικό (σωματικό) συντονισμό και κοινωνικές δεξιότητες απ’ ό,τι ο μέσος
όρος. Οι επιστήμονες ωστόσο είναι δύσπιστοι.
«Δεν υπάρχει
πουθενά επιστημονικά κατοχυρωμένη έρευνα, που να δείχνει κάποιο μόνιμο
αποτέλεσμα από αυτούς τους ερεθισμούς» βεβαιώνει ο Filer. «Εφ’ όσον κανείς δεν
μπορεί με βεβαιότητα να πει πότε το έμβρυο κοιμάται και πότε όχι, το να σκουντά
κανείς το έμβρυο ή να κολλά ηχεία στην κοιλιά της μητέρας μπορεί να διαταράξει
το φυσιολογικό μοτίβο ύπνου. Κανείς δεν θα διενοείτο να σκαλίσει ή να
σκουντήσει ένα νεογνό μέσα στην κούνια του, ή να βάλει δίπλα στο αυτί του
ηχείο, γιατί λοιπόν να κάνει κάτι τέτοιο σε ένα έμβρυο;»
H Als είναι
ακόμη πιο κατηγορηματική. «Στοιχηματίζω ότι το σκούντημα, η διατάραξη ή ο με
άλλον τρόπο εσκεμμένος ερεθισμός του εμβρύου, θα μπορούσε να αλλοιώσει την
ακολουθία ανάπτυξής του και οτιδήποτε επιδρά στην ανάπτυξη του εγκεφάλου έχει
το τίμημά του.»
Πάντως, το
να μιλά κανείς ήρεμα στο έμβρυο, φαίνεται να μην είναι επικίνδυνο. O Fifer
ισχυρίζεται ότι τέτοιου είδους δραστηριότητα μπορεί να βοηθήσει τόσο τους
γονείς όσο και το έμβρυο. «Το να σκέπτεσαι το έμβρυο, το να του μιλάς, το να
ζητάς από τον σύζυγό σου να του μιλά, όλα αυτά θα σε βοηθήσουν να
προετοιμαστείς γι’ αυτό το νέο πλάσμα που θα μπει στη ζωή σου και θα την φέρει
άνω κάτω,» λέει ο Fifer – όταν τελικά κάνει την είσοδό του που αποτελεί το
αποκορύφωμα της αναμονής.
Παρά το
γεγονός ότι η εμβρυακή ψυχολογία εστιάζει στο τελευταίο τρίμηνο, κατά το οποίο
οι περισσότερες αμβλώσεις είναι παράνομες, η σκέψη ενός εμβρύου που
ονειρεύεται, ακούει, και αποκρίνεται στη φωνή της μητέρας του, σίγουρα θα
προσθέσει νέα πολυπλοκότητα στο θέμα. Τα νέα πορίσματα αναμφίβολα θα ενισχύσουν
την πεποίθηση των υποστηρικτών της ζωής (pro-lifers) και πιθανώς θα κλονίσουν
την βεβαιότητα των υποστηρικτών της επιλογής (στην άμβλωση), που θεωρούν ως
αρχή της διανοητικής ζωής τον τοκετό.
Ωστόσο,
πολλοί από τους επιστήμονες – μελετητές των εμβρύων παραμένουν μακριά από την
αντιπαράθεση για τις αμβλώσεις, επιμένοντας ότι η εργασία τους είναι τελείως
άσχετη με την δημόσια συζήτηση περί αμβλώσεων.
«Δεν πιστεύω
ότι η εμβρυολογική έρευνα διαφωτίζει καθόλου το θέμα», διατείνεται η ψυχολόγος
Janet DiPietro του Πανεπιστημίου Johns Hopkins. «Η ουσία της αντιπαραθέσεως
περί των αμβλώσεων είναι η εξής: Πότε αρχίζει η ζωή; Ορισμένοι άνθρωποι
πιστεύουν ότι αρχίζει με την σύλληψη, το άλλο άκρο πιστεύει ότι αρχίζει με τον
τοκετό, και υπάρχει και μια ομάδα στο μέσον που πιστεύει ότι αρχίζει γύρω στην
24η με 25η εβδομάδα, όταν το έμβρυο είναι σε θέση να
επιβιώσει εκτός της μήτρας, παρ’ ότι χρειάζεται πολλή βοήθεια για να το
καταφέρει.
«Μέχρι την
25η εβδομάδα περίπου, είτε πιπιλά ή όχι τον αντίχειρά του είτε έχει
ή όχι προσωπικότητα είτε κάνει οτιδήποτε άλλο, το έμβρυο δεν μπορεί να επιζήσει
έξω από την μητέρα του. Λοιπόν, αυτό είναι ζωή, ή όχι; Αυτό είναι
ηθικοθρησκευτικό ερώτημα, όχι επιστημονικό. Υπάρχουν πράγματα που
συμπεριφέρονται κι όμως δεν είναι ζωντανά. Οι υποστηρικτές της ζωής μπορεί να
πουν ότι αυτή η έρευνα αποδεικνύει ότι το έμβρυο είναι ζωντανό, αλλά δεν το
κάνει. Δεν μπορεί να το κάνει».
«Η
εμβρυολογική έρευνα αλλάζει την συζήτηση για τις αμβλώσεις μόνο γι’ αυτούς που
νομίζουν ότι η ζωή αρχίζει κάποια μαγική στιγμή» ισχυρίζεται η Heidelise Als,
ψυχολόγος στο Πανεπιστήμιο του Harvard. «Αν πιστεύεις ότι η ζωή αρχίζει με τη
σύλληψη, τότε δεν χρειάζεσαι την απόδειξη της εμβρυακής συμπεριφοράς». Για
άλλους, πάντως, η άμβλωση είναι πολύ περίπλοκο θέμα και σχετίζεται με πολύ
περισσότερα πράγματα από το αν η έρευνα δείχνει ότι το έμβρυο είναι ζωντανό.
«Οι περιστάσεις στις οποίες βρίσκεσαι και τα προσωπικά σου πιστεύω έχουν πολύ
μεγαλύτερη επίπτωση στην απόφασή σου», παρατηρεί.
Όπως η
DiPietro, έτσι και η Als καταλαβαίνει ότι «κάποιοι θα χρησιμοποιήσουν αυτήν την
έρευνα σαν ένα συναισθηματικό μέσο για να προσελκύσουν τον κόσμο προς την
πλευρά που τάσσεται υπέρ της ζωής (pro-life), αλλά δεν θα πρέπει να τύχει
εκμετάλλευσης από επιθετικούς (φανατικούς) ακτιβιστές.» Αντίθετα, πιστεύει ότι
θα έπρεπε να εφαρμοστούν τα αποτελέσματα της έρευνας για να βοηθηθούν οι
μητέρες ώστε να έχουν όσο το δυνατόν υγιέστερη εγκυμοσύνη, και για να
προετοιμαστούν να κηδεμονεύσουν καλύτερα το παιδί τους. Σύμφωνος είναι και ο
ψυχολόγος του Πανεπιστημίου της Columbia, William Fifer: «Η έρευνα σχετίζεται
πολύ περισσότερο με θέματα που αφορούν βιώσιμα έμβρυα – πρόωρα βρέφη.»
Με απλά
λόγια, λένε και οι τρεις, η εργασία τους στόχο έχει να βοηθήσει βρέφη που ζουν
– όχι να αποφασίσει κατά πόσον τα έμβρυα θα έπρεπε να ζήσουν ή όχι.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου