Συγκινητικές αναμνήσεις και μαρτυρίες για τον γέροντα Βησσαρίωνα Αγαθωνίτη (Κορκολιάκο)
Ἀπό τό ἠλεκτρονικό ταχυδρομεῖο:
1η μαρτυρία: «Πατέρα Σάββα, βάζω μετάνοια και ζητώ την ευλογία σας. Σήμερα (14 Δεκεμβρίου 2011) στην ιστοσελίδα σας είδα ότι γράφετε για τον γέροντα Βησσαρίωνα της Μονής Αγάθωνος και με συγκινήσατε.
Είχα την ευλογία και την χαρά να τον γνωρίσω όταν ήμουν παιδί, στο δημοτικό σχολείο.
Κατάγομαι από ένα χωριό της Λαμίας, Ανθήλη, λέγεται και ο παππούλης εναλλάξ με άλλους μοναχους της Μονής έφερναν την εικόνα της Παναγιάς στο χωριό δυο φορές τον χρόνο και γυρνούσαν με ένα τρακτέρ από εκεί από το χωριό.
Δυο μοναχοί συνήθως το συνόδευαν και μάζευαν σιτάρι και ρύζι ,γιατί εκεί το χωριό παράγει ρύζι. Εμείς τα παιδιά ξέραμε όλους τους μοναχούς από τα δυο μεγάλα μοναστήρια της περιοχής μας της Μονής Δαμάστας και της Μονής Αγάθωνος.
Μόλις βλέπαμε τους μοναχούς ξέραμε και απο ποια Μονή ήταν και τρέχαμε να πάρουμε την ευλογία τους.
Εκείνο που θυμάμαι είναι ότι μερικούς τους ντρεπόμασταν ,αλλά μόλις βλέπαμε τον γέροντα Βησσαρίωνα λέγαμε όλοι "πάμε, είναι αυτός ο καλός ο παππούλης" και κάναμε μια σειρά να του φιλήσουμε το χέρι.
Μας γελούσε και μιλούσε σε όλα τα παιδιά πολύ γλυκά.
Θυμάμαι ότι είχε και κάποιο πρόβλημα στη φωνή του.
Όταν άκουσα για τον μοναχό στη Μονή Αγάθωνος, ρώτησα την μητέρα μου που μένει ακόμη εκεί στο χωριό, ποιός ήταν αυτός ο μοναχός, δεν θυμόμουν το όνομά του. Μου είπε, δεν θυμάσαι που ερχόταν ένας μοναχός που τον λέγαμε" ο καλός παππούλης, με την βραχνή φωνή";
Είχα ακούσει πολλές γυναίκες από το χωριό ότι είχαν πάει να πρωτοεξομολογηθούν στον παππούλη Βησσαρίωνα, γιατί τον θεωρούσαν πολύ προσιτό και οικείο.Να έχουμε την Ευχή του, και να πρεσβεύει για όλους μας.
Οι μοναχοί έπαιρναν μαζί τους και δυο παιδιά απο το χωριό να τους βοηθούν και γιατί ήξεραν τα σπίτια, και τους κατοίκους του χωριού, ο αδερφός μου μόλις άκουγε ότι θα ερχόταν οι μοναχοί [από την προηγούμενη ημέρα φώναζε ο πρόεδρος του χωριού από το μεγάφωνο] πήγαινε σχεδόν πάντοτε και βοηθούσε, έχει και φυλαχτό -Ευλογία, απο τους μοναχούς... Ευλογείτε».
Ἀσημίνα Κοσμέτσα
2η μαρτυρία: «Πατέρα Σάββα, βάζω μετάνοια την ευλογία σας.Μίλησα
με τον αδερφό μου και με μια συνάδερφο που αυτή κατάγεται από το
Λιανοκλάδι Λαμίας και οι δυο [είναι 3-4 χρόνια μεγαλύτεροι] αυτό που μου
είπαν ήταν ότι: ο Γέροντας Βησσαρίων ήταν ο δικός μας παππούλης, ο
ταπεινός, ο γλυκός, με το λιωμένο ράσο και τα τρύπια παππούτσια.
Η συνάδερφός μου, μου είπε ότι θυμάται τα παπούτσια του, για να μην ανοίγουν όταν περπατούσε τα είχε δεμένα με σύρματα.
Θυμούνται και οι δυο τα ίδια πράγματα ότι όταν ερχόταν ο γέροντας τα παιδιά έλεγαν," ήρθε ο παππούλης, και καμια εικοσαριά παιδια έτρεχαν απο πίσω του"
Η συνάδελοφος [Χριστίνα Σκοτίδα, Κοινων. Λειτουργός] μου είπε ότι όταν πήγαινε στο Λιανοκλάδι, πήγαινε στο σπίτι τους και καθόταν στην άκρη απο τον καναπέ σκυφτός, και έβγαζε απο το τριμμένο ρασάκι του λίγο ρύζι και έλεγε " να πάρε αυτό το ρύζι να το βράσεις" για να φάει.
Μα γέροντα έλεγε η μητέρα της έχουμε φαγητό να φάτε. Δεν ήθελε.
Και εκείνο που θυμάται επίσης είναι ότι δεν σε κοιτούσε ποτέ στα μάτια.
" Να έλεγε, θα κοιμηθώ εδώ στην άκρη" απο το καναπέ, και σηκωνόταν απο την νύχτα και έφευγε.
Γύριζε όλα τα χωριά, βοηθούσε φτωχές οπικογένειες, είχε σπουδάσει και είχε παντρέψει πολλά φτωχά κορίτσια
Όταν πήγα στο σπίτι και προσπαθούσα να θυμηθώ στιγμές απο εκείνα τα χρόνια και να θυμηθώ και τις μορφές των άλλων μοναχών, διαπίστωσα ότι από όλους τους μοναχούς που ερχόταν η μορφή που μου είχε μείνει ήταν μόνο του παππούλη.
Τον θυμάμαι όπως είναι στην φωτογραφία που έχετε δημοσιεύσει που είναι σε μεγάλη ηλικία.
Επειδή οι γονείς δούλευαν στα χωράφια , στις οικογένειες που υπήρχαν κορίτσια, από μικρά ήταν οι νοικοκυρές του σπιτιού.
Θυμάμαι ότι από το προηγούμενο βράδυ η μητέρα έβαζε στο τσουβαλι το σιτάρι ή το ρύζι ανάλογα την εποχή, που θα δίναμε για το μοναστήρι, και όταν δεν υπήρχε τίποτα από τα δυο, άφηνε στην " νοικοκυρά" της οικογένειας χρήματα και η μητέρα έλεγε: " αυτά να τα δώσεις στον παππούλη"
Μου έχει μείνει η εικόνα με τον παππούλη στην αυλή του σπιτιού μας, τα παιδιά του χωριού να παίρνουν το τσουβάλι με το ρύζι ή το σιτάρι, να του φιλάμε το χέρι, ο παππούλης να χαιδεύει τα μαλλιά μας, να μας χαμογελάει, και να μας δίνει ευχές.
Πάνω απ' όλα αυτό που μου έχει μείνει είναι είναι η αγάπη που νοιώθαμε γι' αυτόν τον παππούλη, ήταν ο δικός μας παππούλης, σαν τον παππού που είχαμε και έμενε μαζί μας, στα σπίτια μας.
Να μην ξεχάσω να πώ ότι επειδή πηγαίναμε στην Μονή Αγάθωνος με την μητέρα μου και με το σχολείο, περίμενα να συναντήσω τον παππούλη.
Τις περισσότερες φορές που πηγαίναμε στο μοναστήρι αυτός που έβγαινε να μας υποδεχτεί ήταν ο παππούλης και αν καμιά φορά δεν τον βλέπαμε στην υποδοχή, τον αναζητούσαμε αμέσως.
Να έχουμε την ευχή του. Ευλογείτε!»
Ἀσημίνα Κοσμέτσα
Παράκληση: Ἄν κάποιος ἐν Χριστῷ ἀδελφός ἔχει νά ἀναφέρει κάποιο στοιχεῖο γιά τόν Γέροντα Βησσαρίωνα ἄς μᾶς τό ἀποστείλει στή διεύθυνση: hristospanagia@yahoo.gr
Η συνάδερφός μου, μου είπε ότι θυμάται τα παπούτσια του, για να μην ανοίγουν όταν περπατούσε τα είχε δεμένα με σύρματα.
Θυμούνται και οι δυο τα ίδια πράγματα ότι όταν ερχόταν ο γέροντας τα παιδιά έλεγαν," ήρθε ο παππούλης, και καμια εικοσαριά παιδια έτρεχαν απο πίσω του"
Η συνάδελοφος [Χριστίνα Σκοτίδα, Κοινων. Λειτουργός] μου είπε ότι όταν πήγαινε στο Λιανοκλάδι, πήγαινε στο σπίτι τους και καθόταν στην άκρη απο τον καναπέ σκυφτός, και έβγαζε απο το τριμμένο ρασάκι του λίγο ρύζι και έλεγε " να πάρε αυτό το ρύζι να το βράσεις" για να φάει.
Μα γέροντα έλεγε η μητέρα της έχουμε φαγητό να φάτε. Δεν ήθελε.
Και εκείνο που θυμάται επίσης είναι ότι δεν σε κοιτούσε ποτέ στα μάτια.
" Να έλεγε, θα κοιμηθώ εδώ στην άκρη" απο το καναπέ, και σηκωνόταν απο την νύχτα και έφευγε.
Γύριζε όλα τα χωριά, βοηθούσε φτωχές οπικογένειες, είχε σπουδάσει και είχε παντρέψει πολλά φτωχά κορίτσια
Όταν πήγα στο σπίτι και προσπαθούσα να θυμηθώ στιγμές απο εκείνα τα χρόνια και να θυμηθώ και τις μορφές των άλλων μοναχών, διαπίστωσα ότι από όλους τους μοναχούς που ερχόταν η μορφή που μου είχε μείνει ήταν μόνο του παππούλη.
Τον θυμάμαι όπως είναι στην φωτογραφία που έχετε δημοσιεύσει που είναι σε μεγάλη ηλικία.
Επειδή οι γονείς δούλευαν στα χωράφια , στις οικογένειες που υπήρχαν κορίτσια, από μικρά ήταν οι νοικοκυρές του σπιτιού.
Θυμάμαι ότι από το προηγούμενο βράδυ η μητέρα έβαζε στο τσουβαλι το σιτάρι ή το ρύζι ανάλογα την εποχή, που θα δίναμε για το μοναστήρι, και όταν δεν υπήρχε τίποτα από τα δυο, άφηνε στην " νοικοκυρά" της οικογένειας χρήματα και η μητέρα έλεγε: " αυτά να τα δώσεις στον παππούλη"
Μου έχει μείνει η εικόνα με τον παππούλη στην αυλή του σπιτιού μας, τα παιδιά του χωριού να παίρνουν το τσουβάλι με το ρύζι ή το σιτάρι, να του φιλάμε το χέρι, ο παππούλης να χαιδεύει τα μαλλιά μας, να μας χαμογελάει, και να μας δίνει ευχές.
Πάνω απ' όλα αυτό που μου έχει μείνει είναι είναι η αγάπη που νοιώθαμε γι' αυτόν τον παππούλη, ήταν ο δικός μας παππούλης, σαν τον παππού που είχαμε και έμενε μαζί μας, στα σπίτια μας.
Να μην ξεχάσω να πώ ότι επειδή πηγαίναμε στην Μονή Αγάθωνος με την μητέρα μου και με το σχολείο, περίμενα να συναντήσω τον παππούλη.
Τις περισσότερες φορές που πηγαίναμε στο μοναστήρι αυτός που έβγαινε να μας υποδεχτεί ήταν ο παππούλης και αν καμιά φορά δεν τον βλέπαμε στην υποδοχή, τον αναζητούσαμε αμέσως.
Να έχουμε την ευχή του. Ευλογείτε!»
Ἀσημίνα Κοσμέτσα
Παράκληση: Ἄν κάποιος ἐν Χριστῷ ἀδελφός ἔχει νά ἀναφέρει κάποιο στοιχεῖο γιά τόν Γέροντα Βησσαρίωνα ἄς μᾶς τό ἀποστείλει στή διεύθυνση: hristospanagia@yahoo.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου