ΣΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΗΣ ΣΕΛΙΔΑΣ
ΑΓΙΟΛΟΓΙΟ ΑΛΦΑΒΗΤΙΚΑ - ΟΚΤΩΗΧΟΣ - ΜΗΝΑΙΑ - ΤΡΙΩΔΙΟ - ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΑΡΙΟ
ΨΥΧΟΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ - ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ
ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΙΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ - ΠΑΡΑΚΛΗΤΙΚΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ
ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ ΕΞΟΔΙΑΣΤΙΚΟΥ ΜΟΝΑΧΩΝ
ΣΤΑΣΕΙΣ ΑΚΑΘΙΣΤΟΥ ΥΜΝΟΥ - ΠΡΟΗΓΙΑΣΜΕΝΕΣ - ΑΠΟΔΕΙΠΝΟΝ
ΟΙ ΟΝΕΙΡΟΠΑΡΜΕΝΟΙ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ - ΠΡΟΦΗΤΕΙΕΣ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΓΡΑΦΗΣ
ΣΤΑΛΑΓΜΑΤΙΕΣ ΣΟΦΙΑΣ - ΚΑΙΡΟΣ ΤΟΥ ΤΕΛΟΥΣ
ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ ΠΑΥΛΟΥ

ΓΙΑ ΟΤΙ ΝΕΟΤΕΡΟ ΘΑ ΕΝΗΜΕΡΩΝΕΤΑΙ Ο ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ


Σάββατο 29 Νοεμβρίου 2014

Ο ΕΚ ΣΚΛΑΤΑΙΝΗΣ ΟΣ. ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ Ο ΕΝ ΟΛΥΜΠΩ

image441
Όσιος πατήρ ημών Διονύσιος είναι ένα λαμπερό αστέρι, από εκείνα που λάμπουν στο νοητό στερέωμα της Εκκλη­σίας μας και με την θεϊκή του λαμπρότητα καταυγάζουν τα σκότη της γήινης ζωής μας. Υπήρξε μια μεγάλη και υπέροχη ασκητική φυσιογνωμία της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας, κατά πάντα εφάμιλλος και ισοστάσιος των μεγάλων και θεοφόρων Πατέρων «τών έν ασκήσει λαμψάντων». Ο όσιος Διονύσιος γεννήθηκε λίγο πριν από το 1500 μ.Χ. στο χώρο Σκλάταινα της επαρχίας Μουζακίου του νομού Καρδίτσης, σημερινή Δρακότρυπα.
Προήλθε από γονείς φτωχούς άλλα θεοσεβείς και πιστούς. Το πρώτο του όνομα ήταν Δημήτριος και από νωρίς έδωσε δείγματα αφοσιώσεως στον Κύριο και αγάπης προς τον μοναχισμό. Σε ηλικία περίπου 18 ετών και μετά τον θάνατο των γονέων του, πηγαίνει στα Με­τέωρα και κείρεται ρασοφόρος μοναχός υπό το όνομα Δανιήλ. Αργότερα ζητώντας ησυχαστικώτερο τόπο, μεταβαίνει στο Άγιον Όρος και γίνεται μεγαλόσχημος και ιερεύς, μετωνομασθείς σε Διονύσιο και ζώντας στην σκήτη τής Μονής Καρακάλου, με αυστηρή άσκηση, προσευχή και νηστεία. Η ισάγγελη ζωή του, τον επέβαλε σε όλους τους πατέρες του Άθω, γι' αυτό και αργότερα εξελέγη Ηγούμενος της Μονής Φιλόθεου. Στην Μονή όμως αυτή, η οποία ήταν τότε βουλγαρική, ο Άγιος συνήντησε μεγάλες αντιδράσεις, γι' αυτό και αναγκάσθηκε να εγκαταλείψει το Άγιον Όρος και να μεταβεί, γύρω στο 1524, στην περιοχή της Βέ­ροιας, στην Μονή του Τιμίου Προδρόμου, την οποία και ανακαίνισε, καθιστώντας την φάρο πνευματικό για όλη την Κεντρική Μακεδονία. Άλλα και από εκεί αργότερα ανεχώρησε κρυφά, θέλοντας να αποφύγει την εκλογή του ως επισκόπου Βεροίας, όπως ζητούσε ο λαός όταν εχήρευσε η επισκοπή αυτή. Έτσι τον βλέπουμε να γίνεται «οικιστής του Ολύμπου», όπου οι σπάνιες φυσικές ομορφιές και τα δροσερά νερά του, φαίνεται ότι τον ανέπαυσαν πλήρως. Στην αρχή ασκήτευσε μέσα σ' ένα σπήλαιο, που σώζεται μέχρι και σήμερα μ' ένα μικρό παρεκκλήσιο. Εν τω μεταξύ υφίσταται πολλές ταλαιπωρίες, διωγμούς, συκοφαντίες, όπως όλοι οι Άγιοι, ένεκα των οποίων αναγκάζεται να εγκαταλείψει, ευτυχώς προσωρινά, τον αγαπημένο του Όλυμπο και να μεταβεί στο Πήλιο, κτίζοντας εκεί την Μονή της Αγίας Τριάδος Σουρβίας. Αργότερα όμως επιστρέφει στον Όλυμπο και κτίζει γύρω στο 1542 το πρώτο Μοναστήρι, πού σώζεται μέχρι των ήμερων μας, προς τιμήν και πάλι της Αγίας Τριάδος. Εδώ ο Άγιος έζησε σαν επίγειος άγγελος, γι' αυτό και γρήγορα συγκέντρωσε γύρω του ένα πλήθος μοναχών, που έκανε την Μονή του πραγματική Λαύρα. Ωστόσο, ο ίδιος χρησιμοποιούσε ακό­μη για προσευχή και ησυχία τα σπήλαια που υπήρχαν γύρω της Μονής και τα όποια είχε με­τατρέψει σε ναΐσκους. Εκεί έμεινε τον περισ­σότερο χρόνο, ζώντας μέσα στον γνόφο της νοεράς προσευχής. Κάποιες φορές, ερχόμενος από τα σπήλαια προς την Μονή του, τον είχαν δει να λάμπει ολόκληρος, λουσμένος στο αναστά­σιμο φως του μέλλοντος αιώνος. Ο Άγιος δεν παρέλειπε να περιέρχεται, σαν άλλος πρόδρομος του Πατροκοσμά,  τα γύρω χωριά, για να κηρύξει, να εξομολογήσει να και να στηρίζει τους σκλαβωμένους Έλληνες. Είχε απέραντη αγάπη για τον λαό. Αγκάλιαζε τους πάντας και τους βοηθούσε πνευματικά και ' ι υλικά. Όταν τον έπλησίαζε κανείς, είχε την αίσθηση ότι πλησιάζει τον ίδιο Χριστό. Ζώντας αυτήν την χριστομίμητη ζωή ο Άγιος έφθασε και στο τέρμα, σαν πρωταθλητής γενναίος, παίρνοντας το στεφάνι από τα χέρια του Χριστού.
image310
Αφήνοντας τις τελευταίες του σοφές υποθήκες στα πνευματικά του παιδιά φτερούγισε, σαν άλλος ερωδιός, στα ύψη του ουρανού, μέσα στον χειμώνα, την 23η Ιανουαρίου, κατά την οποία τελείται και η σεπτή μνήμη του. Ο άγιος Διονύσιος έλαβε παρά του Θεού έκτακτα και υπερφυσικά χαρίσματα. Υπήρξε προορατικός και θαυματουργός, ενώ ακόμη ήταν στην ζωή. Από τα αμέτρητα και ποικίλα θαύματά του ας δούμε δύο τρία. Κάποτε οι μοναχοί του τον άκουσαν να λέει: «Να, έρχονται σε μας δυο μοναχοί». Και αφού πήρε χαρτί εζωγράφισε τέλεια τις μορφές τους, μια και ήταν και ζωγράφος. Τον μεν ένα τον έκανε με γένεια, τον δε άλλον που ήταν νεώτερος, τον έκανε αγένειο. Την άλλη ήμερα ήλθαν πραγματικά δυο μοναχοί και ο πρώτος με τα γένεια ήταν διάκονος ονόματι Ιάκωβος, ο οποίος έμεινε και πέθανε στο Μοναστήρι. Ο νεώτερος, διάκονος κι αυτός, Ηλίας ονομαζόμενος, έγινε μετά ηγούμενος και εν συνεχεία Επίσκοπος Πλαταμώνος.
Το 1971 όλη η περιφέρεια συγκλονίστηκε από την εξαφάνιση ενός μικρού αγοριού που χάθηκε μέσα στο δάσος του Ολύμπου, γύρω από την Μονή. Ύστερα από πολυήμερη αναζήτηση από την αστυνομία και τον στρατό, το παιδί βρέθηκε ήρεμο και άθικτο επάνω σε μια πέτρα, κοντά στην Μονή, προστατευόμενο από έναν μυστηριώδη καλόγερο, ο όποιος προφανώς ήταν ο Άγιος! Το παιδί ονομάζεται Βασίλειος Τρικαλόπουλος και σήμερα, μεγάλος πια, διαμένει στην Πιερία. Άλλα αναρίθμητα είναι όσα θαυμαστά και εκπληκτικά εργάζεται ή αγάπη τοϋ Αγίου μας, μέχρι σήμερα, σε όσους τον επικα­λούνται με πίστη και καθαρή καρδιά και τα ομολογούν με συγκίνηση, ως αυτόπτες και αυτήκοοι μάρτυρες.

Ο ΕΚ ΚΑΛΟΓΡΑΙΑΝΩΝ ΑΓ. ΑΡΣΕΝΙΟΣ ΕΛΑΣΣΩΝΟΣ

image502
Άγιος Αρσένιος (κατά κόσμον Απόστολος) γεννήθηκε στο χωρίο Καλογραιανά Καρδίτσης το 1550. Γονείς του ήσαν ο Ιερεύς Θεόδωρος και η Χρυσαφή (η μετέπειτα μοναχή Χριστοδούλη, ανεψιά του Αγ. Βησσαρίωνος Β' Λαρίσης). Υπήρξε γόνος Λευϊτικης οικογενείας που ανέδειξε Αρχιερείς, Ιερείς και Μονάχους.
Στην Καλαμπάκα και στα Τρίκαλα έμαθε αντι­στοίχως τα πρώτα και τα εγκύκλια γράμματα. Κατά τη μαθητεία του στα Τρίκαλα εκάρη Μο­ναχός και χειροτονήθηκε Διάκονος. Μετά έμεινε αρκετό καιρό στην Επισκοπή Σταγών και στη συνέχεια έγκαταβίωσε στη Μονή Δουσίκου, όπου χειροτονήθηκε Ιερεύς. Αποδεχόμενος πρόσκληση του Οίκ. Πατριάρχου Ιερεμίου Β' του Τρανού (του από Λαρίσης), μετέβη στην Κων/πολη, όπου διορίσθηκε Εφημέριος στον Πατριαρχικό Ναό της Παμμακάριστου και παρακολούθησε μαθήματα στη Σχολή του Οικ. Πατριαρχεί­ου.
Την 21η Φεβρουαρίου 1584 χειροτονήθηκε (από τον ίδιο Οικ. Πατριάρχη) Αρχιεπίσκοπος Έλασσώνος και Δημονίκου (Δομενίκου), όπου ενθρονίσθηκε και παρέμεινε για ένα ακριβώς χρόνο.
Έπειτα μετεκλήθη στην Κων/πολη και μετέβη επικεφαλής μιας αποστολής στη Μόσχα (ως Πατριαρχικός Έξαρχος) και επιστρέφοντας διέμεινε δύο έτη στην Ουκρανική πόλη Λβώφ (Λεόπολη), όπου υπήρχε μεγάλη και ανθηρή Ελληνική παροικία, μετά την επίμονη παράκληση των γη­γενών και των Ελλήνων Ορθοδόξων να τους βοηθήσει με την Ορθόδοξη διδασκαλία του να αντιμετωπίσουν τον προσηλυτισμό των Ουνιτών και των Προτεσταντών. Εκεί δίδαξε στο σχολείο της Ορθοδόξου Κοινότητος, κατήρτισε πρό­γραμμα λειτουργίας του σχολείου και συνέγρα­ψε εγχειρίδιο Γραμματικής τής Ελληνικής γλώσ­σης. Έτσι συνέβαλε στην ανόθευτη διατήρηση της Πίστεως και στην ανόρθωση του πνευματικού και μορφωτικού επιπέδου του Κλήρου.
Το 1588 συνόδευσε τον Πατριάρχη Ιερεμία πάλι στη Μόσχα, όπου συμμετείχε στις διαπραγματεύσεις για την Ίδρυση του 'Ρωσικού Πατριαρχείου και παρέμεινε ειρηνικώς μέχρι το 1605 (1605-1613 περίοδος αναρχίας), με την άδεια του Τσάρου Θεοδώρου 'Ιβάνοβιτς.
Κατά τη δεκαεπταετία αυτή υπήρξε ο κύριος υποστηρικτής και βοηθός των Ελλήνων που έφθαναν εκεί για «ζητεία» (ελεημοσύνη). Επί­σης, από τη Ρωσική πρωτεύουσα απέστειλε πολ­λές εικόνες χειρόγραφα και αλλά δώρα σε Πα­τριαρχεία, Μονές και Ναούς της εμπερίστατης Ορθοδοξίας. Κυρίως όμως συνέβαλε στην τόνω­ση των Ελληνορωσικών πολιτιστικών σχέσεων και στην ενίσχυση τής αιχμαλώτου (στους Μου­σουλμάνους) Ορθοδόξου Εκκλησίας.
Το 1599 ονομάσθηκε Αρχιεπίσκοπος Αρχαγ­γέλων, του Καθεδρικού Ναού τής Μόσχας. Το 1613 κατεστάθη Αρχιεπίσκοπος Τβέρης και Κασίν και το 1615 Αρχιεπίσκοπος Σουζδελίου και Ταρουσίας, όπου εγκαταστάθηκε οριστικώς το 1621, μετά τη φυγή του από τη Μόσχα. Συνέγραψε ποίημα με τίτλο «Κόποι και Διατριβή», στο όποιο περιγράφεται η ίδρυση του Πατριαρχείου Ρωσίας, Απομνημονεύματα και Ακολουθία του Ρώσου Αγίου Βασιλείου.
Κοιμήθηκε τον Απρίλιο του 1626, σε ηλικία 76 ετών, και τάφηκε μέσα στον Καθε­δρικό Ναό Σουζδελίου.
Η μνήμη του τιμάται στις 13 Απριλίου ενώ από το έτος 2007, στις 19 Ιουνίου εορτάζεται  στη γεννέτειρά του Καλλογραιανά Καρδίτσης, η έλευση τεμαχίου ιερού λειψάνου του, όπου ανεγείρεται Ι. Ναός στη μνήμη του.


Aγ. Αρσένιος   Παραλαβή των λειψάνων από τον Μητρopoλίτη Κύριλλο στη Μόσχα 8-6-2006   Από την τελετή του θεμέλιου λίθου στον νεόδμητο Ναό Αγ. Αρσενίου Καλογραιανών  Από το βιβλίο Ακολουθία του Αγ. Αρσενίου Αρχιεπισκόπου Ελασσώνος

Ο ΙΕΡΟΜΑΡΤΥΣ ΣΕΡΑΦΕΙΜ


image550Ο Άγιος Σεραφείμ γεννήθηκε στην Πεζούλα περί τα μέσα του 16ου αιώνα από γονείς ευσεβείς και ενάρετους, τον Σωφρόνιο και τη Μαρία. Από μικρό παιδί διακρίνο­νταν για τον καλό του χαρακτήρα, την αγάπη του προς την Εκκλησία, τις φιλομοναχικές του τάσεις, γι' αυτό και πήγε να μονάσει πολύ νωρίς στην Ι. Μονή της Κυρίας Θεοτό­κου τής Κρυεράς Πηγής, τής σημερινής Κο­ρώνας.

Εκεί στο μοναστήρι, φάνηκαν οι πολλές του αρετές και νωρίς χειροτονήθηκε πρεσβύτερος και κατόπιν ανέλαβε και ηγούμενος τής Μονής. Αργότερα, νέος ακόμη στην ηλικία, έγινε αρχιεπίσκοπος Φαναριού και  Νεοχωρίου, γεγονός που του έδωσε τη δυνατότητα να προσφέρει πολλές υπηρεσίες στην Εκκλησία και το δούλο γένος και πολύ να στηρίζει με τα κηρύγματα του και τις πε­ριοδείες του στα Άγραφα τους ραγιάδες, που στέναζαν κάτω από τον Τουρκικό ζυγό. Για τη δράση του λοιπόν τόσο ως ηγούμενος όσο και ως επίσκοπος προκάλεσε εναντίον του το μίσος των αγάδων Τούρκων της περιοχής, οι οποίοι με την ευκαιρία του επαναστατικού κινήματος, που έκανε το 1601 ο Μητροπολίτης Λαρίσης - Τρικάλων Διονύ­σιος ο Φιλόσοφος ο Σκυλόσοφος, όπως τον αποκαλούσαν οι Τούρκοι, κατηγορήθηκε και ο άγιος Σεραφείμ ως συνεργός της επανάστασης. Και επειδή με image773θάρρος και τόλμη αρνήθηκε να αλλαξοπιστήσει και να προδώσει την πίστη του και τον Χριστό προκειμένου να απαλλαγεί από την κατηγορία πού τον βάρυνε, καταδικάστηκε σε θάνατο δι’αποκεφαλι­σμού, αφού προηγουμένως υπέστη φοβερά μαρτύρια και βασανιστήρια, μέχρι που τον έγδαραν ζωντανό στο σημερινό περίβολο του Ι. Ναού του Αγίου Σεραφείμ στο Φανάρι. Έτσι, τέλος, στις 4 Δεκεμβρίου 1601 ο Άγιος αποκεφαλίστηκε και παρέδωσε την αγία του ψυχή στον αθλοθέτη Χριστό θυσιάζοντας τη ζωή του «για τού Χριστού, την πίστη την αγία και της πατρίδος την ελευθερία».
Η Εκκλησία τον κατέταξε στη χορεία των αγίων και η μνήμη του τιμάται στις 4 Δεκεμβρίου, η δε αγία κάρα του, που φυλάσσεται στην Ι. Μονή Κορώνας ως πολύτιμος θησαυρός για τον τόπο μας και αγωγός θαυματουργικής δυνάμεως για τους πιστούς. Λιτανεύεται πανηγυρικά στο Φανάρι την τελευταία Κυριακή του Σεπτεμβρίου κάθε χρόνο και την Κυριακή των Μυροφόρων στην Καρδίτσα.

ΑΡΘΡΟΝ. ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΕΙΠΕ...

*    *    *
Ὅταν ζοῦσε ὁ γέροντάς μου, ὁ ὁποῖος γνώριζε τὸν Ἅγιο Σιατίστης ἀρκετὰ καλά προτοῦ αὐτὸς γίνει Μητροπολίτης, μοῦ ἀνέφερε τὸν Ἅγιο Σιατίστης Ἀντώνιο Κόμπο ὡς τὸν κορυφαῖο τῶν Ἱεραρχῶν τῆς Ἐκκλησίας μας. Ἔτσι ὅταν κοιμήθηκε ὁ γέροντάς μου, πῆρα τηλέφωνο τὸν Ἅγιο Σιατίστης γιὰ νὰ τὸν ἐπισκεφθῶ. Μου εἶπε νὰ πάω σὲ κάποιες ἡμέρες, στὶς 22 Ἰουνίου 2004, ἐπειδὴ ἐκεῖνες τὶς ἡμέρες εἶχε πολλὲς ὑποχρεώσεις. Ξεκίνησα ἀπὸ τὸ σπίτι μου μὲ τὸ αὐτοκίνητό μου, καὶ κατὰ τὶς ἔντεκα τὸ πρωῒ ἦμουν ἔξω ἀπὸ τὴν Μητρόπολη Σισανίου καὶ Σιατίστης. Πρώτη μου φορὰ ποὺ ἐπισκεπτόμουν Μητροπολίτη. Μπαίνω σε ἕνα μικρὸ σχετικὰ δωμάτιο μὲ λίγα γραφεῖα, ποὺ μᾶλλον ὑπόγειο θύμιζε, καὶ ζήτησα τὸν Σεβασμιώτατο. Σὲ ἕνα ἴσως λεπτό τῆς ὥρας ἔρχεται σὲ αὐτὸ τὸ ὑπόγειο ἕνας ταπεινὸς Χαριτωμένος Γέροντας, σκυφτὸς ἀπὸ τὴν ἠλικία, ποὺ θύμιζε μᾶλλον Γέροντα μοναχό, παρὰ τοὺς Ἐπισκόπους ποὺ συνήθως βλέπουμε στὶς μικρὲς ὀθόνες. Αὐτὸς ὁ ταπεινὸς Γέροντας ἦταν ὁ Σεβασμιώτατος! Ἤρθε γιὰ νὰ μὲ προϋπαντήσει, ἕναν τυχαῖο νέο, ποὺ οὔτε κὰν τὸν γνώριζε. Ἀφοῦ μὲ ὀδήγησε στὸ γραφεῖο του στὸν ἐπάνω ὄροφο, ἐξομολογήθηκα, καὶ μετὰ ἄρχισε νὰ μὲ νουθετεῖ μὲ τὰ σοφὰ καὶ πνευματικά του λόγια. Αὐτὸ ποῦ μοῦ ἔκανε μεγάλη ἐντύπωση, καὶ θέλω νὰ τὸ καταθέσω, εἶναι ὅτι μοῦ μίλησε ὅτι ἔχουμε τὴν αἵρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ στὴν Ἐκκλησία μας. Καὶ ὅταν τὸν ρώτησα, ἂν ποῦμε π.χ. ὅτι ὁ τάδε Ἐπίσκοπος εἶναι Αἱρετικὸς Οἰκουμενιστής, τότε αὐτὸ εἶναι Ὀμολογία Πίστεως; Ὁ Ἅγιος Γέροντας, δὲν ἦταν θετικὸς στὴν παραπάνω μου ἐρώτηση, καὶ κατάλαβα ὅτι οἱ Ἅγιοι ἔχουν τὴν διάκριση καὶ πληροφοροῦνται ἀπὸ τὸν Θεό γιὰ τὶς ὅποιες ἐνέργειές τους, εἰδικὰ στὰ θέματα τῆς Ἐκκλησίας Του.
ἀνώνυμος
*    *    *

ΑΡΘΡΑ. ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΤΥΠΟΣ

Ἀπὸ τὴν ἐφημερίδα "Ὀρθόδοξος Τύπος" ἀντιγράφουμε τὰ ἐξῆς σχετικά:

«... Πάντα χωρὶς θόρυβο, σεμνός, ταπεινός, λιτοδίαιτος, πρότυπο ἱερέα, ποὺ ἀρέσει στὸ Μέγα Διδάσκαλο.
Δὲν τὸν ξεχώριζες ἀνάμεσα στοὺς κληρικοὺς τῆς Μητρόπολής του. Ἐκεὶ ποὺ τὸν ἔβλεπες, χανόταν σὰν νὰ μὴ ἦταν αὐτὸς ὁ Μητροπολίτης, ἀλλὰ κάποιος ἄσημος ὑποτακτικός. Τὸν ἀναγνώριζες, ὅμως, ἀπὸ τὴν λεπτὴ φιγούρα του, τὴ ζωντάνια τῶν ματιῶν του, τὴν ἁπαλή του εὐγένεια, τὰ φθαρμένα του ράσα. Ξεχνοῦσε τὸ φαγητό, ἀλλὰ πάντα εἶχε κάτι νὰ κάνει. Ἔμπαινε μπροστά κι' ἂν ἀκολουθοῦσαν καὶ οἱ ἄλλοι καλῶς κι' ἂν ὄχι, πάλι καλῶς. Ὅμως, ἕναν τέτοιο ποιμένα ποιὸς νὰ τὸν ἀφήνει μόνο του. Φωνὴ ἦταν τὸ παράδειγμά του καὶ προσκλητήριο!
Δὲν σήκωσε ποτὲ τὴ φωνή του σὲ κανένα. Νουθετοῦσε μὲ τὸ βλέμμα του, μὲ τὸ παράδειγμά του καὶ «δίκαζε» μὲ τὸ πνευματικό του ἀνάστημα.
Ἀντώνιος Κόμπος. Μελετητὴς καὶ κάτοχος τῶν Γραφῶν. Τὶς τηροῦσε καὶ εἶχε λάμψη στὸ πρόσωπό του. Τὶς δίδασκε αὐθεντικὰ καὶ ἔσωζε ψυχές. Φλογερὸς ἱεροκήρυκας. Τὸν γνώρισα καὶ συνδέθηκα μαζί του, ὅταν ὑπηρέτησε ὡς διευθυντὴς στὴν Ἐκκλησιαστικὴ Σχολὴ τῆς ἰδιαίτερης πατρίδας μου Ξάνθης. Διευθυντὴς ὅλη τὴν ἑβδομάδα καὶ τὴν Κυριακὴ ἱεροκήρυκας. Ἀπὸ μέρες πρίν, ἄντρες καὶ γυναῖκες ρωτοῦσαν νὰ μάθουν, ποῦ θὰ κηρύξει, γιὰ νὰ εἶναι ἐκεῖ.
Ὡς ποιμένας στοργικὸς μὲ ὅλους. Οἰκοδόμος, ποὺ ἔφτιαχνε ἀπὸ τὰ μέσα ἐρείπια ἀνθρώπους μὲ γερὰ θεμέλια. Θυσιαζόταν γιὰ τὰ πρόβατά του ἀπὸ πρωΐας μέχρι νυκτός. Γι' αὐτὸ δέχτηκε νὰ γίνει ἐπίσκοπος, ὄχι γιὰ τὰ μεγαλεῖα ἢ γιὰ νὰ χειρίζεται δεσποτικὰ τὴν ἀπόλυτη ἐξουσία, ποὺ δίνει στοὺς μητροπολίτες ὁ Νόμος «περὶ δικαιοσύνης» τοῦ 1932. Στεναχωριόταν πολὺ καὶ δὲν τὸ ἔκρυβε, ὅταν ἦταν ὑποχρεωμένος νὰ «σκεπάσει» τὸ ράσο, ποὺ τιμοῦσε καὶ λάτρευε μὲ τὰ πολυτελῆ ἄμφια τοῦ πρωτοκόλλου...
Ταπεινός, πάμπτωχος, ἀπίστευτα λιπόσαρκος. Πλούσιος σὲ γνώσεις, θεολογικὲς βέβαια. Ἀπεριόριστα καλός...».

"Ὀρθόδοξος Τύπος", 13 Ἰαν. 2006, τ. 1626, σ. 2
ἀπὸ τὸ ἄρθρο: «"Πέταξε" μὲ τὰ φτερὰ τοῦ δικαίου εἰς τοὺς οὐρανούς!»
τοῦ κ. Γαβριὴλ Θ. Λαμψίδη

ΑΡΘΡΑ. ΑΝΤ. ΚΟΜΠΟΣ

Ἀπὸ τὴν ἐφημερίδα "ΤΑ ΝΕΑ" διαβάζουμε τὰ ἐξῆς σχετικά:

«ΣΙΤΑΝΙΟΥ KAI ΣΙΑΤΙΣΤΗΣ ΑΝΤΩΝΙΟΣ

Ο «ασκητής της πόλης» που δεν ακολουθεί την... τεχνολογία

Τον χαρακτηρίζουν «ασκητή της πόλης». Μαγειρεύει μόνος του, καθαρίζει ο ίδιος το μητροπολιτικό σπίτι, δεν χρησιμοποιεί κινητό τηλέφωνο, ενώ σπάνια μιλά και στο σταθερό. Επισκέπτεται την Αθήνα για να συμμετάσχει στις Συνόδους χρησιμοποιώντας... το λεωφορείο του ΚΤΕΛ, κάνει περιοδείες στα «κουτσοχώρια» με τα πόδια και έχει ξεχάσει πώς είναι τα πλούσια αρχιερατικά άμφια. «Εγώ είμαι ένας καλόγερος», επιμένει ο ίδιος.
Ο 84χρονος Μητροπολίτης Σισανίου και Σιατίστης Αντώνιος ξεχωρίζει για τη λιτή και ταπεινή ζωή που κάνει. Μητροπολίτης από τις «Νέες Χώρες», τρέφει θαυμασμό για τον Οικουμενικό Πατριάρχη, «είναι άγιος άνθρωπος», λέει.
«Τι να το κάνει ένας καλόγερος το κινητό, αφήστε που βλάπτει κιόλας», απαντά με χαμόγελο στην παρατήρηση των «ΝΕΩΝ», ότι δεν ακολουθεί την τεχνολογία. «Εγώ είχα γέροντα τον Μητροπολίτη Κορινθίας, που πήγε μετά στην Αμερική. Αυτός μου είχε πει ότι ο επίσκοπος είναι καλόγερος και έτσι πρέπει να είναι». Όταν καλείται να σχολιάσει το ότι δεν συμβαίνει το ίδιο με άλλους μητροπολίτες, περιορίζεται να πει πως «πρέπει να έχουμε ακτημοσύνη, καρτερία και παρθενία, αυτές είναι οι αρετές του μοναχού».
«Άγιος άνθρωπος». Οι κάτοικοι της Σιάτιστας κάνουν λόγο για «άγιο άνθρωπο», που είναι κλειστός, δεν δίνει δικαιώματα και ζει όπως οι καλόγεροι. Μερικοί υποστηρίζουν ότι έχει περιορισμένη παρουσία στα κοινά, τονίζοντας πάντως ότι αποτελεί «στάση ζωής» για τον ίδιο. «Είναι κάτι παραπάνω από καλός. Δεν είναι διακοσμητικός, αρνείται τα λούσα και τις πολυτέλειες, ούτε αυτοκίνητο δεν έχει», είπε ο κ. Γιώργος Ράμος, που διατηρεί περίπτερο στη Σιάτιστα. «Τι σχέση μπορεί να έχει αυτός ο μητροπολίτης με τους άλλους, που έχουν καταθέσεις δισεκατομμυρίων», συμπληρώνει ο κ. Νίκος Τζάλας.
Ο Μητροπολίτης Σισανίου και Σιατίστης απαντά με χαμόγελο σε όλα. Όταν όμως καλείται να σχολιάσει τα σκάνδαλα που συνταράσσουν το τελευταίο διάστημα την Εκκλησία της Ελλάδος, παίρνει αποστάσεις. «Δεν θα κρίνω κανέναν, εγώ είμαι πιο αμαρτωλός απ' όλους, δεν μπορώ να πω τίποτε. H Ιεραρχία αποφάσισε να γίνει κάθαρση», λέει και κλείνει το θέμα.
«Ευτυχώς έχουμε δωρεές». Όσο για τις περιουσίες των Μητροπόλεων, ο ίδιος αποκαλύπτει, χωρίς μάλιστα να ερωτηθεί, ότι τα ετήσια έσοδα από τους ναούς δεν υπερβαίνουν τις τέσσερις χιλιάδες ευρώ. «Ευτυχώς έχουμε και κάποιες δωρεές και φροντίζουμε τα παιδιά να σπουδάσουν· με πενταροδεκάρες και φραγκοδίφραγκα χτίσαμε μοναστήρια», λέει. H Μητρόπολη Σιατίστης πληρώνει το ενοίκιο δύο φοιτητών στη Θεσσαλονίκη, ενώ χορηγεί μηνιαίο βοήθημα 100 ευρώ σε φοιτητές που κατάγονται από την περιοχή.
Είναι πρόθυμος να ξεναγήσει στα διαμερίσματα της Μητρόπολης, ενώ παράλληλα ικανοποιεί όλα τα αιτήματα υπαλλήλων και μοναχών. H μοναχή Ειρήνη, από το μοναστήρι της Κοίμησης της Θεοτόκου, που επισκέφθηκε τη Μητρόπολη για δουλειές του μοναστηριού, λέει: «Δεν τον βλέπετε, πόσο ταπεινός είναι; Ακόμη και τα ράσα του τα πλένει ο ίδιος, δεν αφήνει κανέναν να τον βοηθήσει».
«Είναι κατ' ουσίαν ασκητής, ζει γι' αυτό που τάχθηκε, που δεν είναι επάγγελμα αλλά λειτούργημα», υποστήριξε ο υπάλληλος της Μητρόπολης κ. Ζήσης Γούτας. Ο Μητροπολίτης ασχολείται και με τις δουλειές, εξυπηρετώντας τον κόσμο που έρχεται να τον συναντήσει. «Δεν αρνείται σε κανέναν να ασχοληθεί με το πρόβλημά του».
H μεγάλη αγάπη του είναι τα «κουτσοχώρια», όπως χαρακτηρίζει ο ίδιος τα ορεινά χωριά της περιφέρειάς του, αυτά των 20 και 30 κατοίκων. «Πήγαινα σε ένα χωριό με στρατιωτικό αυτοκίνητο και τα υπόλοιπα τα περπατούσα με τα πόδια». Αισθάνεται ακμαίος για να συνεχίσει τις περιοδείες του σε όλες τις ενορίες της Μητρόπολης, παρά τα χρόνια του. «Όταν ύστερα από χρόνια δεν θα μπορώ άλλο, θα αποσυρθώ στο μοναστήρι, εκεί είναι η ζωή μου», καταλήγει.»
[ΤΑ ΝΕΑ , 05/03/2005 , Σελ.: N18
Κωδικός άρθρου: A18182N181
ID: 458191]
*    *    *

Ἀπὸ τὴν ἐφημερίδα "ΤΑ ΝΕΑ" διαβάζουμε τὰ ἐξῆς σχετικά:

«Αντώνιος:
(ο Μητροπολίτης Σισανίου και Σιατίστης ­ στην «Εσπρέσσο» ­ για τις μετακινήσεις του στην Αθήνα με τρόλεϊ)
«Δεν με πειράζει που δεν έχω αυτοκίνητο, όπως οι άλλοι μητροπολίτες, ούτε που με αποκαλούν δεσπότη των τρόλεϊ. Μπορεί να κουράζομαι αλλά, δόξα τω Θεώ, ακόμη κρατιέμαι γερά στα πόδια μου».»
[ΤΑ ΝΕΑ , 22/11/2001 , Σελ.: N04
Κωδικός άρθρου: A17199N043
ID: 295425]
*    *    *

ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΩΝ ΨΑΛΜΩΝ, ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΟΣΙΟ ΑΡΣΕΝΙΟ ΤΟΝ ΚΑΠΑΔΟΚΗ

Ἑρμηνεία τῶν Ψαλμῶν, κατὰ τὸν Ὅσιο Ἀρσένιο τὸν Καππαδόκη

Προέλευση κειμένου: 
http://www.pigizois.gr/psalmoi_david/index.htm

Ὁ Ὅσιος Ἀρσένιος ὁ Καππαδόκης, σὰν ἱερέας ποὺ ἦταν, χρειαζόταν νὰ διαβάζει εὐχὲς γιὰ διάφορες περιπτώσεις. Οἱ εὐχὲς ὅμως τοῦ Εὐχολογίου δὲν ἀρκοῦσαν, ἐπειδὴ ὑπῆρχαν πολλὲς περιπτώσεις γιὰ τὶς ὁποῖες δὲν ὑπῆρχε ἀνάλογη εὐχή. Ἔτσι ὁ Ὅσιος Ἀρσένιος χρησιμοποιοῦσε ὅλους τοὺς ψαλμοὺς τοῦ Ψαλτηρίου, ὁρίζοντας ἕναν ψαλμό, γιὰ καθεμιὰ περίπτωση. (Ὁ Ὅσιος Ἀρσένιος τοὺς χρησιμοποιοῦσε καὶ γιὰ εὐχή).
Τὸ Ψαλτήρι, μὲ τὴ χρήση αὐτή, τὸ εἶχε καὶ ὁ Γέροντας καὶ τὸ διάβαζε καθημερινὰ ὁλόκληρο. Μερικὲς φορὲς μάλιστα χώριζε τὴ νύχτα σὲ ὧρες:
ἀπὸ τὶς 9:00 ὡς τὶς 10:00 π.χ. διάβαζε τὴν εὐχὴ καὶ εὐχόταν γιὰ ὅσους τελειώνουν ἀργὰ ἀπὸ τὶς δουλειές τους καὶ γυρίζουν στὰ σπίτια τους, γιὰ νὰ τοὺς φυλάει ὁ Θεός
ἀπὸ τὶς 11:00 ὡς τὶς 12:00 εὐχόταν γιὰ ὅσους ταξιδεύουν τὴ νύχτα, νὰ μὴν παθαίνουν ἀτυχήματα
ἀπὸ τὶς 12:00 ὡς τὶς 1:00 γιὰ ὅσους ξενυχτοῦν μέσα στὰ κακόφημα κέντρα, γιὰ νὰ τοὺς βοηθήσει ὁ Θεὸς νὰ ξεφύγουν.
Γενικὰ εὐχόταν γιὰ ὅλες τὶς περιπτώσεις: γιὰ ὅσους ἦταν μέσα στὰ νοσοκομεῖα, γιὰ τὰ ζευγάρια ποὺ μάλωναν, γιὰ νὰ λυπηθεῖ ὁ Θεὸς τὰ παιδάκια κλπ.
Αὐτὴ τὴ χρήση τοῦ Ψαλτηρίου σύμφωνα μὲ τὸν Ὅσιο Ἀρσένιο τὸν Καππαδόκη, παραθέτουμε ὡς μιὰ κατάσταση ποὺ ἐξηγεῖ σὲ ποιὲς περιπτώσεις ἐνδείκνυται ὁ κάθε ψαλμός.

ΨΑΛΜΟΙ

  1. Ὅταν φυτεύουν δένδρα ἢ ἀμπέλι, γιὰ νὰ καρποφορήσουν.
  2. Γιὰ νὰ δώσει φώτιση ὁ Θεὸς σ᾿ αὐτοὺς ποὺ πηγαίνουν σὲ συνέδρια.
  3. Γιὰ νὰ φύγει ἡ κακία ἀπὸ ἀνθρώπους, γιὰ νὰ μὴ βασανίζουν ἄδικα τοὺς συνανθρώπους τους.
  4. Γιὰ νὰ θεραπεύσει ὁ Θεὸς τοὺς εὐαίσθητους ἀνθρώπους, ποὺ ἀρρώστησαν ἀπὸ μελαγχολία ἀπὸ τὴ συμπεριφορὰ τῶν σκληρόκαρδων ἀνθρώπων.
  5. Γιὰ νὰ θεραπεύσει ὁ Θεὸς τὰ πληγωμένα, χτυπημένα μάτια ἀπὸ κακὸ ἄνθρωπο.
  6. Γιὰ νὰ ἐλευθερώσει ὁ Θεὸς τὸν μαγεμένο ἄνθρωπο.
  7. Γι᾿ αὐτοὺς ποὺ ἔπαθαν ἀπὸ φοβία ἀπὸ τὶς φοβέρες καὶ τὶς ἀπειλὲς τῶν κακῶν ἀνθρώπων.
  8. Γι᾿ αὐτοὺς ποὺ ἔπαθαν κακὸ ἀπὸ δαίμονες ἢ ἀπὸ πονηροὺς ἀνθρώπους.
  9. Γιὰ νὰ πάψουν νὰ σὲ φοβερίζουν οἱ δαίμονες στὸν ὕπνο ἢ μὲ τὶς φαντασίες τὴν ἡμέρα.
  10. Γιὰ τὰ σκληρόκαρδα ἀνδρόγυνα ποὺ μαλώνουν καὶ χωρίζουν. (Ὅταν βασανίζει ἄδικα ὁ σκληρὸς ἢ ἡ σκληρὴ τὸν εὐαίσθητο).
  11. Γιὰ τοὺς τρελοὺς ποὺ ἔχουν καὶ κακότητα καὶ κάνουν κακὸ στοὺς ἀνθρώπους.
  12. Γι᾿ αὐτοὺς ποὺ πάσχουν ἀπὸ τὸ συκώτι.
  13. Γι᾿ αὐτοὺς ποὺ πάσχουν ἀπὸ φοβερὸ δαιμόνιο, συνέχεια 3 φορὲς τὴν ἡμέρα ἐπὶ 3 ἡμέρες.
  14. Γιὰ ν᾿ ἀλλάξουν γνώμη οἱ λῃστὲς καὶ νὰ ἐπιστρέψουν ἄπρακτοι καὶ μετανοημένοι.
  15. Γιὰ νὰ βρεθεῖ τὸ κλειδί, ὅταν χαθεῖ.
  16. Γιὰ μεγάλη συκοφαντία, 3 φορὲς τὴν ἡμέρα ἐπὶ 3 ἡμέρες.
  17. Ὅταν γίνεται σεισμὸς ἢ θεομηνία, κατακλυσμὸς καὶ κεραυνοί.
  18. Γιὰ νὰ ἐλευθερωθοῦν οἱ μητέρες στὴν γέννα τους.
  19. Γι᾿ ἀνδρόγυνα ποὺ δὲν γεννοῦν λόγω ἀναπηρίας, γιὰ νὰ τοὺς θεραπεύσει ὁ Θεός, γιὰ νὰ μὴν χωρίσουν.
  20. Γιὰ νὰ μαλακώσει ὁ Θεὸς τὶς καρδιὲς τῶν πλουσίων νὰ κάνουν ἐλεημοσύνες στοὺς φτωχούς.
  21. Γιὰ νὰ ἐμποδίσει ὁ Θεὸς τὴν πυρκαϊά, γιὰ νὰ μὴν γίνει κακό.
  22. Γιὰ νὰ ἡμερέψει ὁ Θεὸς τὰ ἄτακτα καὶ ἀνυπάκουα παιδιά, ποὺ θλίβουν τοὺς γονεῖς τους.
  23. Γιὰ νὰ ἀνοίξει ἡ πόρτα, ὅταν χαθεῖ τὸ κλειδί.
  24. Σὲ ἀνθρώπους ποὺ φθονεῖ πολὺ ὁ πειρασμὸς καὶ τοὺς φέρνει συνέχεια ἀναποδιὲς στὴν ζωή τους, γιὰ νὰ γογγύζουν.
  25. Ὅταν ζητάει κανεὶς κάτι καλὸ ἀπὸ τὸν Θεό, γιὰ νὰ τοῦ τὸ δώσει, χωρὶς νὰ τὸν βλάψει.
  26. Γιὰ νὰ προστατέψει ὁ Θεὸς τοὺς χωρικοὺς ἀπὸ τὰ ἐχθρικὰ στρατεύματα, νὰ μὴν κάνουν κακὸ στοὺς ἀνθρώπους καὶ λεηλασίες στὶς ἀγροικίες.
  27. Γιὰ νὰ θεραπεύσει ὁ Θεὸς τοὺς νευρασθενεῖς καὶ τοὺς νευροπαθεῖ.
  28. Γι᾿ αὐτοὺς ποὺ τοὺς πειράζει ἡ θάλασσα καὶ φοβοῦνται στὴν πολλὴ φουρτούνα.
  29. Γι᾿ αὐτοὺς ποὺ κινδυνεύουν μακριά, μέσα σε βάρβαρους καὶ ἄπιστους λαούς, γιὰ νὰ τοὺς φυλάξει ὁ Θεὸς καὶ νὰ φωτίσει κι ἐκείνους νὰ ἡμερέψουν, καὶ νὰ γνωρίσουν τὸ Θεό.
  30. Γιὰ νὰ δώσει ὁ Θεὸς ἀφθονία σπαρτῶν καὶ καρπῶν στὰ δέντρα, ὅταν ὁ καιρὸς δὲν εἶναι εὐνοϊκός.
  31. Γιὰ νὰ βροῦν οἱ ὁδοιπόροι τὸν δρόμο, ὅταν χαθοῦν καὶ ταλαιπωροῦνται.
  32. Γιὰ νὰ φανερώσει ὁ Θεὸς τὴν ἀλήθεια στοὺς ἀδικοφυλακισμένους, γιὰ νὰ ἐλευθερωθοῦν.
  33. Σὲ ψυχορραγοῦντες, ὅταν βασανίζονται ἀπὸ τοὺς δαίμονες τὴν ὥρα τοῦ θανάτου, ἢ σὲ ἐχθρικὰ στρατεύματα, ὅταν ἀπειλοῦν καὶ παραβιάζουν τὰ σύνορα, γιὰ νὰ κάνουν κακό.
  34. Γιὰ νὰ ἐλευθερώσει ὁ Θεὸς τοὺς καλοκάγαθους ἀνθρώπους ἀπὸ τὶς παγίδες τῶν πονηρῶν ἀνθρώπων, ποὺ ἐκμεταλλεύονται τοὺς ἀνθρώπους τοῦ Θεοῦ.
  35. Γιὰ νὰ ἐξαλειφθεῖ τελείως ἡ ἔχθρα μετὰ ἀπὸ τὰ μαλώματα ἢ παρεξηγήσεις.
  36. Γιὰ βαριὰ πληγωμένους ἀνθρώπους ἀπὸ κακοποιοὺς ἐγκληματίες.
  37. Ὅταν πονᾶνε οἱ σιαγόνες ἀπὸ σάπια δόντια.
  38. Γιὰ νὰ βροῦν ἐργασία οἱ ἐγκαταλελειμμένοι καὶ δυστυχισμένοι ἄνθρωποι, γιὰ νὰ μὴ θλίβονται.
  39. Γιὰ νὰ ἐπανέλθει ἀγάπη μεταξὺ ἀφεντικοῦ καὶ ὑπαλλήλων, ὅταν δημιουργοῦνται προστριβές.
  40. Γιὰ νὰ ἐλευθερωθοῦν οἱ μητέρες στὴν γέννα, ἀπὸ πρόωρο τοκετό.
  41. Σὲ νέους ποὺ ἀρρωσταίνουν ἀπὸ ἔρωτα, ὅταν τραυματίζεται τὸ ἕνα πρόσωπο καὶ θλίβεται.
  42. Γιὰ νὰ ἐλευθερωθοῦν οἱ αἰχμάλωτοι ἀπὸ τὶς φυλακὲς τοῦ ἐχθρικοῦ ἔθνους.
  43. Γιὰ νὰ φανερώσει ὁ Θεὸς τὴν ἀλήθεια στὰ παρεξηγημένα ἀνδρόγυνα, γιὰ νὰ συμφιλιωθοῦν.
  44. Γιὰ τοὺς ἀνθρώπους ποὺ πάσχουν ἀπὸ τὴν καρδιὰ ἢ ἀπὸ τὰ νεφρά.
  45. Γιὰ τοὺς νέους, ποὺ ἐμποδίζει ὁ ἐχθρός, ἀπὸ φθόνο, νὰ δημιουργήσουν οἰκογένεια (νὰ παντρευτοῦν).
  46. Γιὰ νὰ εἰρηνεύσει ὁ ὑπηρέτης ἢ ὁ δοῦλος, ὅταν φύγει πληγωμένος ἀπὸ τὸ ἀφεντικό του καὶ νὰ βρεῖ δουλειά.
  47. Ὅταν γίνονται μεγάλες καταστροφὲς καὶ λῃστεῖες ἀπὸ βαρβαρικὲς συμμορίες -πειρατῶν-. (Νὰ διαβάζεται συνέχεια ἐπὶ 40 ἡμέρες).
  48. Γι᾿ αὐτοὺς ποὺ κάνουν ἐπικίνδυνη δουλειά.
  49. Γιὰ νὰ μετανοήσουν καὶ νὰ ἐπιστρέψουν στὸν Θεὸ οἱ ἀπομακρυσμένοι ἄνθρωποι, γιὰ νὰ σωθοῦν.
  50. Ὅταν ἐξ ἁμαρτιῶν μας ἔρθει παιδαγωγικὴ ὀργὴ Θεοῦ (ἐπιδημία ἀρρώστιας καὶ θανατικὸ στοὺς ἀνθρώπους ἢ στὰ ζῷα).
  51. Γιὰ νὰ μετανοήσουν οἱ σκληρόκαρδοι ἄρχοντες καὶ νὰ γίνουν εὐσπλαχνικοί, γιὰ νὰ μὴ βασανίζουν τὸν λαό.
  52. Γιὰ νὰ εὐλογήσει ὁ Θεὸς τὰ δίχτυα, νὰ γεμίζουν ψάρια.
  53. Γιὰ νὰ φωτίσει ὁ Θεὸς τοὺς πλούσιους, ποὺ ἔχουν ἀγορασμένους δούλους, νὰ τοὺς ἐλευθερώσουν.
  54. Γιὰ νὰ ἀποκατασταθεῖ ἡ ὑπόληψη τῆς δυσφημισμένης οἰκογένειας ποὺ εἶχε συκοφαντηθεῖ.
  55. Σὲ εὐαίσθητους, ποὺ ἔχουν πληγωθεῖ ψυχικὰ ἀπὸ τοὺς συνανθρώπους τους.
  56. Γι᾿ ἀνθρώπους ποὺ ὑποφέρουν ἀπὸ πονοκέφαλο, ἀπὸ πολλὴ στενοχώρια.
  57. Γιὰ νὰ ἔλθουν εὐνοϊκὰ τὰ πράγματα σ᾿ ἐκείνους ποὺ ἐνεργοῦν γιὰ τὸ καλό, νὰ ἐμποδίσει ὁ Θεὸς κάθε πονηρὴ ἐνέργεια δαιμόνων ἢ φθονερῶν ἀνθρώπων.
  58. Γιὰ τοὺς βουβούς, νὰ δώσει ὁ Θεὸς λαλιά.
  59. Γιὰ νὰ φανερώσει ὁ Θεὸς τὴν ἀλήθεια, ὅταν συκοφαντεῖται σύνολο ἀνθρώπων.
  60. Γι᾿ αὐτοὺς ποὺ δυσκολεύονται στὴν ἐργασία, εἴτε ἀπὸ τεμπελιὰ εἴτε ἀπὸ δειλία.
  61. Γιὰ νὰ ἀπαλλάξει ὁ Θεὸς ἀπὸ δοκιμασίες τὸν ὀλιγόψυχο ἄνθρωπο, ποὺ δὲν ἔχει ὑπομονὴ καὶ γογγύζει.
  62. Γιὰ νὰ καρπίσουν τὰ χωράφια καὶ τὰ δέντρα, ὅταν στεροῦνται ἀπὸ νερό.
  63. Ὅταν δαγκωθεῖ ὁ ἄνθρωπος ἀπὸ λύκο ἢ σκύλο λυσσασμένο (τοὺς ἔδινε καὶ ἀπὸ τὸ διαβασμένο νερό, γιὰ νὰ πιοῦν).
  64. Γιὰ νὰ ἔχουν οἱ ἔμποροι εὐλογία, γιὰ νὰ μὴν φλυαροῦν καὶ ἀδικοῦν τοὺς ἁπλοὺς ἀνθρώπους.
  65. Γιὰ νὰ μὴν φέρει ἀναποδιὲς ὁ πονηρὸς στὰ σπίτια καὶ θλίβει τὶς οἰκογένειες.
  66. Γιὰ νὰ εὐλογηθοῦν τὰ πουλερικὰ (ὀρνιθοτροφεῖα).
  67. Γιὰ νὰ ἐλευθερωθοῦν οἱ μητέρες, ποὺ δυσκολεύονται νὰ ἀποβάλλουν, ὅταν παθαίνουν κακό.
  68. Ὅταν γίνονται θεομηνίες καὶ πλημμυρίζουν τὰ ποτάμια καὶ παρασύρουν σπίτια καὶ ἀνθρώπους.
  69. Σὲ εὐαίσθητους ἀνθρώπους ποὺ θλίβονται γιὰ τὸ παραμικρὸ καὶ ἔρχονται σὲ ἀπόγνωση, νὰ τοὺς ἐνισχύει ὁ Θεός.
  70. Γιὰ ἐγκαταλελειμμένους ἀνθρώπους, ποὺ γίνονται βαρετοὶ ἀπὸ φθόνο τοῦ διαβόλου καὶ ἔρχονται σὲ ἀπόγνωση, γιὰ νὰ βροῦν ἔλεος ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ περίθαλψη.
  71. Γιὰ νὰ εὐλογήσει ὁ Θεὸς τὰ ἀγαθὰ τῆς νέας ἐσοδείας, ποὺ μετέφεραν στὰ σπίτια τοὺς οἱ γεωργοί.
  72. Γιὰ νὰ μετανοήσουν οἱ κακοποιοὶ ἄνθρωποι.
  73. Γιὰ νὰ προφυλάξει ὁ Θεὸς τοὺς χωρικοὺς ποὺ ἐργάζονται στὰ χωράφια τους, ὅταν οἱ ἐχθροὶ ἔχουν περικυκλωμένο τὸ χωριό.
  74. Γιὰ νὰ ἡμερέψει τὸ βάρβαρο ἀφεντικό, νὰ μὴν βασανίζει τοὺς συνανθρώπους του, τοὺς ὑπαλλήλους.
  75. Σὲ μητέρα ποὺ φοβᾶται στὴ γέννα της, γιὰ νὰ τὴν ἐνθαρρύνει καὶ νὰ τὴν προστατέψει ὁ Θεός.
  76. Ὅταν δὲν ὑπάρχει κατανόηση μεταξὺ γονέων καὶ παιδιῶν, νὰ τοὺς φωτίσει ὁ Θεός, γιὰ νὰ ἀκοῦνε τὰ παιδιὰ τοὺς γονεῖς καὶ οἱ γονεῖς νὰ δείχνουν ἀγάπη.
  77. Γιὰ νὰ φωτίσει ὁ Θεὸς τοὺς δανειστές, νὰ μὴν πιέζουν τοὺς συνανθρώπους τους γιὰ τὸ χρέος τους, καὶ νὰ εἶναι εὐσπλαγχνικοί.
  78. Γιὰ νὰ προφυλάξει ὁ Θεὸς τὰ χωριὰ ἀπὸ λῃστεῖες καὶ καταστροφὲς τῶν ἐχθρικῶν στρατευμάτων.
  79. Γιὰ νὰ θεραπεύσει ὁ Θεὸς τὸν ἄνθρωπο, ὅταν πρήζεται τὸ πρόσωπό του καὶ πονάει ὅλο τὸ κεφάλι του.
  80. Γιὰ νὰ οἰκονομήσει ὁ Θεὸς τοὺς φτωχούς, ποὺ στεροῦνται καὶ στενοχωριοῦνται ἀπὸ τὴν ἀνέχεια καὶ θλίβονται.
  81. Γιὰ νὰ ἀγοράσουν οἱ ἄνθρωποι τὰ προϊόντα τῶν γεωργῶν, γιὰ νὰ μὴν στενοχωριοῦνται καὶ θλίβονται οἱ χωρικοί.
  82. Γιὰ νὰ ἐμποδίσει ὁ Θεὸς τοὺς κακοὺς ἀνθρώπους, ποὺ θέλουν νὰ κάνουν δολοφονίες.
  83. Γιὰ νὰ διατηρηθοῦν ἀπὸ τὸν Θεὸ ὅλα τὰ ὑπάρχοντα τοῦ σπιτιοῦ καλά, τὰ ζῷα καὶ τὰ προϊόντα τῶν παραγωγῶν.
  84. Γιὰ νὰ θεραπεύσει ὁ Θεὸς τοὺς ἀνθρώπους ποὺ ἔχουν πληγωθεῖ ἀπὸ τοὺς λῃστὲς καὶ ἔπαθαν καὶ ἀπὸ φοβία.
  85. Γιὰ νὰ σώσει ὁ Θεὸς τὸν κόσμο, ὅταν πέφτει χολέρα στοὺς ἀνθρώπους καὶ πεθαίνουν.
  86. Γιὰ νὰ παρατείνει ὁ Θεὸς τὴν ζωὴ στοὺς οἰκογενειάρχες, ποὺ ἔχουν ἀκόμη ὑποχρεώσεις οἰκογενειακές.
  87. Γιὰ νὰ προστατεύσει ὁ Θεὸς ὅλους τοὺς ἀπροστάτευτους ἀνθρώπους, ποὺ ταλαιπωροῦνται ἀπὸ σκληροὺς συνανθρώπους.
  88. Γιὰ νὰ δυναμώσει ὁ Θεὸς τοὺς φιλάσθενους καὶ ἀδύνατους ἀνθρώπους, γιὰ νὰ μποροῦν νὰ ἐργάζονται χωρὶς νὰ κουράζονται καὶ νὰ θλίβονται.
  89. Γιὰ νὰ βρέξει ὁ Θεός, ὅταν ὑπάρχει ἀνομβρία ἢ ὅταν στερέψουν τὰ πηγάδια, γιὰ νὰ βγάλουν νερό.
  90. Γιὰ νὰ ἐξαφανιστεῖ ὁ διάβολος, ὅταν παρουσιάζεται σὲ ἄνθρωπο καὶ τὸν τρομάζει.
  91. Γιὰ νὰ δώσει ὁ Θεὸς σύνεση στοὺς ἀνθρώπους, γιὰ νὰ προκόπτουν πνευματικά.
  92. Γιὰ νὰ προφυλάξει ὁ Θεὸς τὸ πλοῖο, ὅταν κινδυνεύει ἀπὸ μεγάλη φουρτούνα στὴ θάλασσα (ἔριχνε δὲ καὶ ἁγιασμένο νερὸ στὰ τέσσερα σημεῖα τοῦ πλοίου).
  93. Γιὰ νὰ φωτίσει ὁ Θεὸς τοὺς ἄτακτους ἀνθρώπους, ποὺ δημιουργοῦν θέματα στὸ ἔθνος καὶ ἀναστατώνουν τὸν λαὸ καὶ τὸν ταλαιπωροῦν μὲ ἀκαταστασίες καὶ φαγωμάρες.
  94. Γιὰ νὰ μὴν πλησιάσουν μάγια στὰ ἀνδρόγυνα καὶ δημιουργοῦνται θέματα καὶ προστριβές.
  95. Γιὰ νὰ δώσει ὁ Θεὸς τὴν ἀκοὴ στοὺς κουφούς.
  96. Γιὰ νὰ φύγουν τὰ μάγια ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους.
  97. Γιὰ νὰ δώσει ὁ Θεὸς παρηγοριὰ στοὺς στενοχωρημένους ἀνθρώπους, γιὰ νὰ μὴ θλίβονται.
  98. Γιὰ νὰ εὐλογήσει καὶ νὰ χαριτώσει ὁ Θεὸς τοὺς νέους ποὺ θέλουν νὰ ἀφιερωθοῦν στὸν Θεό.
  99. Γιὰ νὰ εὐλογήσει καὶ νὰ ἐκπληρώσει ὁ Θεὸς τοὺς θείους πόθους τῶν ἀνθρώπων.
  100. Γιὰ νὰ δίνει ὁ Θεὸς χαρίσματα στοὺς καλοκάγαθους ἀνθρώπους.
  101. Γιὰ νὰ εὐλογήσει ὁ Θεὸς τοὺς ἀνθρώπους, ποὺ φέρουν ἀξιώματα, γιὰ νὰ βοηθοῦν τὸν κόσμο μὲ καλοσύνη καὶ κατανόηση.
  102. Γιὰ νὰ ἔλθουν τὰ ἔμμηνα, ὅταν καθυστεροῦν.
  103. Γιὰ νὰ εὐλογήσει ὁ Θεὸς τὰ ὑπάρχοντα τῶν ἀνθρώπων, γιὰ νὰ μὴν στεροῦνται καὶ θλίβονται, ἀλλὰ νὰ δοξάσουν τὸν Θεό.
  104. Γιὰ νὰ μετανοήσουν οἱ ἄνθρωποι καὶ νὰ ἐξομολογηθοῦν τὶς ἁμαρτίες τους.
  105. Γιὰ νὰ δώσει φώτιση ὁ Θεὸς στοὺς ἀνθρώπους νὰ μὴν ξεκλίνουν ἀπὸ τὴν ὁδὸ τῆς σωτηρίας.
  106. Γιὰ νὰ λύσει ὁ Θεὸς τὴν στείρωση τῶν γυναικῶν.
  107. Γιὰ νὰ ταπεινώσει ὁ Θεὸς τοὺς ἐχθρούς, γιὰ νὰ ἀλλάξουν τὶς κακὲς τῶν διαθέσεις.
  108. Γιὰ νὰ θεραπεύσει ὁ Θεὸς τοὺς σεληνιασμένους ἢ γιὰ νὰ ἐλεήσει τοὺς ψευδομάρτυρες, νὰ μετανοήσουν.
  109. Γιὰ νὰ ἔχουν σεβασμὸ οἱ νεότεροι στοὺς μεγαλύτερους.
  110. Γιὰ νὰ μετανοήσουν οἱ ἄδικοι κριτὲς καὶ νὰ κρίνουν δίκαια τὸν λαὸ τοῦ Θεοῦ.
  111. Γιὰ νὰ προφυλάξει ὁ Θεὸς τοὺς στρατιῶτες, ὅταν πηγαίνουν στὸν πόλεμο.
  112. Γιὰ νὰ δώσει ὁ Θεὸς εὐλογίες στὴ φτωχὴ χήρα, νὰ πληρώσει τὰ χρέη της καὶ ν᾿ ἀπαλλαχτεῖ ἀπὸ τὴ φυλακή.
  113. Γιὰ νὰ θεραπεύσει ὁ Θεὸς τὰ καθυστερημένα διανοητικὰ καὶ μογγόλαλα παιδιά.
  114. Γιὰ νὰ δίνει ὁ Θεὸς εὐλογίες καὶ παρηγοριὰ στὰ δυστυχισμένα, φτωχὰ παιδάκια, γιὰ νὰ μὴν περιφρονοῦνται ἀπὸ τὰ παιδιὰ τῶν πλουσίων καὶ θλίβονται.
  115. Γιὰ νὰ θεραπεύσει ὁ Θεὸς τὸ φοβερὸ πάθος τοῦ ψεύδους.
  116. Γιὰ νὰ διατηροῦν ἀγάπη καὶ ὁμόνοια οἱ οἰκογένειες καὶ νὰ δοξολογοῦν τὸ Θεό.
  117. Γιὰ νὰ ταπεινώσει ὁ Θεὸς τοὺς βαρβάρους, ὅταν κυκλώνουν τὸ χωριὸ καὶ τὸ ἀπειλοῦν, καὶ νὰ ἀνατρέψει τὶς κακὲς διαθέσεις τους.
  118. Γιὰ νὰ πατάξει ὁ Θεὸς τοὺς βαρβάρους, καὶ νὰ ταπεινώσει τὴν δράση τους, ὅταν σφάζουν ἀθῶα γυναικόπαιδα.
  119. Γιὰ νὰ δίνει ὑπομονὴ καὶ ἀνεκτικότητα ὁ Θεὸς στοὺς ἀνθρώπους, ποὺ εἶναι ἀναγκασμένοι νὰ παρευρίσκονται μὲ δόλιους καὶ ἄδικους ἀνθρώπους.
  120. Γιὰ νὰ προστατεύσει ὁ Θεὸς τοὺς σκλάβους ἀπὸ τὰ ἐχθρικὰ χέρια, νὰ μὴν τοὺς κακοποιήσουν μέχρι νὰ ἐλευθερωθοῦν.
  121. Γιὰ νὰ θεραπεύσει ὁ Θεὸς τοὺς ἀνθρώπους, ποὺ πάσχουν ἀπὸ βασκανία.
  122. Γιὰ νὰ δώσει ὁ Θεὸς τὸ φῶς στοὺς τυφλοὺς καὶ νὰ θεραπεύσει τὰ πονεμένα μάτια.
  123. Γιὰ νὰ φυλάξει ὁ Θεὸς τοὺς ἀνθρώπους ἀπὸ τὰ φίδια, νὰ μὴν τοὺς δαγκώσουν.
  124. Γιὰ νὰ προφυλάξει ὁ Θεὸς τὰ κτήματα τῶν δικαίων ἀνθρώπων ἀπὸ τοὺς κακοὺς ἀνθρώπους.
  125. Γιὰ νὰ θεραπεύσει ὁ Θεὸς τοὺς ἀνθρώπους, ποὺ πάσχουν ἀπὸ συνεχεῖς πονοκεφάλους.
  126. Γιὰ νὰ εἰρηνεύσει ὁ Θεὸς τὴν οἰκογένεια, ὅταν μαλώνουν.
  127. Γιὰ νὰ μὴν πλησιάσει ἡ κακία τοῦ ἐχθροῦ ποτὲ στὰ σπίτια καὶ νὰ ἐπικρατήσει ἡ εἰρήνη καὶ ἡ εὐλογία τοῦ Θεοῦ στὴν οἰκογένεια.
  128. Γιὰ νὰ θεραπεύσει ὁ Θεὸς τοὺς ἀνθρώπους ποὺ πάσχουν ἀπὸ ἡμικρανία, πονοκεφάλους καὶ νὰ ἐλεήσει τοὺς σκληρόκαρδους καὶ ἀδιάκριτους ἀνθρώπους, ποὺ στενοχωροῦν τοὺς εὐαίσθητους.
  129. Γιὰ νὰ δώσει ὁ Θεὸς θάρρος καὶ ἐλπίδα στοὺς ἀρχάριους, γιὰ νὰ μὴ δυσκολεύονται στὴ δουλειά τους.
  130. Γιὰ νὰ δώσει ὁ Θεὸς μετάνοια καὶ παρηγοριὰ μὲ ἐλπίδα στοὺς ἀνθρώπους, γιὰ νὰ σωθοῦν.
  131. Γιὰ νὰ λυπηθεῖ ὁ Θεὸς τὸν κόσμο, ὅταν ἐξ ἁμαρτιῶν μας γίνονται συνεχεῖς πόλεμοι.
  132. Γιὰ νὰ φυλάξει ὁ Θεὸς τὰ ἔθνη νὰ συμφιλιωθοῦν καὶ νὰ εἰρηνεύουν οἱ ἄνθρωποι.
  133. Γιὰ νὰ φυλάξει ὁ Θεὸς τοὺς ἀνθρώπους ἀπὸ κάθε κίνδυνο.
  134. Γιὰ νὰ συγκεντρώνονται οἱ ἄνθρωποι τὴν ὥρα τῆς προσευχῆς καὶ νὰ ἑνώνεται ὁ νοῦς τους μὲ τὸ Θεό.
  135. Γιὰ νὰ προστατέψει ὁ Θεὸς τοὺς πρόσφυγες, ὅταν ἐγκαταλείπουν τὰ σπίτια τους καὶ φεύγουν, γιὰ νὰ σωθοῦν ἀπ᾿ τοὺς βαρβάρους.
  136. Γιὰ νὰ σταθεροποιήσει ὁ Θεὸς τὸν ἄνθρωπο, ποὺ ἔχει ἄστατο χαρακτῆρα.
  137. Γιὰ νὰ φωτίζει ὁ Θεὸς τοὺς ἄρχοντες τοῦ τόπου, γιὰ νὰ βρίσκουν κατανόηση οἱ ἄνθρωποι στὰ αἰτήματά τους.
  138. Γιὰ νὰ πάψει ὁ διάβολος νὰ πειράζει τοὺς εὐαίσθητους ἀνθρώπους μὲ βλάσφημους λογισμούς.
  139. Γιὰ νὰ ἡμερέψει ὁ Θεὸς τὸν δύστροπο οἰκογενειάρχη, ποὺ ταλαιπωρεῖ ὁλόκληρη τὴν οἰκογένεια.
  140. Γιὰ νὰ ἡμερέψει Θεὸς τὸν βάρβαρο ἄρχοντα τοῦ τόπου, ποὺ βασανίζει τοὺς συνανθρώπους του.
  141. Γιὰ νὰ ἡμερέψει ὁ Θεὸς τὸν ἐπαναστάτη, ποὺ κάνει κακό· καὶ Κούρδης ἐὰν εἶναι, γίνεται ἀρνί.
  142. Γιὰ νὰ προστατέψει ὁ Θεὸς τὴν μητέρα στὸν καιρὸ τῆς ἐγκυμοσύνης, νὰ μὴν ἀποβάλει.
  143. Γιὰ νὰ καταπραΰνει ὁ Θεὸς τὸν ἀναστατωμένο λαό, νὰ μὴν γίνει ἐμφύλιος πόλεμος.
  144. Γιὰ νὰ εὐλογήσει ὁ Θεὸς τὶς ἐργασίες τῶν ἀνθρώπων, γιὰ νὰ εἶναι εὐάρεστες στὸν Θεό.
  145. Γιὰ νὰ σταματήσει ὁ Θεὸς τὶς αἱμορραγίες τῶν ἀνθρώπων.
  146. Γιὰ νὰ θεραπεύσει ὁ Θεὸς τοὺς ἀνθρώπους, ποὺ ἔχουν κτυπηθεῖ καὶ πληγωθεῖ στὶς σιαγόνες ἀπὸ κακοὺς ἀνθρώπους.
  147. Γιὰ νὰ ἡμερέψει ὁ Θεὸς τὰ ἄγρια ζῷα τοῦ βουνοῦ, γιὰ νὰ μὴν κάνουν κακὸ στοὺς ἀνθρώπους καὶ ζημιὲς στὰ σπαρτά.
  148. Γιὰ νὰ κάνει καιρὸ εὐνοϊκὸ ὁ Θεός, γιὰ νὰ ἔχουν ἀφθονία εἰσοδημάτων οἱ ἄνθρωποι καὶ νὰ δοξάζουν τὸν Θεό. (Τέλος ἑρμηνειῶν τοῦ ὁσίου Ἀρσενίου)
  149. Ἀπὸ εὐγνωμοσύνη καὶ εὐχαριστία στὸν Θεὸ γιὰ τὶς μεγάλες του καλοσύνες καὶ γιὰ τὴν πολλή του ἀγάπη, ποὺ δὲν ἔχει ὅρια, καὶ μᾶς ἀνέχεται. (Τοῦ Γέροντα)
  150. Γιὰ νὰ δώσει ὁ Θεὸς χαρὰ καὶ παρηγοριὰ στοὺς θλιμμένους ἀδελφούς μας, ποὺ βρίσκονται στὴν ξενιτιὰ καὶ στοὺς κεκοιμημένους ἀδελφούς μας, ποὺ βρίσκονται στὴν πιὸ μακρινὴ ξενιτιά. (Τοῦ Γέροντα)

ΤΑΦΗ Η ΚΑΥΣΗ;

π. Γεώργιος Μεταλληνός - Ταφὴ ἢ καύση;




Ἡ ταφὴ τῶν νεκρῶν εἶναι δομικὸ στοιχεῖο τοῦ ἑλληνορθόδοξου πολιτισμοῦ καὶ θεμελιώδης πρακτικὴ τῆς Ὀρθοδόξου παραδόσεως. Ἱστορικὰ ἀποδεικνύεται πεπλανημένη καὶ κυρίως παραπειστικὴ ἢ θέση, ὅτι ἡ ταφὴ συνδέεται μὲ τὸν ἑβραϊκὸ πολιτισμό, ἐνῶ ἡ καύση μὲ τὸν ἑλληνικό. Τὸ ὀρθὸ ἱστορικὰ εἶναι, ὅτι ὑπῆρχαν περιπτώσεις καύσεως τῶν νεκρῶν στὴν ἑλληνικὴ ἀρχαιότητα, ἀλλὰ ὁ κανόνας ἦταν ἡ ταφή τους. Κλασσικὲς ἀποδείξεις: ὁ τύμβος τοῦ Μαραθῶνος, τὰ πάμπολλα ταφικὰ εὑρήματα (σκελετοὺς ἀνακαλύπτουμε) ὡς σήμερα, ὁ ἐπιτάφιος τοῦ Περικλέους (περιεφέρετο κλίνη κενὴ γιὰ τοὺς μὴ ταφέντες στὸν πόλεμο), στοὺς τάφους τῶν Μυκηνῶν ἀνακαλύπτουμε σκελετούς, ὁ ἀββᾶς Σισώης εἶδε τὸν 4ο μ.Χ. αἰώνα τὸ λείψανο (σκελετὸ) τοῦ Μ. Ἀλεξάνδρου καὶ τὸ κλασσικότερο παράδειγμα ἡ τραγωδία τοῦ Σοφοκλέους «Ἀντιγόνη», ποὺ ἔθαψε τὸν «προδότη», κατὰ τὸν Κρέοντα, ἀδελφό της (ἦταν ἐξευτελισμὸς ἡ μὴ ταφὴ τοῦ ἀνθρώπου καὶ ἐπιβαλλόμενη ποινὴ γιὰ τοὺς προδότες).

Ἡ καύση συνδέεται παντοῦ (Ἑλλάδα, Ἀνατολὴ καὶ Δύση) μὲ ὑποτίμηση τοῦ σώματος καὶ θεώρησή του ὡς κακοῦ καί, τελικά, περιφρόνησή του. Χριστιανικὰ τὸ σῶμα γίνεται «ναός» τοῦ Θεοῦ, θεώνεται κατὰ χάριν μαζὶ μὲ τὴν ψυχὴ («τὸ συναμφότερον») καὶ συνδοξάζεται. Γι᾿ αὐτὸ ὁ Χριστὸς ἐτάφη καὶ ἔκτοτε ὅλοι οἱ Χριστιανοί, Ἅγιοι καὶ μή, ἀπὸ τὸν Πρόδρομο καὶ τὸν Στέφανο ὡς σήμερα. Μέσῳ τῆς ταφῆς σώθηκαν τὰ ἄφθαρτα καὶ ἀκέραια λείψανα τῶν Ἁγίων (ὡς οἱ ἅγιοι Σπυρίδων, Διονύσιος, Γεράσιμος κ.λ.π.), φανερώσεις τῆς θεώσεως. Ἡ Νεκρώσιμος Ἀκολουθία, ἀπὸ τὰ σημαντικότερα κείμενα τῆς παγκοσμίου φιλολογίας, ἀναπτύσσει θεολογικά τη φυσικὴ λύση τοῦ ἀνθρωπίνου σώματος, ὅπως φυσικὴ (χάριτι Θεοῦ) εἶναι καὶ ἡ σύστασή του ἀπὸ τὸ «μὴ Εἶναι» στὸ «Εἶναι» (ἀπὸ τὴν ἀνυπαρξία στὴν ὕπαρξη).

Χριστιανικὰ ἡ ἀστασίαστη ἐπὶ 20 αἰῶνες ταφὴ (μιλῶ γιὰ τὴν Ὀρθοδοξία) εἶναι, παρὰ τὶς δηλώσεις τῶν μοντεριζόντων θεολόγων, «δόγμα» (διδασκαλία) πίστεως. Ἀνήκει δέ, στὰ κατὰ τὸν Μ. Βασίλειο «ἄγραφα» τῆς πίστεως, ὅπως τὸ σημεῖον τοῦ σταυροῦ, ἡ στροφὴ τῶν ναῶν κατ᾿ ἀνατολάς, ἡ τριπλὴ κατάδυση καὶ ἀνάδυση στὸ Βάπτισμα κ.π.ἄ., ποὺ δὲν διετυπώθησαν γραπτῶς ποτὲ καὶ ἐν τούτοις εἶναι μόνιμη καὶ ἀπαρασάλευτη ὁμολογία τοῦ Ὀρθοδόξου Σώματος, ἔχουν δὲ «τὴν αὐτὴν ἰσχὺν πρὸς τὴν εὐσέβειαν». Τὸ ἴδιο καὶ ἡ ταφή. Κανεὶς θεολόγος, ὅσο «σπουδαῖος» καὶ ἂν φαίνεται, δὲν μπορεῖ νὰ γίνει κανόνας πίστεως, παρὰ μόνο ἡ πράξη τῶν Ἁγίων μας, ὅπως ὁ Μ. Βασίλειος.

Πιστεύω ὅμως, ὅτι ὁ ἰσχυρότερος λόγος, γιὰ νὰ μείνουμε στὴν παράδοση τῆς ταφῆς οἱ σημερινοὶ Ἕλληνες, εἶναι ὁ πολιτιστικός. Ἡ ταφὴ εἶναι ἀστασίαστο συστατικὸ τοῦ πολιτισμοῦ μας.Πολιτισμὸς δέ, εἶναι ἡ πραγμάτωση χωροχρονικὰ τῆς ψυχῆς μας. Ὅσοι, μέσα ἀπὸ βουδισμοὺς καὶ ἰνδουϊσμοὺς ἢ ὅ,τι ἄλλο, οἰκοδόμησαν μέσα τοὺς ἄλλη συνείδηση, δὲν μποροῦν νὰ ἐπιβάλλουν τὴν ἄποψή τους στοὺς πολλούς, διότι αὐτὸ θὰ εἶναι ὄντως «φασιστική» καὶ μὴ δημοκρατικὴ στάση. Θὰ ἔλεγα μάλιστα, ὅτι αὐτὸ ἰσχύει ὄχι μόνο μὲ τὴν ταφὴ τῶν νεκρῶν μας, ποὺ συνδέθηκε μὲ τόσες πρακτικὲς καὶ ἔθιμα τοῦ λαοῦ μας (καρδιὰ τοῦ πολιτισμοῦ μας βάπτιση, γάμος, κηδεία - ὑπαρξιακὰ γεγονότα τῆς ζωῆς), ἀλλὰ καὶ μὲ φαινομενικὰ ἀσήμαντα στοιχεῖα, ὅπως λ.χ. τὸ σουβλάκι, τὸ κοκορέτσι, ἡ ρετσίνα κ.τ.ὁ. Οἱ Εὐρωπαῖοι Ἑταῖροι μας θέλουν ἕνα - ἕνα νὰ μᾶς καταργήσουν (π.χ. τὸ κοκορέτσι), γιὰ νὰ τρῶμε γερμανικὰ «χάμπουργκερ» καὶ νὰ πίνουμε ζεστὴ μπύρα Βαυαρίας. Αὐτό, ὅσο καὶ ἂν φαίνεται ἀστεῖο, ἀποκαλύπτει τὴ μόνιμη πρόεση κάποιων δικῶν μας, 2-3 αἰῶνες τώρα, νὰ μεταστοῦμε («ἐκ -στάση») σὲ ἄλλη ἱστορικὴ σάρκα, διότι ντρεπόμεθα γιὰ τὴ δική μας πολιτισμικὴ σάρκα. Νὰ γίνουμε κάτι ἄλλο. Καὶ ξέρουν πολὺ καλὰ ὅτι «βγάλε-βάλε», δὲν θὰ μείνει τίποτε, πνευματικὸ ἢ βιοτικό, ποὺ νὰ κρατεῖ τὴν ἑλληνική μας ταυτότητα. Αὐτὸ εἶναι τὸ ὑπ᾿ ἀριθμὸν 1 πρόβλημα καὶ μὲ τὴν ἐπιβολὴ τυχὸν τῆς καύσεως. Πορεία πρὸς τὴν πολιτική μας ἀποσύνθεση. Ὁ μεγάλος λαογράφος μας, καθηγητὴς Δημ. Λουκᾶτος, ἔχει δηλώσει: «Δὲν ἔχουν ἴσως τὰ λείψανα τῶν νεκρῶν τὴν ἀνάγκη μας, ἐμεῖς ὅμως τὴν ἔχουμε πολύ. Τὸ κάψιμο θὰ ἦταν ἕνας πλήρης ἀφανισμὸς μιᾶς ζωντανῆς συνέχειας καὶ μιᾶς ἐπικοινωνίας, ποὺ τὴ θέλουμε»!

Ὑπάρχει λύση στὸ προβλεπόμενο «πρόβλημα» (ἐδῶ ἔχουμε καπιταλιστικὴ δημιουργία προβλήματος ἐκεῖ ποὺ θὰ μποροῦσε νὰ ΜΗΝ ὑπάρχει) : Ἤδη ἡ ἑλληνικὴ δικαιοσύνη, πρόσφτατα, ἔχει ἀποφανθεῖ: «ἡ καθιέρωση τῆς καύσης τῶν νεκρῶν ἀντιβαίνει στὴ δημόσια τάξη καὶ στὰ χρηστὰ ἤθη» («Τὰ Νέα», 5.11.1992). Ἡ Ἱ. Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος δυὸ φορές, ἐπίσημα, ἔχει ἐκδηλώσει, ὅτι «ἡ καύση ἀντίκειται στὰ θέσμια τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλήσιας». Ἄν, ὑπάρχει οὐσιαστικὸ πρόβλημα, αὐτὸ τὸ δημιούργησε ὁ συνωστισμός μας στὴν πρωτεύουσα. Ἄν, λοιπόν, γνωρίζουμε τί σημαίνει πολιτικὴ ταυτότητα καὶ ἔχουμε τὴ διάθεδη νὰ τὴ σώσουμε, θὰ ἐνισχύσουμε κινήσεις, ὅπως οἱ ἀκόλουθες: δημιουργία νέων νεκροταφείων (κοιμητηρίων) ἐκτὸς τῶν κατοικημένων περιοχῶν - μεταφορὰ τῶν νεκρῶν μας στὶς ἐπαρχίες μας, στὴ γενέτειρα γῆ. Τὸ οἰκονομικὸ ἐπιχείρημα ἀποδεικνύεται σαθρό, ἀφοῦ ἡ καύση ἀπαιτεῖ τεράστια ἔξοδα (ἤδη ὑπάρχουν δημόσιες τοποθετήσεις σ᾿ αὐτὸ π.χ. «Τὰ Νέα», 5.11.1992). Ἂς ἀφήσουμε δὲ τοὺς κινδύνους μολύνσεως ἀπὸ τὰ κρεματόρια, γιὰ τοὺς ὁποίους ἔχουν γραφεῖ πολλὰ στὸ Ἐξωτερικό.

Μία πρώτη, καὶ μάλιστα πολὺ φθηνὴ λύση, εἶναι ἡ ὄντως «δημοκρατική». Νὰ παύσει τὸ ἐμπόριο ταφῶν ἀπὸ τοὺς Δήμους. Δὲν μπορεῖ μέσα σὲ μιὰ εὐνοούμενη χώρα ἄλλοι νὰ διαθέτουν τεράστιους τάφους, διότι εἶναι πλούσιοι, καὶ οἱ φτωχοὶ νὰ καιγόμαστε (...καὶ πεθαμένοι). Προτείνουμε κανονικὴ ταφὴ ΟΛΩΝ καὶ συγκέντωση τῶν ὀστῶν σὲ μικρὲς λειψανοθῆκες, σὲ ἀλλεπάλληλα ἐπίπεδα, ὅπως λ.χ. στὸ Κοιμητήριο τοῦ Δήμου Ζωγράφου. Ἀλλ᾿ αὐτὸ ἰσχύει γιὰ ΟΛΟΥΣ! Εἶναι εὐνόητο πόσος χῶρος ἐξοικονομεῖται.

Ἡ δημοκρατικὴ συνείδηση ἐπιβάλλει, βέβαια, νὰ δεχθοῦμε τὴν ἐλεύθερη ἐπιλογὴ καύσεως ἀπὸ τοὺς μὴ ἑλληνορθόδοξα φρονοῦντες καὶ σκεπτόμενους. Ὄχι ὅμως νὰ τὴν ἐπιβάλουμε καὶ σ᾿ ὅσους τὴν ἀρνιοῦνται. Περιττὸ νὰ πῶ, ὅτι εἶναι ἀδιανόητο συνειδητὸς ὀρθόδοξος ἕλληνας νὰ ἐπιλέξει τὴν καύση.

Θὰ ἔλεγα, μάλιστα, καὶ ὁ εὐρύτερα χριστιανός. Ὅσοι ζητοῦν τὴν ἐπιβολὴ (ἰδοὺ ἡ δημοκρατικότητά τους) τῆς καύσεως, εἰς βάρος τῆς ἐθνικῆς μας παραδόσεως ἀνήκουν στοὺς «ἐκτός», ποὺ ὅμως θέλουν νὰ νομοθετοῦν ...δημοκρατικότατα καὶ γιὰ τοὺς «ἐντός». Ἐπειδὴ δὲ κάποιοι ἐπικαλοῦνται τὸ παράδειγμα τῆς Μαρίας Κάλλας, δηλώνω ὅτι οὔτε ἡ μακαρίτισσα ἀοιδός, οὔτε ὁ μακαρίτης Δημήτρης Μητρόπουλος, ποὺ προηγήθηκε (1960), εἶναι μέτρα πίστεως καὶ ἑλληνορθοδόξου συνειδήσεως. Ἄλλο ἡ τιμὴ στὴν προσφορὰ τῶν προσώπων καὶ ἄλλο ἡ μίμηση τῶν ἐπιλογῶν τους.


ΤΟ 21 ΚΑΙ ΟΙ ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ ΤΟΥ

π. Γεώργιος Μεταλληνός - Τὸ ῾21 καὶ οἱ Συντελεστές του

Ἑλληνισμὸς Μαχόμενος, Ἐκδόσεις Τῆνος, Ἀθήνα 1995 (ἀπόσπασμα)

Ἀμφισβητήσεις καὶ ἐπακριβώσεις

Ἕνα ἀπὸ τὰ φοβερότερα ἀνοσιουργήματα στὸ χῶρο τῆς Ἱστορίας-αὐτόχρημα ἀναιρετικὸ τῆς ἱστορικῆς ἐπιστήμης- εἶναι ἡ ἰδεολογικὴ ἑρμηνεία καὶ χρήση τῶν ἱστορικῶν δεδομένων. Τότε ὁ Ἱστορικὸς δὲν κάνει ἐπιστήμη (ἀπροκατάληπτη δηλαδὴ καὶ ἐλεύθερη ἔρευνα), ἀλλὰ πολιτική. Ἕνα δὲ ἀπὸ τὰ ἱστορικὰ γεγονότα, πρωταρχικῆς γιὰ τὸν Ἑλληνισμὸ σημασίας, ποὺ δεινοπαθεῖ ἰδιαίτερα ἀπὸ τὴν ἰδεολογικοποιημένη ἱστορία, εἶναι τὸ 1821, ἡ Μεγάλη Ἐπανάσταση τοῦ Ἑλληνικοῦ Γένους/Ἔθνους καὶ ὁ ἀληθινὸς χαρακτήρας της. Τὸ ῾21 σηματοδοτεῖ τὴν ἀρχὴ τοῦ Ἑλληνικοῦ Κράτους καὶ γι᾿ αὐτὸ ὅλες οἱ ἰδεολογίες ζητοῦν νὰ τὸ παρουσιάσουν ὡς δικό τους, νὰ σφετερισθοῦν τὴ δόξα του.
Μια ὁμάδα ἐρευνητῶν προσεγγίζουν τὸ ῾21 μὲ ἕνα πνεῦμα ἀμφισβητήσεως καὶ διάθεση ἀπορριπτικὴ γιὰ κοινωνικὲς ὁμάδες, ποὺ καταλέγονται στοὺς συντελεστές του. Γι᾿ αὐτοὺς τὸ ῾21 εἶναι «σημεῖον ἀντιλεγόμενον (Λουκ.2,34) καὶ ζητοῦν τὴν ἀπομύθευσή του, στὰ πλαίσια τοῦ γνωστοῦ αἰτήματος «νὰ ξαναγραφεῖ ἡ ἱστορία». Διατυπώθηκαν μάλιστα θέσεις, ποὺ ἐπαναλαμβάνονται αὐτούσιες ἀπὸ τοὺς συνεχιστές τους, ἰδιαίτερα στὸ χῶρο τῆς παιδείας καὶ τῆς ἀνεύθυνης (ὑπάρχει καὶ τέτοια) δημοσιογραφίας. Κυρίως πολεμεῖται ἡ θέση τοῦ «ἀνωτέρου» (λεγομένου) Κλήρου(1) στὸν Ἀγώνα καὶ ἀμφισβητεῖται γενικότερα ὁ ρόλος τοῦ Ῥάσου σ᾿ αὐτόν. Ἐπισημαίνονται προδοσίες, χαρακτηρίζονται προδότες, ἐλέγχονται συμπεριφορές, ἀμφισβητεῖται ἡ προσφορά. Τὰ «ἐπιχειρήματα» ὅμως περιορίζονται συνήθως σὲ ὡραιολογίες καὶ ἀνέρειστες γενικεύσεις ἢ γλωσσικὰ πυροτεχνήματα χωρὶς τεκμηρίωση. Ἡ ἰδεολογικοποιημένη αὐτὴ «ἱστορικὴ ἑρμηνεία» ἀναπαράγεται, συνεχῶς, καὶ παρασύρει τοὺς ἀδύνατους καὶ ἀνίκανους νὰ ἐπιχειρήσουν αὐτοδιαπιστώσεις. Ἰδιαίτερα δὲ στὸ χῶρο τῆς παιδείας τὸ θύμα παρόμοιων ἰδεολογημάτων εἶναι ἡ Νεολαία, ποὺ ὁδηγεῖται στὴν ἀμφισβήτηση καὶ τὴν ἄρνηση, πρὶν ἀκόμη γνωρίσει τὴν ἱστορικὴ ἀλήθεια.
Ἀνταποκρινόμενος στὴν παράκληση τῶν ὀργανωτῶν αὐτῆς τῆς πανηγυρικῆς συνάξεως, θὰ προσπαθήσω νὰ ἀπαντήσω στὰ ἐρωτήματα: Ποιὰ ἡ συμβολὴ τοῦ Κλήρου στὸν Ἀγώνα; Ὠφέλησε ἢ ἔβλαψε τὸ Γένος; Ποιὰ ἡ συμμετοχὴ τοῦ γενικότερα στὴν ἀνάσταση τοῦ Γένους; Στάθηκε στὸ πλευρό του ἣ ἀδιαφόρησε; Μποροῦμε νὰ μιλοῦμε γιὰ ἀντίδραση ἢ ἀδιαφορία; Θὰ προσεγγίσουμε τὰ ἐρωτήματα αὐτὰ μέσα ἀπὸ τὶς ἱστορικὲς μαρτυρίες, ἐλέγχοντας τὴ στάση τοῦ Κλήρου κατὰ τὴν πορεία πρὸς τὸν Ἀγώνα καὶ κατὰ τὴ διεξαγωγή του. Σκοπός μας δὲν εἶναι μία (ἀνώφελη καὶ προκλητική) ἀπολογητικὴ ὑπὲρ τοῦ Κλήρου -τότε θὰ ἴσχυε τὸ ἀρχαῖο: «τὸ τὰς ἰδίας εὐεργεσίας ὑπομιμνήσκειν τινὶ ἴδιον τῷ ὑβρίζειν»- ἀλλὰ ἡ ἀντικειμενική, κατὰ τὸ δυνατόν, ἑρμηνεία.

1. Τὸ δiλημμα «συνύπαρξη ἢ ἀντίσταση» καὶ ἡ δυναμική του (2).

Μετὰ τὴν ἅλωση (1453) τὸ Γένος ὁλόκληρο διχάσθηκε στὴ στάση του ἀπέναντι στὸν κατακτητή. Δυὸ τάσεις διαμορφώθηκαν: ὁ συμβιβασμὸς μὲ τὴ νέα κατάσταση, κινούμενος ἀνάμεσα στὴ μοιρολατρία καὶ τὴν ἐλπίδα ἀποκαταστάσεως, ἢ ἡ δυναμικὴ ἀντίσταση μὲ κάθε δυνατὸ μέσο. Τὴν πρώτη τάση ἐκπροσωποῦσαν οἱ ἀντιδυτικοὶ ἢ ἀνθενωτικοί, ἐνῷ τὴ δεύτερη οἱ ἑνωτικοὶ καὶ φιλοδυτικοί. Ἡ διάσταση ἑνωτικῶν-ἀνθενωτικῶν προϋπῆρχε φυσικὰ τῆς ἁλώσεως, διότι οἱ δυὸ παρατάξεις διαμορφώθηκαν ἀμέσως μετὰ τὸ τελικὸ σχίσμα Ἀνατολῆς-Δύσεως (1054). Ἡ ἀντιλατινική-ἀντιφραγκικὴ πλευρὰ ἦταν ἡ πολυπληθέστερη καὶ ἰσχυρότερη, διότι τὴν συντηροῦσε ἡ μόνιμη-ἀπόδειξη τὸ 1204 - φραγκικὴ ἐπιβουλὴ ἀπέναντι στὴν Ὀρθόδοξη-Ῥωμαίικη Ἀνατολή. Στοὺς φιλοδυτικοὺς καταλέγονταν κυρίως διανοούμενοι καὶ πολιτικοί. Οi πρῶτοι, διότι ταυτίζονταν στὶς θεωρητικὲς ἀναζητήσεις τους μὲ τοὺς δυτικοὺς διανοουμένους (ἐνδοκοσμικὴ ἐσχατολογία), ἐνῷ οἱ δεύτεροι καὶ διὰ λόγους σκοπιμότητας (προσδοκία βοήθειας). Μὲ τὴν ἀλληλοπεριχώρηση θεολογίας καὶ πολιτικῆς, βασικὸ γνώρισμα τῆς Ῥωμανίας («Βυζαντίου»), ἡ σύγκρουση τῶν δυὸ παρατάξεων δὲν ἔμεινε στὸ θεωρητικὸ ἐπίπεδο, ἀλλ᾿ ἐπηρέασε ὅλο τὸ φάσμα τῆς ζωῆς.
Συνείδηση τῶν ἀνθενωτικῶν ἦταν, ὅτι τὴν Ὀρθόδοξη-Ῥωμαίικη ταυτότητα (ποὺ γιὰ τὸ Γένος ἦταν καὶ ἐθνική) δὲν τὴν ἀπειλοῦσαν τόσο οἱ Ὀθωμανοί, ὅσο οἱ Φράγκοι. Ἡ πίστη, ὄχι ὡς θρησκευτικὴ ἰδεολογία, ἀλλ᾿ ὡς θεραπευτική της ὑπάρξεως καὶ μέθοδος θεώσεως-σωτηρίας, θὰ ἔχει πάντοτε στὴν ἡσυχαστικὴ παράδοση καὶ τὰ ἐπηρεαζόμενα ἀπ᾿ αὐτὴν πλατειὰ λαϊκὰ στρώματα πρωταρχικὴ σημασία. Αὐτὴ τὴ συνείδηση κωδικοποιεῖ καὶ ἐπαναδιατυπώνει τὸν 18ο αἰώνα ὁ μεγάλος ἀπόστολος τοῦ δούλου Γένους, ὁ ἅγιος Κοσμᾶς Αἰτωλός: «Καὶ διατὶ δὲν ἤφερεν ὁ Θεὸς ἄλλον βασιλέα, ποὺ ἦταν τόσα ρηγάτα ἐδῶ κοντὰ νὰ τοὺς τὸ δώση, μόνον ἤφερε τὸν Τοῦρκον, μέσαθεν ἀπὸ τὴν Κόκκινην Μηλιὰν καὶ τοῦ τὸ ἐχάρισε; Ἤξερεν ὁ Θεός, πὼς τὰ ἄλλα ρηγάτα μᾶς βλάπτουν εἰς τὴν πίστιν, καὶ (=ἐνῷ) ὁ Τοῦρκος δὲν μᾶς βλάπτει. Ἄσπρα (=χρήματα) δῶσ᾿ του καὶ καβαλλίκευσέ τον ἀπὸ τὸ κεφάλι. Καὶ διὰ νὰ μὴ κολασθοῦμεν, τὸ ἔδωσε τοῦ Τούρκου, καὶ τὸν ἔχει ὁ Θεὸς τὸν Τοῦρκον ὡσὰν σκύλον νὰ μᾶς φυλάη...»(3). Ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ἔδινε, ἔτσι, ἀπάντηση στοὺς δυτικόφρονες - ἑνωτικούς, χωρὶς μάλιστα νὰ μπορεῖ νὰ κατηγορηθεῖ ὡς ἐχθρὸς τοῦ Λαοῦ ἢ σκοταδιστής. Μόνο ὅσοι ἔχουν ἐμπειρία τῆς ἡσυχαστικῆς παραδόσεως, ποὺ διασῴζεται στὶς λαϊκὲς πρακτικές, μποροῦν νὰ κατανοήσουν τὴ δυναμική της πίστεως μέχρι τὸν 19ο αἰώνα(4). Ἀντίθετα οἱ φιλενωτικοὶ ἦσαν πάντα πρόθυμοι νὰ μειοδοτήσουν στὸ θέμα τῆς πίστεως (δὲν ἦσαν λίγοι ἐκεῖνοι ποὺ προσχώρησαν στὸν παπισμό), διότι τὰ κριτήριά τους ἦταν προπάντων ἐνδοκοσμικὰ καὶ καιρικά. Οἱ δεύτεροι ἔρριχναν τὸ βάρος στὴν ἐξωτερικὴ ἐλευθερία. Παρ᾿ ὅλα αὐτά, πρέπει νὰ λεχθεῖ, ὅτι μολονότι ἡ πρώτη τάση διέσωσε τὴν ταυτότητα τοῦ Γένους, ἡ δεύτερη τὸ κράτησε σὲ μόνιμο ἐπαναστατικὸ βρασμό. Ἡ ἀντίθεσή τους, χωρὶς νὰ γίνεται ἀπὸ τότε αἰσθητό, λειτούργησε ὡς σύνθεση. Βέβαια, κατὰ τὸν γνωστὸ ἱστορικὸ Στῆβεν Ῥάνσιμαν, οἱ ἀνθενωτικοὶ δικαιώθηκαν, διότι μ᾿ αὐτοὺς «διατηρήθηκε ἡ ἀκεραιότητα τῆς Ἐκκλησίας καὶ μὲ αὐτὴν καὶ ἡ ἀκεραιότητα τοῦ Ἑλληνικοῦ λαοῦ»(5).
Ἡ πολιτικὴ τῆς συνυπάρξεως ἐκφραζόταν ὡς πολιτικὴ κατευνασμοῦ τοῦ κατακτητῆ καὶ περιορισμένης συνεργασίας καὶ τὴν ἐγκαινίασε, κατ᾿ ἀνάγκην, ὁ πρῶτος Γενάρχης, οἰκουμενικὸς Πατριάρχης Γεννάδιος Σχολάριος (1454). Ἡ στάση αὐτὴ στόχευε στὴν περίσωση τῶν δυνάμεων, ποὺ εἶχαν μείνει στὸ Γένος. Βέβαια, ἀπὸ τὸ φρόνημα τῶν προσώπων ἐξηρτάτο ἡ φύση καὶ ἡ ἔκταση ποὺ θὰ ἔπαιρνε αὐτὴ ἡ «συνεργασία». Ἡ στάση αὐτὴ ὅμως δικαιωνόταν ἱστορικά, διότι εἶχε ἐφαρμοσθεῖ ἤδη ἀπὸ τὴν ἀραβοκρατία (7ος αἰ.), ἄρα ὑπῆρχε μακρὰ πείρα, καὶ θεμελιωνόταν θεολογικὰ στὸ γνωστὸ παύλειο χωρίο τῆς Πρὸς Ῥωμαίους (13,1: «Πᾶσα ψυχὴ ἐξουσίαις ὑπερεχούσαις ὑποτασσέσθω. Οὐ γάρ ἐστιν ἐξουσία, εἰ μὴ ἀπὸ Θεοῦ...»), σὲ συνδυασμὸ βέβαια μὲ τὸ ἐπίσης ἀποστολικό: «πειθαρχεῖν δεῖ Θεῷ μᾶλλον ἢ ἀνθρώποις» (Πράξ. 5, 29). Ἡ ὑπακοὴ στὰ τυραννικὰ καθεστῶτα, ὄχι στοὺς τυράννους, ἔχει ὅρια («ἐν οἷς ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ μὴ ἐμποδίζηται», κατὰ τὸν Μ. Βασίλειο, P.G. 31, 860) καὶ δὲν νοεῖται ὀρθόδοξα ὡς «ταύτιση», ἀλλὰ ὡς μέτρο καιρικό, ὅταν δὲν ὑπάρχει ἄλλη (χριστιανικὰ δικαιωμένη) ἐπιλογή.
Βέβαια, στὸ σημεὶo αὐτὸ πρέπει νὰ ὑπογραμμισθεῖ ὅτι ὁ λόγος ἐδῶ ἀφορᾶ στὸ Ῥάσο στὸ σύνολό του καὶ ὄχι σὲ κάποια προσωπικὴ ἐπιλογή. Ἡ Ἐκκλησία, σὲ κάθε ἐποχή, ἔχει τὴν ἀποστολὴ τῆς Μάνας. Νὰ προφυλάσσει καὶ νὰ σῴζει τὸ ποίμνιό της. Κάθε δυναμικὴ στάση, ποὺ θὰ ὁδηγοῦσε σὲ ἀποτυχία καὶ καταστροφή, θὰ καταλογιζόταν πάντα ἐναντίον της,(6). Ἡ ἀνοχὴ καὶ διαλλακτικότητα τοῦ Κλήρου δὲν μπορεῖ νὰ ἑρμηνεύεται συλλογικὰ ὡς ἔνοχος συμβιβασμὸς καὶ ἐθελοδουλία, παρὰ μόνο στὶς περιπτώσεις ἐκεῖνες, στὶς ὁποῖες διακριβώνεται ἐσωτερικὴ ταύτιση μὲ τὸν κατακτητή. Ἀλλὰ τέτοιες περιπτώσεις ἐλεγχόμενης διαγωγῆς Κληρικῶν, ὑπῆρξαν σπανιότατες. Τὰ ἐκκλησιαστικὰ κείμενα, ἰδιαίτερα δὲ τὰ Πατριαρχικά, ἔχουν πάντα ἀνάγκη ἀποκρυπτογραφήσεως. Διότι σκοπὸς τοὺς ἦταν νὰ παραπλανήσουν τὴν Πύλη. Τὸ Πατριαρχεῖο ὡς Ἐθναρχία, ἔπρεπε νὰ φαίνεται πάντα ἄψογο ἀπέναντι στὴν Πύλη, ἀνεξάρτητα ἀπὸ τὶς πραγματικές του διαθέσεις. Οἱ συχνὲς θανατικὲς ἐκτελέσεις Πατριαρχῶν καὶ Μητροπολιτῶν ἀποδεικνύουν, πόσο μικρὴ ἦταν ἡ ἐμπιστοσύνη τῆς Πύλης ἀπέναντί τους καί, συνεπῶς, τὴν ὀρθότητα τῆς θέσεως αὐτῆς.
Ἡ πολιτικὴ ὅμως τῆς συνυπάρξεως εἶχε καὶ μία δυναμικὴ διάσταση. Τὴν πίστη στὴ δυνατότητα βαθμιαίας ὑποκαταστάσεως τῶν Ὀθωμανῶν στὴ διακυβέρνηση τοῦ Κράτους καὶ τὴ δημιουργία ἑνὸς «Ὀθωμανικοῦ Κράτους τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἔθνους». Κατὰ τὴν ἄποψη αὐτὴ ἡ ἀνάσταση τοῦ Ῥωμαίικου (τῆς Ῥωμανίας/«Βυζαντίου») θὰ ἐρχόταν χωρὶς ἐπανάσταση, ἀλλὰ μὲ τὴ βαθμιαία διάβρωση τοῦ κράτους καὶ τὴν ἀθόρυβη μεταλλαγή του. Ἡ ἐπανάσταση τῶν Νεοτούρκων (1908) καὶ ἡ ἐπικράτηση τοῦ ἐθνικιστικοῦ φανατισμοῦ στὴν Ὀθωμανικὴ Αὐτοκρατορία ἀποσκοποῦσε ἀκριβῶς στὴν ἐπίσχεση τῶν Ῥωμηῶν (καὶ τῶν Ἀρμενίων) στὴ συνεχῶς αὐξανόμενη συμμετοχή τους στὸν κρατικὸ μηχανισμό. Καὶ αὐτὸ δικαιώνει τὴ φαναριώτικη πολιτική. Ἡ πολιτικὴ αὐτὴ τῆς πρόσκαιρης «συνεργασίας» μπόρεσε νὰ βελτιώσει τὴ θέση τοῦ ὑπόδουλου Γένους, μὲ τὴν ἀνάπτυξη τῆς αὐτοδιοικήσεως στὶς κοινότητες καὶ τὴν ἀνάδειξη στελεχῶν μιᾶς ἑλληνικῆς πολιτικῆς ἡγεσίας.
Πρόσφατα διατυπώθηκε ἡ ἄποψη, ὅτι «ἡ Ἐκκλησία ἑδραίωσε ὅλη της τὴν ἐπιρροή, ὥστε νὰ ἀποθαρρύνει τὶς ἐξεγέρσεις τῶν Ὀρθοδόξων κατὰ τῆς κυβέρνησης τοῦ Σουλτάνου(6α). Μολονότι ἡ διάθεση τοῦ συγγραφέα εἶναι θετικὴ ἀπέναντι στὴν Ὀρθόδοξη Ἐθναρχία, ἡ τοποθέτηση αὐτὴ δὲν ἐπιβεβαιώνεται ἀπὸ τὰ πράγματα. Ὁ ἐκκλησιαστικὸς χῶρος, σὲ ὅλο τοῦ τὸ φάσμα, δὲν ἔχει νὰ δείξει μόνο ἐκπροσώπους τῆς πολιτικῆς τῆς περιορισμένης συνεργασίας, ἀλλὰ καὶ στὴν πλευρὰ τῆς δυναμικῆς ἀντιστάσεως. Αὐτὸ εἶναι ἐνδεικτικὸ τῆς ἐλευθερίας στὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, σὲ θέματα ἐπιλογῶν τακτικῆς. Τὸν 16ο καὶ 17ο αἰώνα Πατριάρχες καὶ Μητροπολίτες ἔλαβαν ἀπροκάλυπτα μέρος σὲ ἐξεγέρσεις. Καὶ δὲν ἐπρόκειτο μόνο γιὰ φιλοδυτικούς, παρασυρόμενους ἀπὸ τὴ δυτικὴ προπαγάνδα, ἀφοῦ καὶ ἕνας ἡσυχαστὴς ἁγιορείτης, ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ «Γραικός» (l6ος αἰ.), ἐπιδίωξε νὰ ὑποκινήσει τοὺς Ῥώσους ἐναντίον τῶν Τούρκων.
Διαπίστωση ἀδιάψευστή της ἔρευνας εἴυαι, ὅτι δὲν ὑπάρχει ἐξέγερση τοῦ ὑποδούλου Γένους, στὴν ὁποία δὲν ἔπαιξαν ἐνεργὸ ρόλο Κληρικοὶ καὶ Μοναχοί. Μιὰ περιδιάβαση στὴν πολύτομη (καὶ πολύτιμη) «Ἱστορία τοῦ Νέου Ἑλληνισμοῦ» τοῦ καθηγητοῦ Ἀποστ. Βακαλόπουλου ἐπιβεβαιώνει τὴ θέση αὐτή. Καὶ δὲν ἦσαν λίγα τὰ ἐπαναστατικὰ κινήματα τοῦ δούλου Γένους(7). Περισσότερες ἀπὸ 70 εἶναι, κατὰ τὸν ὑπολογισμό μας, οἱ ἐξεγέρσεις καὶ τὰ ἐπαναστατικὰ κινήματα σ᾿ ὅλη τὴν περίοδο τῆς Τουρκοκρατίας, χωρὶς νὰ λαμβάνουμε ὑπόψη ἀνάλογες κινήσεις σὲ βενετοκρατούμενες περιοχές. Καὶ σ᾿ ὅλα πρωτοστατοῦν Κληρικοὶ κάθε βαθμοῦ καὶ Μοναχοί. Τὸ Ῥάσο γίνεται ἕνα εἶδος ἐπαναστατικοῦ λαβάρου καὶ σημαίας. Βέβαια, τὰ ἀποτυχημένα αὐτὰ ἐπαναστατικὰ κινήματα ἐπιτρέπουν καὶ κάποιες ἄλλες σημαντικὲς διαπιστώσεις: α) Τὸ Γένος δὲν συμβιβάσθηκε ποτὲ μὲ τὴν κατάσταση τῆς δουλείας καὶ δὲν ἔπαυσε νὰ πιστεύει στὴ δυνατότητα ἀποκαταστάσεώς του. β) Οἱ ἐπανειλημμένες ἀποτυχίες τῶν ἐπαναστατικῶν αὐτῶν κινημάτων δικαιολογοῦν, ἀλλὰ καὶ ἑρμηνεύουν συνάμα, τοὺς δισταγμοὺς τῶν Ἡγετῶν τοῦ Γένους τὸ 1821, ὅταν μάλιστα τὸ φόβο τῆς νέας τραγικῆς ἀποτυχίας τὸν ἐνίσχυε ἡ καταθλιπτικὴ παρουσία της «Ἱερᾶς Συμμαχίας» (ἀπὸ τὸ 1815). γ) Ἀποδεικνύεται τελείως ἀβάσιμο τὸ ἐπιχείρημα, ὅτι ὁ Διαφωτισμὸς καὶ ἰδίως ἡ Γαλλικὴ Ἐπανάσταση (1789) γέννησαν τὸ ῾21(8), ὅταν τὸ Γένος δὲν παύει στιγμὴ νὰ βρίσκεται σὲ ἐπαναστατικὸ βρασμό. Ἡ Γαλλικὴ Ἐπανάσταση ἦταν φυσικὸ νὰ ἐπιταχύνει τοὺς ρυθμοὺς καὶ νὰ ἐνθαρρύνει τὴν ἀστικὴ τάξη, ὄχι ὅμως καὶ νὰ προκαλέσει τὸν Ἀγώνα τοῦ ῾21, ὁ ὁποῖος δὲν εἶναι παρὰ ἕνας σταθμὸς στὴ μακραίωνη φιλελεύθερη πορεία τοῦ Γένους μας.
Ἡ μεγάλη ἀνθενωτικὴή-ἡσυχαστικὴ παράταξη, στὴν ὁποία ἀνῆκαν κατὰ κανόνα καὶ οἱ Πατριάρχες καὶ Μητροπολίτες, τὸ ἐθναρχικὸ δηλαδὴ σῶμα, ἔχει νὰ ἐπιδείξει καὶ μία σημαντικότερη ἀκόμη ἀντίσταση, ἀνταποκρινόμενη μάλιστα ἀπόλυτα στὸ πνεῦμα τῆς ὀρθοδόξου παραδόσεως. Εἶναι οἱ Νεομάρτυρες. Αὐτοὶ προέβαλαν τὴ συνεπέστερη γιὰ τὴν Ὀρθοδοξία καὶ ἀποτελεσματικότερη γιὰ τὸ Γένος ἀντίσταση, χωρὶς μάλιστα θυσίες ἄλλων, παρὰ μόνο τοῦ ἑαυτοῦ τους(9). Διότι, μὴ ξεχνᾶμε, τὸ πρόβλημα τῆς ἐκχύσεως τοῦ αἵματος τῶν ἄλλων, ἀκόμη καὶ σὲ περίπτωση «νόμιμης» ἄμυνας ἢ ἀπελευθερωτικῆς ἐξεγέρσεως, στὴν ἡσυχαστικὴ (αὐθεντικὴ δηλαδή) ὀρθόδοξη συνείδηση δὲν βρίσκει εὔκολα λύση. Οἱ Νεομάρτυρες ξαναζωντάνεψαν τὴν ἀρχαία χριστιανικὴ παράδοση τοῦ μαρτυρίου. Ἡ ὁμολογία τους ἀποσκοποῦσε στὴν ἔμπρακτη ἀπόρριψη τοῦ κατακτητῆ καὶ τὴν ἄμεση ἐπιβεβαίωση τῆς ὑπεροχῆς τῆς δικῆς τους πίστεως, ποὺ περιέκλειε συνάμα καὶ τὸν ἐθνισμό τους. Σ᾿ ὅλη τη μακρὰ δουλεία, ἀπέναντι στοὺς ἐξωμότες (ἐξισλαμισθέντες) ἢ καὶ τοὺς κρυπτοχριστιανούς, ποὺ ἀληθινὰ ἢ ὄχι κατέφασκαν τὴν ἰδεολογία τοῦ κατακτητῆ, στέκονταν οἱ δημόσιοι καταφρονητές της, οἱ Νεομάρτυρες, μόνιμη παρηγορία καὶ στήριγμα τῆς συνειδήσεως τῶν ὑποδούλων ἄδελφών τους. Οἱ Νεομάρτυρες ἐνσαρκώνουν μάλιστα πληρέστερα ἀπὸ τοὺς Ἐθνομάρτυρες τὴν ἑλληνορθόδοξη παράδοση, διότι διακρίνονται ὄχι μόνο γιὰ ἡρωϊσμό, ἀλλὰ γιὰ τὴν ἁγιότητα-πνευματικότητα, ποὺ ἀποδεικνυόταν μὲ τὰ θαύματα, ποὺ συνόδευαν τὸ μαρτύριό τους. Κίνητρό τους δὲν ἦταν τὸ μίσος, ἐναντίον τῶν κατακτητῶν, ἀλλὰ ἡ ἀγάπη γιὰ τὸν Χριστὸ καὶ τοὺς ἀνθρώπους, ἀκόμη καὶ τοὺς διῶκτες τους.
Σὲ τελευταία ὅμως ἀνάλυση οἱ στρατιὲς τῶν Νεομαρτύρων ἀποδεικνύουν τὴ συμμετοχὴ καὶ τοῦ Ῥάσου στὴν ἀντίστασή τους, ὅπως καὶ τὴν ἑνότητα τοῦ Γένους ἐναντίον τοῦ Τυράννου. Οἱ Νεομάρτυρες προετοιμάζονταν γιὰ τὴν ὁμολογία τους ἀπὸ τοὺς Πνευματικοὺς-Γέροντες (ἀνάμεσά τους καὶ Ἐπίσκοποι). Οἱ βίοι καὶ τὰ μαρτύρια τῶν Νεομαρτύρων κυκλοφοροῦνταν καὶ διαβάζονταν, εἴτε μεμονωμένα ἀπὸ τοὺς πιστούς, εἴτε στὶς μνῆμες τοὺς ὡς συναξάρια. Καὶ μόνο ἡ καθιέρωση τῆς τιμῆς τῆς μνήμης τῶν Νεομαρτύρων, ἀμέσως μετὰ τὴ θυσία τους, βεβαιώνει τη, σιωπηρὴ ἔστω (γιὰ εὐνόητους λόγους), κατάφαση ἀπὸ μέρους τοῦ Ἐθναρχικοῦ Κέντρου (τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου) τῆς θυσίας τους καὶ ἀναγνώριση τῆς σημασίας της γιὰ τὴ συνέχεια τοῦ Γένους.
Σ᾿ αὐτὴν ὅμως τὴ συνάφεια θὰ ἤθελα νὰ δηλώσω, ὅτι ἀκλόνητη πεποίθησή μου, θεμελιουμένη στὴ μελέτη τόσο τῆς τάσεως γιὰ περιορισμένη συνεργασία μὲ τὸν κατακτητή, ὅσο καὶ ἐκείνης γιὰ ἀντίσταση, εἶναι ἡ σύγκλιση τελικά, καὶ τῶν δυὸ πρὸς ἕνα κοινὸ στόχο: τὴν ἀποκατάσταση τοῦ Γένους. Ἡ διαφορὰ ἐντοπιζόταν στὸν τρόπο θεωρήσεως τοῦ αἰτήματος καὶ στὰ χρησιμοποιούμενα μέσα, ὄχι ὅμως στὴ στοχοθεσία. Δὲν εἶναι ἡ μόνη περίπτωση παρόμοιων «διχασμῶν» τοῦ Γένους.
Ἡ περίπτωση τῶν Νεομαρτύρων ὅμως δείχνει πέρα ἀπὸ τὰ παραπάνω καὶ τὴ σημασία τῶν Μοναστηριῶν στοὺς ἀγῶνες γιὰ τὴν ἀνάσταση τοῦ Γένους. Ὁ καθηγητὴς Ἀπόστολος Βακαλόπουλος, ὀνομάζει ἀδίστακτα τὰ Μοναστήρια «προμαχῶνες μπροστὰ στὰ κύματα τοῦ Μουσουλμανισμοῦ»(10). Δὲν ἦσαν, πράγματι, μόνο κέντρα παιδείας («κρυφὰ» σχολεῖα), καταφυγῆς καὶ προστασίας τῶν Ῥαγιάδων. Δὲν ἦσαν μόνο πνευματικὲς κολυμβῆθρες γιὰ τὸν συνεχῆ ἀναβαπτισμὸ τοῦ Γένους στὴν παράδοσή του»(11). Ἦσαν καὶ ἀντιστασιακὰ-ἐπαναστατικὰ κέντρα σὲ σημεῖο, ποὺ νὰ μὴν ὑπάρχει ἐξέγερση ὡς τὸ ῾21, στὴν ὁποία δὲν πρωτοστατοῦν κάποιο ἢ κάποια Μοναστήρια, ὡς ἐπίκεντρα τῆς ἐπαναστατικῆς δραστηριότητας, ἀλλὰ καὶ χῶροι, ἀπὸ τοὺς ὁποίους ξεπηδοῦσαν ἐπαναστάτες-πολεμιστές. Οἱ Μοναχοί μας, ποτὲ δὲν θεώρησαν ἀντίθετο πρὸς τὸν πνευματικό τους ἀγώνα, τὸν ἀγώνα γιὰ τὴν ἐθνικὴ ἐλευθερία καὶ τὴ θυσία τους γι᾿ αὐτήν.
Αὐτὴ τὴν στάση τῶν Μοναστηριῶν στὸν Ἀγώνα ὁμολογεῖ καὶ προσδιορίζει μὲ τὸ δικό του μοναδικὸ τρόπο ὁ Στρατηγὸς Μακρυγιάννης: «Τ᾿ ἅγια τὰ μοναστήρια, ὁποῦ ῾τρωγαν ψωμὶ οἱ δυστυχισμένοι [...] ἀπὸ τοὺς κόπους τῶν Πατέρων, τῶν Καλογήρων. Δὲν ἦταν καπουτσίνοι δυτικοί, ἦταν ὑπηρέτες τῶν Μοναστηριῶν τῆς Ὀρθοδοξίας. Δὲν ἦταν τεμπέληδες· δούλευαν καὶ προσκυνοῦσαν (=λάτρευαν). Καὶ εἰς τὸν ἀγώνα τῆς πατρίδος σ᾿ αὐτὰ τὰ μοναστήρια γινόταν τὰ μυστικοσυμβούλια, συναζόταν τὰ ὀλίγα ἀναγκαῖα του πολέμου, καὶ εἰς τὸν πόλεμον θυσίαζαν καὶ σκοτωνόταν αὐτεῖνοι, οἱ ῾περέτες τῶν μοναστηριῶν καὶ τῶν ἐκκλησιῶν. Τριάντα εἶναι μόνον οἱ μὲ μένα σκοτωμένοι ἔξω εἰς τοὺς πολέμους καὶ εἰς τὸ Κάστρο, τὸ Νιόκαστρο καὶ εἰς τὴν Ἀθήνα»(12).
Ὁ Μακρυγιάννης ἐπικαλεῖται τὴν προσωπική του ἐμπειρία, γιὰ νὰ κατοχυρώσει τὴ συμμετοχὴ τῶν Μοναστηριῶν στὸ μακρὸ ἀγώνα τῆς ἀνεξαρτησίας. Μὲ ἀφετηρία τὴν καθαρὰ ὀρθόδοξη-ρωμαίικη συνείδησή του, νομίζω, ὅτι δὲν τὸν παρερμηνεύουμε, ἂν τὴν ἀναφορά του στὸ δυτικὸ μοναχισμὸ τὴν ἑρμηνεύσουμε μὲ βάση τὴν ἐθνικὴ προσφορὰ τῶν Μοναχῶν μας. Ἡ φράση «δὲν ἦταν καπιτσίνοι δυτικοί» γιὰ μᾶς σημαίνει: δὲν εἶχαν καμιὰ σχέση μὲ τὰ δυτικὰ-μοναχικὰ τάγματα, ποὺ βρίσκονταν στὴν ἐξουσία τοῦ «τυράννου» (Πάπα ἢ Φράγκου Αὐτοκράτορα). Ἦταν στὴν ὑπηρεσία-διακονία τοῦ Γένους, στὸ ὁποῖο καὶ ἀνῆκαν. Πόσοι ὅμως παρόντες σ᾿ αὐτὸν ἐδῶ τὸ χῶρο δὲν ἔχετε τὶς προσωπικές σας ἐμπειρίες γιὰ τὸν ἐθνικὸ ρόλο τῶν Μοναστηριῶν καὶ τῶν Μοναχῶν μας -ἀκόμη καὶ τῶν Μοναζουσῶν-στοὺς νεώτερους ἀγῶνες τοῦ Ἔθνους, ὅπως ἡ ἀντίσταση 1941-44; Εἶναι μία προσφορὰ ἀδιάκοπη, ταπεινὴ καὶ ἀθόρυβη, ἀληθινὰ μαρτυρική. Προσφορὰ πάνω ἀπ᾿ ὅλα ἀφατρίαστη καὶ ἀκομμάτιστη, ἀληθιυὰ ἐθνική. Τὰ Ἑλληνικὰ Μοναστήρια δὲν συνδέθηκαν μόνο μὲ τὶς ἐξεγέρσεις τῶν χρόνων τῆς δουλείας, ἀλλὰ ἀπὸ αὐτὰ ξεπήδησαν καὶ μεγάλες μορφὲς τοῦ ῾21(13), φωτεινοὶ Ἡγέτες καὶ φλογεροὶ Ἐπαναστάτες.

2. Τὸ Ῥάσο στὴν Ἐπανάσταση τοῦ ῾21

Ἡ συμμετοχὴ τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου καὶ γενικὰ ὅλου τοῦ Ῥάσου στὸν πανεθνικὸ Ἀγώνα τοῦ ῾21 ἦταν ἀδύνατη χωρὶς μία πολὺ δύσκολη αὐθυπέρβαση. Καὶ ἡ αὐθυπέρβαση αὐτὴ δὲν ἔχει σχέση, ὅπως θὰ δεχόταν ἡ ἀντικληρικὴ προπαγάνδα, μὲ κάποια ἐθελοδουλία ἢ ἀδιαφορία γιὰ τὸ Γένος. Ἀντίθετα, σχετιζόταν ἄμεσα μὲ τὴν γνήσια καὶ αὐθεντικὴ ἀποκατάστασή του. Ἂς θυμηθοῦμε ἐδῶ τὸ βαθύτερο στόχο τῆς Ἐθναρχίας καὶ τοῦ Κλήρου μέσῳ τῆς «περιορισμένης συνεργασίας» μὲ τὸν κατακτητή. Ἦταν ἡ ἀνάσταση ὅλου τοῦ Ῥωμαίικου, δηλαδὴ τῆς αὐτοκρατορίας τῆς Ῥωμανίας, μὲ τὴν παλαιὰ ἔκταση καὶ εὐκλειά της. Αὐτὸ ἐννοοῦσε ὁ Πατροκοσμᾶς λέγοντας συχνά: «αὐτὸ μιὰ μέρα θὰ γίνει ῥωμαίικο». Αὐτὸ ἐννοοῦσε καὶ ὁ Ῥήγας Βελεστινλῆς, ἔστω καὶ σὲ ἕνα ἄλλο ἰδεολογικὸ πλαίσιο, ὅταν ἔλεγε στὸ «Θούριό» του: «Βούλγαροι κι Ἀρβανίτες καὶ Σέρβοι καὶ Ῥωμηοί, ἀράπηδες καὶ ἄσπροι, μὲ μιὰ κοινὴ ὁρμή, γιὰ τὴν ἐλευθερίαν νὰ ζώσωμεν σπαθί».
Μετά τὸ κίνημα τοῦ Ἀλεξάνδρου Ὑψηλάντη θὰ ἀλλάξει αὐτὸς ὁ ρωμαίικος-οἰκουμενικὸς στόχος τοῦ Ῥήγα καὶ τῶν Κολλυβάδων, ποὺ ἦταν ὁ στόχος τῆς Ἐθναρχίας(14). Ἀπὸ τὴ μεγαλοϊδεατικὴ ἰδεολογία τοῦ Γένους, θὰ ἐνταχθεῖ ὁ Ἀγώνας στὸ πλαίσιο τῆς ἄρχης τῶν ἐθνικοτήτων -καρποῦ τῆς Γαλλικῆς Ἐπαναστάσεως, στοχεύοντας ὄχι πιὰ στὴν ἀνασύσταση τῆς αὐτοκρατορίας, ἀλλὰ στὴ δημιουργία ἑνὸς μικροῦ ἀνεξάρτητου κράτους, στὸ ὁποῖο θὰ «στριμωχνόταν» κυριολεκτικά (πρβλ.τὸ 1922) τὸ Ἑλληνικὸ Ἔθνος. Αὐτὸ τὸ πέρασμα ἀπὸ τὴ Ῥωμαίικη Οἰκουμένη στὸ Ἑλληνικὸ κράτος ἰσοδυναμοῦσε μὲ θάψιμο τῆς Ῥωμηοσύνης. Ἔτσι ὁ ἀγώνας τοῦ ῾21 ἐντάχθηκε στὰ σχέδια τῶν Μεγάλων Δυνάμεων τῆς Εὐρώπης γιὰ τὴν αὐτοκρατορία τῆς Ῥωμανίας. Στὶς εὐρωπαϊκὲς αὐλές, ὅπως λ.χ. τοῦ Ναπολέοντος, καθορίσθηκε ὁ χαρακτήρας τῆς Ἑλληνικῆς Ἐπαναστάσεως, ποὺ δὲν θὰ ἔχει πιὰ ῥωμαίικο-οἰκουμενικὸ χαρακτήρα, ἀλλὰ στενὰ ἐθνικὸ καὶ κατ᾿ οὐσίαν «ἀρχαιοελληνικό». Θὰ εἶναι ἐπανάσταση τῶν Ἑλλήνων τοῦ Ἑλλαδικοῦ θέματος ὄχι μόνο ἐναντίον τῶν Τούρκων, ἀλλὰ καὶ ἐναντίον τῆς Ῥωμαίικης Ἐθναρχίας, ὡς συνέχειας τῆς «Ῥωμαϊκῆς Βασιλείας» τῶν «Βυζαντινῶν»(15). Τὸ πραξικοπηματικὸ Αὐτοκέφαλο τῆς Ἑλλαδικῆς Ἐκκλησίας (1833) εἶναι ἡ ἁπτὴ ἐπιβεβαίωση αὐτῶν τῶν ξενόφερτων προσανατολισμῶν.
Ἡ συμμετοχή, συνεπῶς, τοῦ Ῥάσου -καὶ μάλιστα τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου- στὸν Ἀγώνα ὑπῆρξε δεῖγμα ὑψηλῆς αὐθυπερβάσεως καὶ αὐτοθυσίας, ἀφοῦ ἦταν πιὰ φανερό, ὅτι ὁ Ἀγώνας εἶχε σαφῶς ἀντιρωμαίικο καὶ ἀντιεθναρχικὸ χαρακτήρα, στρεφόμενο καὶ κατὰ τοῦ Πατριάρχου, ὡς Ἐθνάρχου τῶν Ῥωμηῶν(16). Ἡ συμμετοχὴ δὲ αὐτὴ ὁμολογεῖται ἀπὸ ἐκείνους, ποὺ τὴν ἔζησαν σ᾿ ὅλη τη διάρκεια τοῦ Ἀγώνα καὶ ἦταν σὲ θέση νὰ τὴν ἐπιβεβαιώσουν.
«Πλησίον εἰς τὸν Ἱερέα -ἔλεγε ὁ Θ. Κολοκοτρώνης- ἦτον ὁ λαϊκός, καθήμενοι εἰς ἕνα σκαμνί, Πατριάρχης καὶ τζομπάνης, ναύτης καὶ γραμματισμένος, ἰατροί, κλεφτοκαπεταναῖοι, προεστοὶ καὶ ἔμποροι»(17). Ὁ ἱστορικὸς τοῦ l9ου αἰώνα Χρ.Βυζάντιος σημειώνει: «Προύχοντες, κληρικοί, ἀρματολοὶ καὶ κλέφται, λόγιοι καὶ πλούσιοι, συνεφώνησαν ἢ μᾶλλον συνώμοσαν καὶ παραχρήμα ἐπαναστάτησαν κατὰ τῆς τουρκικῆς δυναστείας(18).
Ὁ ἐθνικὸς ἱστορικός μας Κωνσταντῖνος Παπαρρηγόπουλος ὁμολογεῖ: «...Ὁσαδήποτε καὶ ἂν ὑπῆρξαν τὰ ἁμαρτήματα πολλῶν ἐκ τῶν Πατριαρχῶν, οὐδεὶς ὅμως ἐξ αὐτῶν, οὐδεὶς ὠλίσθησεν περὶ τὴν ἀκριβῆ του πατρίου δόγματος καὶ τῶν ὑπάτων ἐθνικῶν συμφερόντων τήρησιν»(19).
Ἀνάλογα ἀποτιμοῦν τὴ στάση τοῦ Ῥάσου στὴν Ἐπανάσταση ὁ Δ. Κόκκινος, ὁ Δ. Φωτιάδης, ὁ Σπ. Μαρινάτος, ὁ Ἰω. Συκουτρῆς, ὁ Κ. Βοβολίνης, ὁ Ν. Τωμαδάκης, ὁ Ἀπ. Βακαλόπουλος κ.ἄ.(20) Ὑπάρχουν, βέβαια, καὶ ἐπικριτὲς τοῦ Κλήρου, καὶ τῶν Ἀρχιερέων, ποὺ ἀμφισβητοῦν ἢ καὶ ἀρνοῦνται τὴν εἰλικρινῆ καὶ ἄδολη συμμετοχή τους στὸν Ἀγώνα. Τέτοιες θέσεις ἔχουν κατὰ καιροὺς ὑποστηρίξει ὁ Γ. Κορδᾶτος (ἱστορικὸς μαρξιστής), ὁ Γ. Σκαρίμπας (λογοτέχνης μαρξιστής, ἀλλ᾿ ὄχι ἱστορικός), ὁ Μάριος Πλωρίτης (φιλόλογος κριτικός, ἀλλ᾿ ὄχι ἱστορικός), ὁ Γ. Καρανικόλας (δημοσιογράφος, ὄχι ἱστορικός) κ.ἄ.(21). Οἱ θέσεις αὐτὲς ἐπαναλαμβάνονται στερεότυπα ἀπὸ ἄλλους λιγότερο σημαντικοὺς καὶ ἄσχετους μὲ τὴν ἱστορικὴ ἔρευνα. Ἀρκεῖ νὰ μελετήσει κανεὶς τὸ «ΔΕΛΤΙΟΝ» τῆς Ο.Λ.Μ.Ε.(22), γιὰ νὰ διαπιστώσει πὼς αὐτούσιες οἱ ἰδεολογικὲς αὐτὲς ἑρμηνεῖες γιὰ τὸ ῾21 περνοῦν στὸ χῶρο τῆς παιδείας. Τὸ τραγικὰ ἀπελπιστικὸ ὅμως εἶναι, ὅτι πολλὲς ἀπὸ τὶς παλαιότερες τοποθετήσεις ἔχουν πιὰ ξεπερασθεῖ καὶ στὸ χῶρο τῆς μαρξιστικῆς ἱστορικῆς Σχολῆς, ὁπότε οἱ ὑποστηρικτές τους ἀποδεικνύονται «παλαιομοδίτες» στὸ χῶρο τοῦ ἱστορικοῦ ἐρασιτεχνισμοῦ. Νεώτεροι μαρξιστὲς στορικοί, ἔχουν ἀποκηρύξει τὴν ἑρμηνευτικὴ μέθοδο τοῦ Γ.Κορδάτου καὶ ἀπομακρυνθεῖ ἀπὸ τὴν ἰδεολογικὴ προοπτική του. Ἐπίσης ἔχουν ἀπορρίψει τὴν προπολεμικὴ θεωρία τοῦ «λαϊκισμοῦ (π. χ. Λεων. Στρίγκας). Ἔτσι, ὁ Π. Ῥοῦσος δέχεται τὴν ἐπανάσταση τοῦ ῾21 ὡς ἐθνικοαπελευθερωτικὴ καὶ ὁμολογεῖ: «Σὲ σύγκριση μὲ τὸ ἐθνικὸ τὸ κοινωνικὸ ἔρχεται στὸ ὑπόστρωμα»(23). Ἀνάλογα δέχονται ὁ καθηγ. Βασ. Φίλιας, ὁ Λεων. Στρίγκας, ἡ Ἑλ. Ἀντωνιάδη-Μπιμπίκου κ.ἄ. (24). Ἡ ἐπικρατοῦσα στὸ χῶρο τῆς μαρξιστικῆς σκέψης σήμερα θέση εἶναι, ὅτι ἡ Ἐπανάσταση τοῦ ῾21 εἶναι ἐθνικοαπελευθερωτική, μὲ κοινωνικὸ περιεχόμενο, ἀλλὰ μία, στὴν ὁποία ἔλαβαν μέρος οἱ πιὸ ἑτερόκλητες δυνάμεις, κάθε μιὰ μὲ τὶς δικές της προϋποθέσεις καὶ στοχοθεσία. Δὲν ἔχει ἐκλείψει ὅμως τελείως ἡ ἰδεολογικὴ προσέγγιση, ποὺ ἀναιρεῖ κάθε δυνατότητα ἱστορικῆς-ἐπιστημονικῆς κατανοήσεως καὶ ἑρμηνείας.
Ἕνα ἀπὸ τὰ ἐπισημότερα θύματα τῆς παρατεινόμενης αὐτῆς ἰδεολογικῆς ἀδιαλλαξίας εἶναι ὁ Μέγας Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης τοῦ Ἀγώνα, Ἅγιος Γρηγόριος Ε´ (25). Ἡ ἑρμηνεία τῆς στάσης του στὸν Ἀγώνα ἀπαιτεῖ ἐπαρκῆ γνώση τῆς ἐποχῆς (ἱστορικά, κοινωνιολογικά, πολιτικά, διπλωματικά) καὶ τὴ χρήση ὀρθῶν κριτηρίων, συγχρόνων δηλαδὴ καὶ ὄχι σημερινῶν (ἱστορικὸς ἀναχρονισμός). Ὁ σοφὸς ἐκεῖνος Γενάρχης, πῶς ἦταν δυνατὸ νὰ παραβλέψει τοὺς ἀρνητικοὺς παράγοντες, ποὺ ἀπειλοῦσαν κάθε ἐπαναστατικὴ σκέψη (Ἱερὰ Συμμαχία, Τσάρος, προηγούμενες οἰκτρὲς ἀποτυχίες, π. χ. 1790); Γιατί νὰ ἀπαιτεῖ κανεὶς λιγότερη σύνεση ἀπὸ ἐκείνη τοῦ Κοραῆ καὶ τοῦ Καποδίστρια, ποὺ ἦσαν τελείως ἀρνητικοὶ στὰ σχέδια ἐξεγέρσεως; Καὶ ὅμως, σὲ καμία παρακωλυτικὴ ἢ ἀποτρεπτικὴ ἐνέργεια δὲν προέβη, ἡ δὲ ἀλληλογραφία του εἶναι σαφῶς θετικὴ καὶ φανερώνει τὴν ἐσωτερικὴ συμμετοχή του στὰ σχέδια τῆς Φιλικῆς(26). Θὰ ἐρωτήσει, βέβαια, κανείς: καὶ ὁ περιβόητος ἀφορισμὸς τοῦ κινήματος Ὑψηλάντου-Σούτσου; Δὲν εἶναι σαφὴς ἀντίδραση τοῦ Γρηγορίου; Ἔτσι, ἄλλωστε, ἑρμηνεύεται ὡς σήμερα ἀπὸ τὴν ἀρνητικὴ κριτική. Μπορεῖ ὅμως νὰ «ἑρμηνευθεῖ» ὁ ἀφορισμὸς χωρὶς νὰ ληφθεῖ ὑπόψη τὸ κλίμα, μέσα στὸ ὁποῖο ἔγινε; Καὶ ποιὸ ἦταν τὸ κλίμα αὐτό;
-Ἔκρηξη τῆς ὀργῆς τοῦ Σουλτάνου (ἀπόλυτου κυρίου πάνω σὲ κάθε ὑπήκοο)
- Ἄμεσος κίνδυνος γενικῆς σφαγῆς τῶν Ῥωμηῶν (ὁμολογία ἐκθέσεων τῶν Ξένων της Κωνσταντινουπόλεως(27))
-Ἀπερίγραπτες θηριωδίες, ποὺ προοιώνιζαν τὴ συνέχεια
-Παύση ἀπὸ τὸν Σουλτάνο δυὸ Μ. Βεζίρηδων, μὲ τὴν κατηγορία τῆς ἐπιεικοῦς στάσεως ἔναντι τῶν Ῥωμηῶν
-Ἀπαγχονισμὸς τοῦ Σεϊχουλισλάμη (θρησκευτικοῦ ἀρχηγοῦ), κατηγορουμένου γιὰ ἀπείθεια (δὲν ἐξέδωσε φετφὰ γιὰ τὴν σφαγὴ καὶ ἐξόντωση τῶν Ῥωμηῶν(28))
-Ἐκτελέσεις Φαναριωτῶν (Μουζούρηδων καὶ Μητροπολιτῶν) κ.λπ.(29).
Ποιὸς μπορεῖ μετὰ ἀπὸ ὅλα αὐτὰ νὰ ἀρνηθεῖ, ὅτι ὁ ἀφορισμὸς ἦταν πράξη ἀνάγκης καὶ «στάχτη στὰ μάτια τοῦ Σουλτάνου»; (Νικοπόλεως Μελέτιος). Αὐτὴ ἀκριβῶς ἦταν καὶ ἡ ἑρμηνεία τοῦ ἄμεσα θιγομένου ἀπὸ τὸν ἀφορισμό, Ἀλ. Ὑψηλάντη: «Ὁ Πατριάρχης, βιαζόμενος ὑπὸ τῆς Πόρτας, σᾶς στέλλει ἀφοριστικὰ καὶ Ἐξάρχους, παρακινώντας σας νὰ ἑνωθῆτε μὲ τὴν Πόρταν. Ἐσεῖς ὅμως νὰ τὰ θεωρῆτε αὐτὰ ὡς ἄκυρα, καθότι γίνονται μὲ βίαν καὶ δυναστείαν καὶ ἄνευ τῆς θελήσεως τοῦ Πατριάρχου»(30). Μόνο, λοιπόν, μετὰ ἀπὸ τὴν γνώση ὅλων αὐτῶν μπορεῖ νὰ ἐκτιμηθεῖ σωστὰ καὶ ὁ ἀπαγχονισμὸς τοῦ Γρηγορίου. Ὁ πρῶτος Πατριάρχης τῆς Ῥωμηοσύνης ἐκτελέσθηκε ὡς «προδότης» τοῦ Σουλτάνου καὶ ὄχι τῶν Ῥωμηῶν(31). Καὶ εὔλογα, ἀφοῦ τυπικὰ ἦταν ὁ δεύτερος μετὰ τὸν Σουλτάνο ἀξιωματοῦχος τῆς Ὀθωμανικῆς Αὐτοκρατορίας. Ἐνῷ δὲ ὁ ἀφορισμὸς δὲν εἶχε καμιὰ ἀρνητικὴ ἀπήχηση στὸν Ἐθνικὸ Ἀγώνα, ἀφοῦ ἦταν γνωστὴ ἡ προέλευσή του, τὸ «σχοινὶ τοῦ Πατριάρχη» ἀνέπτυξε μίαν εὐεργετικὴ δυναμική, διότι ἔγινε κινητήρια δύναμη στὸ ἀγωνιζόμενο Ἔθνος.
Ἡ ἰδεολογικοποιημένη ἑρμηνεία δὲν ἀφήνει ὅμως ἄθικτους καὶ τοὺς ἄλλους Ἀρχιερεῖς. Θέλοντας νὰ μειώσουν τὴ διακεκριμένη συμμετοχὴ ἀρχιερέων, ὅπως λ.χ. ὁ Παλαιῶν Πατρῶν Γερμανὸς ἢ ὁ Σαλώνων Ἡσαΐας, μιλοῦν γιὰ «ἑκατοντάδες ἀρχιερέων» (Σκαρίμπας), ἡ συντριπτικὴ πλειοψηφία τῶν ὁποίων (δῆθεν) ἀπέσχε καὶ ὑπονόμευσε τὸν Ἀγώνα(32). Ἔχουν ὅμως ἔτσι τὰ πράγματα;
Οἱ Ἀρχιερεῖς τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου δὲν ξεπερνοῦσαν τοὺς 200, στὶς 171 συνολικὰ ἐπαρχίες του. Ὁ ἀριθμὸς δὲ αὐτὸς περιλαμβάνει καὶ τοὺς Ἀρχιερεῖς τῶν ἄλλων ῥωμαίικων Πατριαρχείων, ποὺ ἦσαν στὰ ὅρια τῆς Ὀθωμανικῆς Αὐτοκρατορίας(33). Ὁ Σπ. Τρικούπης, Θ. Φαρμακίδης κ.ἄ. δέχονται τὸν ἀριθμὸ 180, οἱ δὲ τιτουλάριοι Ἀρχιερεῖς δὲν ὑπερέβαιναν τοὺς 20(34). Ποιὰ ἦταν, λοιπόν, ἡ συμμετοχὴ αὐτῶν τῶν Ἀρχιερέων στὴ Φιλικὴ Ἑταιρεία(35).
Παρά τὸν ἀστικὸ χαρακτήρα τῆς Φιλικῆς, οἱ πρωτεργάτες της δὲν εἶχαν δυτικὴ ἀντιφεουδαρχικὴ συνείδηση, διότι στὴν «καθ᾿ ἡμᾶς Ἀνατολήν» δὲν ὑπῆρχε φεουδαρχία φραγκικοῦ τύπου (φυσικὴ ἀριστοκρατία). Γι᾿ αὐτὸ ἐνῷ στὴ Δύση ὁ Κλῆρος, καὶ μάλιστα οἱ Ἐπίσκοποι, ἐθεωροῦντο προέκταση τῆς τάξεως τῶν Εὐγενῶν, ἡ Φιλικὴ στράφηκε ἐδῶ στὸν Κλῆρο καὶ μάλιστα στὶς κεφαλές του. Αὐτὸ ἐπιβεβαιώνει καὶ ὁ Κορδάτος: «Οἱ Φιλικοὶ [...] ἐπεδίωξαν νὰ δώσουν χαρακτήρα πανεθνικὸν εἰς τὴν ὠργανωμένην ἐπανάστασιν καὶ δι᾿ αὐτὸ προσηλύτισαν καὶ μερικοὺς Φαναριώτας καὶ ἀνωτέρους Κληρικούς»(36). Τὸ ἐπίθετο («μερικούς») ἀπορρέει ἀπὸ τὸ ἰδεολογικὸ πρίσμα τοῦ Κορδάτου καὶ δὲν ἀνταποκρίνεται στὸ ἐλάχιστο στὰ πράγματα.
Ἀπὸ 1818 μυήθησαν στὴν Φ. Ε. ὅλοι σχεδὸν οἱ ἀρχιερεῖς τῆς Πελοποννήσου(37), κάτι ποὺ ἀναγκάζεται νὰ τὸ παραδεχθεῖ ὁ ἀγαθότερος Σκαρίμπας: « Ἡ Φ. Ε. [...] στὸ κόλπο εἶχε μυήσει ὅλους σχεδὸν τοὺς Παλαιοελλαδίτες κοτσαμπάσηδες καὶ προπαντὸς τοὺς δεσποτάδες»(38). Ἡ ἀλήθεια εἶναι, ὅτι ὡς Ῥωμηοὶ οἱ ἡγέτες τῆς Φιλικῆς γνώριζαν τὴν ἐπιρροὴ τῶν Ἀρχιερέων στὸ λαό. Μέσα στὰ ἔτη 1818-1821 ὅλοι σχεδὸν οἱ Ἀρχιερεῖς ἔγιναν μέλη τῆς Φιλικῆς. Μαρτυρίες ἀδιαμφισβήτητες καλύπτουν 81 περιπτώσεις. Γιὰ ἕναν ἀριθμὸ ἀπουσιάζουν μαρτυρίες, χωρὶς ὅμως νὰ μπορεῖ νὰ ὑποστηριχθεῖ, ὅτι δὲν εἶχαν μυηθεῖ καὶ ἐκεῖνοι. Ἀπουσιάζει ὅμως καὶ κάθε μαρτυρία γιὰ προβολὴ ἀρνήσεως ἢ γιὰ ὑπονόμευση τοῦ ἔργου τῆς Ἑταιρείας. Οἱ περισσότεροι ἱστορικοὶ δέχονται, ὅτι οἱ Ἀρχιερεῖς ὑπῆρξαν ἡ σπονδυλικὴ στήλη τῆς Φιλικῆς καὶ ὁ κύριος παράγων τοῦ ἔργου τῆς λόγω τοῦ ὑψηλοῦ κύρους τους στὸν Λαό(39). Ἂν οἱ Ἀρχιερεῖς ἐξ ἄλλου δὲν περιέβαλλαν μὲ τὴν ἀγάπη τους τo ἔργο τῆς Φιλικῆς, πολλὰ πράγματα μποροῦσαν νὰ ἀνατραποῦν. Μιὰ ἀναφορά, τέλος, στὴν ποσοστιαία σύνθεση τῆς Φιλικῆς δίνει τὰ στοιχεῖα: Κληρικοὶ 9,5%, Ἀγρότες 6% καὶ Πρόκριτοι 11,7%(40).
Ἰδιαίτερα ἀπὸ τὴν περιοχὴ τῆς Ἑλλάδος ἀναφέρονται ἐπώνυμα στὶς πηγὲς 73 ἀρχιερεῖς, ποὺ ἔλαβαν ἐνεργὸ μέρος στὸν Ἀγώνα. Σαρανταδύο Ἀρχιερεῖς ὑπέστησαν ταπεινώσεις, ἐξευτελισμούς, φυλακίσεις, διώξεις κάθε εἴδους, βασανιστήρια, ἐξορίες κ.λπ. Δυὸ Οἰκουμενικοὶ Πατριάρχες (Γρηγόριος Ε´, Κύριλλος ΣΤ´) καὶ 45 Ἀρχιερεῖς (Μητροπολίτες) ἐκτελέσθηκαν ἢ ἔπεσαν σὲ μάχες. Κατὰ τὸν Γάλλο Πρόξενο Πουκεβὶλ οἱ κληρικοὶ-θύματα τοῦ Ἀγώνα ἀνέρχονται συνολικὰ σὲ 6.000(41).
Υπάρχει ὅμως καὶ τὸ «ἐξ ἀντιθέτου» ἐπιχείρημα. Ἡ μαρτυρία τῶν Τούρκων Ἱστορικῶν γιὰ τὴ δράση τοῦ ἑλληνορθοδόξου Κλήρου στὸν Ἀγώνα τοῦ ῾21(42). Ἔτσι, ὁ Μώραλη Μελὶκ Μπέη δέχεται ὅτι «τὸν λαὸν (τῆς Πελοποννήσου) ὑπεκίνησαν οἱ ἔχοντες συμφέροντα καὶ σχέσεις μετὰ τούτων, οἱ ἔμποροι, οἱ πρόκριτοι, καὶ κυρίως οἱ μητροπολίται καὶ γενικῶς οἱ ἀνήκοντες εἰς τὸν κλῆρον, δηλαδὴ οἱ πραγματικοὶ ἠγέται τοῦ Ἔθνους»(43). Ὁ δὲ Ζανὶ Ζαντὲ σημειώνει: «Τὰ σχέδια ἐτηροῦντο μυστικὰ μεταξὺ τοῦ Πατριάρχου, τῶν Μητροπολιτῶν, τῶν Παπάδων, τῶν Δημογερόντων»(44).
Διὰ νὰ κλείσουμε τὸ θέμα αὐτό, θὰ προσθέσουμε, ὅτι ἐνίοτε τὸν 19ο αἰώνα ἐγείρονταν ἀντιδράσεις ὄχι γιὰ τὴν μὴ συμμετοχὴ τῶν Κληρικῶν μας στὸν ἀπελευθερωτικὸ Ἀγώνα, ἀλλὰ ἀντίθετα γιὰ τὴ συμμετοχή τους σ᾿ αὐτόν. Χαρακτηριστικὴ εἶναι ἡ περίπτωση τοῦ Κεφαλλονίτη κοσμοκαλόγηρου καὶ ἡσυχαστῆ Κοσμᾶ Φλαμιάτου (1786- 1852)(45). Κατὰ τὸν Φλαμιᾶτο ἡ Ἀγγλία ἐκμεταλλεύθηκε τὸν Ἀγώνα τοῦ ῾21. Μὲ τὴν ἐμπλοκὴ τοῦ Κλήρου σ᾿ αὐτὸν ἐπεδίωξε «ἵνα διεγείρῃ τὴν παγκόσμιον, εἰ δυνατόν, περιφρόνησιν, μίσος, ἀποστροφὴν καὶ συνωμοσίαν κατὰ τοῦ Κλήρου, τόσον τὴν ἐκ τῶν Ἀρχῶν, ὅσον καὶ τὴν ἐκ τοῦ λαοῦ. Δι᾿ αὐτὸν τὸν σκοπὸν πρὸς τοῖς ἄλλοις ἐκίνησεν ἐμμέσως εἰς τοὺς ἀρχηγοὺς τῆς Φιλικῆς Ἑταιρείας καὶ εἰσήχθησαν ἐν αὐτῷ ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης, πολλοὶ Ἐπίσκοποι καὶ ἄλλοι ἐκ τοῦ Κλήρου τῆς Ἀνατολῆς, καὶ ἐφάνησαν τινὲς ἐξ αὐτῶν ὁπλοφοροῦντες εἰς τὸ στάδιον τοῦ κατὰ τῶν Ὀθωμανῶν πολέμου, φαινόμενον ὅλως μοναδικόν, ἀλλόκοτον καὶ ἀποτρόπαιον, εἰς τὴν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν...»(46).
Δὲν θὰ ἀσχοληθοῦμε μὲ τὴν ὀρθότητα ἢ ὄχι τῶν κρίσεων τοῦ Φλαμιάτου, ποὺ ἔχει τὸ δικό του πρίσμα θεωρήσεως.
Τὸ σκανδαλιστικὸ γιὰ ἡσυχαστὲς σὰν τὸν Φλαμιάτο εἶναι ἡ συμμετοχὴ τοῦ Κλήρου στὶς πολεμικὲς ἐπιχειρήσεις («ὁπλοφορία») καὶ σὲ μία συνωμοτικὴ Ἑταιρεία, ὅπως ἡ Φιλική. Τὴν τελευταία θεωρεῖ κατευθυνόμενη «ἐμμέσως» ἀπὸ τὴν Ἀγγλία. Μᾶλλον, συνεπῶς, αὐτὸ προσκρούει στὴ συνείδησή του, ὅτι δηλαδὴ ἡ Ἐπανάσταση ἐξυπηρετοῦσε τοὺς σκοποὺς τῆς Δύσεως. Σ᾿ αὐτὸ ἀκριβῶς, πιστεύουμε, ἔγκειται ἡ ἀντίθεσή του. Ὅτι ὁ Κλῆρος τῆς Ἑλλάδος, ἐν ἀγνοίᾳ του, ἐξυπηρέτησε σκοποὺς ἀλλοτρίους καὶ ὄχι τὰ ὄνειρα τῆς Ῥωμηοσύνης. Ὁ Φλαμιᾶτος γράφει στὴ δεκαετία τοῦ 1840, ὅταν πολλὰ πιὰ ἔχουν ἀποσαφηνισθεῖ. Σημαντικὸ ὅμως εἶναι, ὅτι θεωρεῖ τὸν Οἰκουμενικὸ Πατριάρχη μέλος τῆς Φιλικῆς Ἑταιρείας, σ᾿ ἀντίθεση μὲ τοὺς σημερινοὺς ἐπικριτές του. Γιὰ τοὺς παραδοσιακοὺς ὀρθοδόξους ὅμως αὐτὸ ἦταν τὸ σκάνδαλο καὶ ὄχι τὸ ἀντίθετο. Ὁ Γενάρχης τῆς Ῥωμηοσύνης νὰ ὑποθάλπει κινήσεις, ποὺ στρέφονταν ἐναντίον της... Γι᾿ αὐτὸ μιλήσαμε παραπάνω γιὰ «θυσία» καὶ «αὐθυπέρβαση» τοῦ Ῥάσου. Ἡ ἐθναρχικὴ πολιτικὴ ἐγκαταλείφθηκε γιὰ χάρη τῆς ἐλευθερίας τῆς Ἑλλάδος(47). Ἡ Ῥωμαίικη Ἐθναρχία θυσιάσθηκε, ἑκούσια, γιὰ τὴν ἐλευθερία τῆς Ἑλλάδος. Ὁ Ὄθων στὰ 1833 θὰ πάρει γιὰ τοὺς Ἕλληνες, πολιτικὰ καὶ ἐκκλησιαστικά, τὴ θέση τοῦ Ἐθνάρχη Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχη.Ἡ ἀγανάκτηση τοῦ Φλαμιάτου ἑστιάζεται, ἀκριβῶς, στὴν ἀντίθετη κατεύθυνση ἀπὸ τὶς αἰτιάσεις τῶν ἐπικριτῶν τοῦ Κλήρου. Τὸ Ῥάσο θυσίασε τὰ πάντα γιὰ τὴν Ἑλλάδα καὶ τὴν ἐθνικὴ ἀποκατάστασή της.

Συμπερασματικά:

Ἡ συμμετοχὴ τοῦ Ῥάσου στοὺς ἐθνικούς μας ἀγῶνες δὲν εἶναι ἀσφαλῶς, ὁ μοναδικὸς λόγος τῆς παρουσίας τοῦ Κλήρου στὴν κοινωνία μας. Κύρια ἀποστολὴ τοῦ Ῥάσου εἶναι τὸ ἔργο τοῦ ἰατροῦ στὸ «Πνευματικὸν Ἰατρεῖον» τῆς Ἐκκλησίας γιὰ τὴν πνευματικὴ καὶ ὑπαρκτικὴ ἀποκατάσταση τοῦ ἀνθρώπου μέσα στὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Ἡ Ἐκκλησία δὲν μπορεῖ ποτὲ νὰ θεωρεῖται ὡς ἕνας συμβατικὸς θεσμός, κοινωνικοῦ χαρακτήρα, μέσα στὸν ὑπόλοιπο κρατικὸ καὶ ἐθνικὸ βίο, μὲ σκοπὸ νὰ σῴζει ἁπλῶς τὴν ἱστορικὴ διάσταση.
Ἐν τούτοις ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, καὶ μάλιστα ἡ Ἑλλαδική, πρωτοστατεῖ σ᾿ ὅλους τοὺς ἀπελευθερωτικούς μας ἀγῶνες. Γιατί; Διότι τοῦτο ἀπορρέει ἀπὸ τὴν πίστη της γιὰ τὸν κόσμο καὶ τὸν ἄνθρωπο. Ἡ Ὀρθοδοξία βλέπει τὴν ἐλευθερία ὡς τὸ φυσικὸ κλίμα ἀναπτύξεως καὶ πραγματώσεως, τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου. Πραγματικὴ δὲ ἐλευθερία εἶναι ἡ δυνατότητα κοινωνίας τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸ Θεὸ καὶ τοὺς συνανθρώπους του, σὲ βαθμὸ γνησιότητας, πληρότητας καὶ αὐθεντικότητας, ἔξω δηλαδὴ ἀπὸ κάθε ἀναγκαστικότητα. Ἡ ἀνθρώπινη ἐλευθερία ἐντάσσεται στὰ πλαίσια τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ καὶ εἶναι (καὶ ὡς ἐθνική-κοινωνική) ἔννοια καθαρὰ θεολογικὴ-ἐκκλησιαστική(48).
Ὁ Ὀρθόδοξος Κλῆρος δὲν μπορεῖ νὰ μὴ συμμετάσχει στοὺς ἐθνικοὺς-ἀπελευθερωτικοὺς ἀγῶνες, διότι τὸ ἔργο του καὶ στὴν περίοδο τῆς εἰρήνης εἶναι ἀπελευθερωτικό. Ἀγώνας γιὰ τὴν καταξίωση τοῦ Ῥωμηοῦ, ὡς ἀπελευθέρωση ἀπὸ τὰ δεσμὰ τῆς ἐσωτερικῆς δουλείας, τῆς ἁμαρτίας(49). Ἡ ἐσωτερικὴ δὲ δουλεία κατὰ κύριο λόγο ἐπιφέρει καὶ τὴν ἐξωτερική. Διότι δουλεία δὲν εἶναι, κυρίως, ἡ ἀναγκαστικὴ ὑποταγή, ἀλλὰ ἡ ἐσωτερικὴ ὑποταγὴ καὶ ταύτιση μὲ τὸν κατακτητή, ἡ νέκρωση τοῦ πνεύματος ἀντιστάσεως καὶ τοῦ ψυχικοῦ δυναμισμοῦ. Γι᾿ αὐτὸ καὶ πιστεύουμε, ὅτι ἡ σημαντικότερη προσφορὰ τοῦ Ῥάσου στὸ Ἔθνος μας δὲν ἦταν τόσο ἡ συμμετοχὴ τοῦ Κλήρου στὶς ἔνοπλες ἐξεγέρσεις καὶ συγκρούσεις, ὅσο ἡ συμβολὴ τοῦ Ῥάσου στὴ συντήρηση τοῦ ἑλληνορθοδόξου φρονήματος τοῦ Γένους καὶ τῆς ἀγάπης του πρὸς τὴν ἐλευθερία. Χωρὶς αὐτὲς τὶς προϋποθέσεις δὲν θὰ μποροῦσε νὰ ὑπάρξει Εἰκοσιένα.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

1. Τὸ λάθος αὐτὸ διαπράττεται συχνά, καὶ ὄχι μόνο ἀπὸ «ἀθεολόγητους». Οἱ βαθμοὶ τῆς Ἱερωσύνης (Ἐπίσκοπος-Πρεσβύτερος καὶ Διάκονος) συναποτελοῦν τὸν ἀνώτερο κλῆρο. Στὸν κατώτερο κλῆρο ἀνήκουν οἱ (χειροθετημένοι καὶ ὄχι ἐντὸς τοῦ ἁγίου βήματος χειροτονημένοι) ὑποδιάκονοι, ψάλτες, ἀναγνῶστες κ.λπ.
2. Γ.Δ. Μεταλληνοῦ, Τουρκοκρατία…, Ἀθήνα 1989, σ. 85 ἔ.ἔ. Πρβλ. Χρ. Σ. Πελεκίδη, Ἰδεολογικὰ Ῥεύματα τοῦ Ἑλληνισμοῦ τῆς Τουρκοκρατίας, Ἰωάννινα 1974.
3. Ἰ. Μενούνου, Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ ΔΙΔΑΧΕΣ, Ἀθήνα 1979, σ. 269-70.
4. Ἂς θυμηθοῦμε τὰ προφητικὰ γιὰ σήμερα λόγια τοῦ Γάλλου περιηγητῆ Μαλὲρπ (MALHERBE) πρὸς τὸν Μακρυγιάννη: «...Ἕνα θὰ σᾶς βλάψῃ ἐσᾶς, τὸ κεφάλαιον τῆς θρησκείας, ὁποῦ εἶναι αὐτείνη ἡ ἰδέα σ᾿ ἐσᾶς πολὺ τυπωμένη» (Στρατηγοῦ Μακρυγιάννη, Ἀπομνημονεύματα, ἔκδ. ΜΠΑΫΡΟΝ, χ. χρ., σ. 415).
5. Στ. Ῥάνσιμαν, Ἡ Μεγάλη Ἐκκλησία ἐν Αἰχμαλωσίᾳ (μετάφρ. Ν. Παπαρρόδου), Ἀθήνα 1979, σ. 360.
6. Χαρακτηριστικὴ ἡ περίπτωση τοῦ μητροπολίτου Τρίκκης Διονυσίου, τοῦ ἐπικαλουμένου «Σκυλοσόφου». Ἔκαμε δυὸ ἀποτυχημένες ἐξεγέρσεις (1600 καὶ 1611), προσχωρώντας μάλιστα καὶ στὸν παπισμό,μὲ ἀντάλλαγμα τὴν ὑπόσχεση βοήθειας, ποὺ δὲν ἦλθε φυσικὰ ποτέ. Οἱ συνέπειες τῆς ἀποτυχίας ἦταν, γιὰ τὸ λαὸ κυρίως, ὀδυνηρές, ὅπως φανερώνει τὸ σχετικὸ δημοτικὸ τραγούδι:
«Δεσπότη μου, τί σήκωσες τὸν κόσμο στὸ σεφέρι καὶ ρήμαξαν τὰ Γιάννενα καὶ ρήμαξεν ὁ τόπος;
Μείναν τὰ σπίτια ἀδειανά, γεμίσαν τὰ χανδάκια κι ὁ Τοῦρκος δὲν ἀπόσωσε νὰ κόβῃ καὶ νὰ καίῃ.
Ἐδῶ ἁρπάζουν κόρακες κι ἐκεῖ οἱ Γιαουντζῆδες.
Δὲν ἔχ᾿ ἡ μάννα πιὰ παιδιὰ καὶ τὰ παιδιὰ γονέους. Κι ἐσένα τὸ τομάρι σου τὸ στείλανε στὴν Πόλη,
νὰ τρῶν οἱ κότες πίτουρα, νὰ νταβουλᾶν οἱ Γύφτοι, γιὰ νὰ ξυπνάη ἡ Τουρκιὰ νὰ κάνη ραμαζάνι..».
. Βλ. Δημήτρη Κιτσίκη, Ἱστορία τῆς Ὀθωμανικῆς Αὐτοκρατορίας (1280-1924), Ἀθήνα 1988, σ. 104.
7. Ἀναφέρουμε τὰ σημαντικότερα:
  • Ἐπανάσταση στὴν Κρήτη καὶ Πελοπόννησο λίγο μετὰ τὴν Ἅλωση (l5ος αἰ.).
  • Βενετοτουρκικὸς πόλεμος (1463-1479).
  • Κίνημα στὴ Ῥόδο (1524-29).
  • Ἐπανάσταση Χειμαριωτῶν (1570).
  • Ἐπανάσταση στὴν Πελοπόνησο, Στερεά, Ἤπειρο, Μακεδονία, Αἰγαῖο μετὰ τὴ ναυμαχία τῆς Ναυπάκτου (Lepanto) (1571).
  • Ἀνταρσία στὸ Ῥέθυμνο (1571).
  • Ἀνταρσία Μανιατῶν (1582).
  • Ἀνταρσία Κύπρου (τέλη τοῦ l6ου - ἀρχὲς τοῦ l7ου αἰ.).
  • Ἀπελευθερωτικὲς προσπάθειες ἀρχιεπισκόπων Ἀχρίδος Γαβριήλ, Νεκταρίου καὶ Ἀθανασίου.
  • Ἐπαναστατικὲς προσπάθειες μητροπολίτου Τορνόβου Διονυσίου Ῥάλλη (1595/98).
  • Ἐξεγέρσεις μητροπολίτου Διονυσίου Σκυλοσόφου (1600 καὶ 1611).
  • Ἐπαναστατικὲς κινήσεις Μανιατῶν (l7ος αἰ.).
  • Ἐξέγερση ἀγροτῶν Νάξου (1641).
  • Κρητικὸς πόλεμος (1645-1669).
  • Ἐξέγερση Μητροπολίτου Θεσσαλιώτιδος Μεθοδίου καὶ ἀρχιμανδρίτου Σεραφεὶμ (1704).
  • Ἐπανάσταση τῆς Θεσσαλίας (1715).
  • Ἐνέργειες μητροπολίτου Ἀχρίδος Ζωσιμᾶ γιὰ τὴν ἀπελευθέρωση τοῦ βαλκανικοῦ χώρου (1716).
  • Συμμετοχὴ στὰ Ὀρλωφικά (1768): ἐπαναστατικὴ κίνηση Πελοποννήσου, Στερεᾶς, Κρήτης, Αἰγαῖον κ.λπ.
  • Συμμετοχὴ στοὺς ἀγῶνες τοῦ Λ. Κατσώνη (1789-92).
  • Ἀγῶνες Σουλιωτῶν (1800-1804).
  • Ἀνταρσία Εὐθυμίου Παπαβλαχάβα (1808) κ.λπ., κ.λπ.
8. Βλ. Ν. Τωμαδάκη, Ἦτο ἐθνικὸν ἢ κοινωνικὸν κίνημα ἡ ἑλληνικὴ ἐθνεγερσία; Στὸ περ. ΜΝΗΜΟΣΥΝΗ Γ´ (1970/71), σ. 5 ἔ. ἔ.
9. Βλ. τὸν τόμο: ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΘΕΟΛΟΓΙΚΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ, Εἰς τιμὴν καὶ μνήμην τῶν Νεομαρτύρων (17-19 Νοεμβρίου 1986), Θεσσαλονίκη 1988, σσ. 612, μὲ σπουδαῖες μελέτες καὶ τὴν παλαιότερη γιὰ τὸ θέμα βιβλιογραφία.
10. Ἱστορία..., τόμ. β´, σ. 229.
11. Βλ. τὸ κεφάλαιο: «Ἡ Ἐκκλησία καὶ ὁ Ἑλληνικὸς Λαός» στοῦ Στ. Ῥάνσιμαν, ὅπ.π., σ. 659 ἔ.
12. Στρατηγοῦ Μακρυγιάννη, Ὁράματα καὶ θάματα, Ἀθήνα 1983, σ. 163/4.
13. Ἁγιορείτης ἦταν ὁ πατριάρχης Ἀγαθάγγελος, ὅπως καὶ ὁ Μαρωνείας Κωνστάντιος καὶ ὁ Ἡρακλείας Ἰγνάτιος. Στὴ Μονὴ Φιλοσόφου Δημητσάνας «μαθήτευσαν» ὁ Ἀργολίδος Γρηγόριος, ὁ Π.Πατρῶν Γερμανός, ὁ Τριπόλεως Δανιήλ, ὁ Ἀνδρούσης Ἰωσήφ, ὁ Μονεμβασίας Χρύσανθος κ.π.ἄ. Ὁ Χριστιανουπόλεως Γερμανὸς στὸ Μ. Σπήλαιο, ὁ Χίου Δανιὴλ στὴ Ν. Μονὴ Χίου, ὁ Βρεσθένης Θεοδώρητος στὴ μονὴ Ἁγ. Θεοδώρων, ὁ Κύπρου Κυπριανὸς στὴ μονὴ Μαχαιρᾶ Κύπρου, κ.λπ. Ἀπὸ Μονὲς ξεκίνησαν ἐπίσης ὁ Παπαφλέσσας καὶ ὁ Ἀθανάσιος Διάκος.
14. Βλ. Τὸ κεφάλαιο «Τὸ ἀνολοκλήρωτο ῾2l» στοῦ Γ. Δ. Μεταλληνοῦ, ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΚΑΙ ΑΛΛΟΤΡΙΩΣΗ, Ἀθήνα 1989(2), σ. 191
15. Βλ. τὴ σπουδαία ἀνάλυση τοῦ καθηγ. π.Ἰωάννου Ῥωμανίδου, στὸ ἔργο του: Τὸ προπατορικὸν ἁμάρτημα, Ἀθήνα 1989(2), σ. ιδ´ ἔ.ἔ.
16. Ph. Sherrard, Δοκίμια γιὰ τὸν Νέο Ἑλληνισμό, Ἀθήνα 1971, σ. 296 ἔ.
17. Θ. Κολοκοτρώνη, Διήγησις συμβάντων ἑλληνικῆς φυλῆς, ἔκδ. Πάπυρος, Ἀθῆναι, σ. 29.
18. Χρ. Βυζαντίου, Ἱστορία τακτικοῦ στρατοῦ, σ. 265. Βλ. στοῦ Π. Γεωργαντζῆ, Οἱ Ἀρχιερεῖς καὶ τὸ Εἰκοσιένα, Ξάνθη 1985, σ. 189.
19. Κ. Παπαρρηγοπούλου, Ἱστορία τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἔθνους, τόμ. 7, Ἀθῆναι 1925 σ. 216/17.
20. Παραθέματα βλ. στοῦ Π. Γεωργαντζή, ὅπ. π., σ. 190 ἔ. ἔ. Πρβλ. σ. 248 ἔ. ἔ. «Διακηρύξεις ἐθνοσυνελεύσεων», «κρίσεις συγχρόνων μὲ τὴν Ἐπανάσταση ἱστορικῶν».
21. Παραθέματα σχετικὰ βλ. στοῦ Π. Γεωργαντζῆ, ὅπ.π. σ.197 ἔ.ἔ. καὶ 234 ἔ.ἔ. Γιὰ νὰ γίνει συνειδητὴ ἡ φθορὰ ἐκ μέρους τοῦ δυτικοῦ διαφωτισμοῦ, ἀρκεῖ νὰ σημειώσουμε, ὅτι μεταξὺ τῶν ἐπικριτῶν τοῦ Πατριάρχου Γρηγορίου Ε´ δὲν εἶναι μόνο μαρξιστές, ἀλλὰ καὶ ὁ χριστιανὸς καθηγ. Ἀλέξ. Τσιριντάνης. Στὸ ἴδιο, σ. 198-99: Τὸ Οἰκουμ. Πατριαρχεῖο «δὲν ἤθελε τὴν Ἐπανάσταση καὶ ὁ Πατριάρχης τὴν ἀφώρισε. Βρέθηκαν μερικοὶ νὰ ποῦν πῶς τάχα ὁ τρομερὸς ἀφορισμὸς ᾖλθε καὶ στὸν Μωριᾶ καὶ ἤθελε νὰ δέσει τὰ χέρια τοῦ Θεοδώρου Κολοκοτρώνη. Θὰ μποροῦσε βέβαια, ὁ Πατριάρχης νὰ εἶχε κατὰ κάποιο τρόπο διαμηνύσει στὸ λαό, νὰ μὴ πάρουν στὰ σοβαρὰ τὸν ἀφορισμό. Τέτοιο πράγμα ὅμως δὲν ἔγινε, γιατὶ ἁπλούστατα, ὁ ἀφορισμὸς ἦταν ἀληθινὸς καὶ «σπουδαῖος». «Ἔγινε στὰ σοβαρά, σοβαρώτατα» (Βλ. Ἀλεξ. Τσιριντάνη, Τὸ Εἰκοσιένα, στὸ περιοδ. ΣΥΖΗΤΗΣΗ, τεύχ. 195, Ἰανουαρ. 1977, σ. 2). Τὸ κείμενο τοῦ καθηγ. Τσιριντάνη, ἀποδεικνύει, ὅτι ἡ «παρερμηνεία» δὲν εἶναι προνόμιο «ἀντορθοδόξων» καὶ «ἀνθελληνικῶν» ἰδεολογιῶν. Τὸ τραγικὸ ὅμως στὴν περίπτωση, καὶ σκανδαλῶδες συνάμα γιὰ σοβαρὸ καὶ ἀνεγνωρισμένο ἐπιστήμονα, εἶναι ὄχι μόνο ἡ ἀπουσία γνώσεως, ἀλλὰ καὶ ἐνδιαφέροντος (στὰ 1977!) γιὰ γνώση τῆς σχετικῆς μὲ τὸ θέμα βιβλιογραφίας, ποὺ δίνει ἀπάντηση στὰ μετέωρα ἐρωτήματά του. Ἀπὸ πλευρᾶς δὲ στενὰ ἐπιστημολογικῆς διερωτᾶται κανείς, ἂν ὁ ἐπιστήμων δικαιοῦται νὰ ἀδιαφορεῖ γιὰ τὸ λόγο τῶν εἰδικῶν στὴν ἔρευνα. Καὶ μία ἀφελὴς ἀπορία: Καὶ ἂν ἀκόμα ὁ ἅγιος Πατριάρχης «εἶχε διαμηνύσει στὸ λαό...κ.λπ.» (καὶ εἶχε πράγματι «διαμηνύσει». Βλ.Ι. Μ. Χατζηφώτη, ὁ Γρηγόριος ὁ Ε´ μέσα ἀπὸ τὰ ἔγγραφα καὶ τὶς πηγὲς τὸν ἀγώνα, Ἀθήνα 1988, σ. 21 ἔ.ἔ.), ποῦ θὰ τὰ εὕρισκε ὁ Ἀλ. Τσιριντάνης; τοιχοκολλημένο σὲ κάποια δημόσια πλατεία; Καλὰ ἔλεγε ὁ μακαρίτης καὶ «ἄθεος» Γιάννης Σκαρίμπας, «ἀπὸ τὴν ψώρα τοῦ Κοραῆ δὲν ἀπαλλάχθηκε ἀκόμη τὸ «Ἔθνος»...
22. Βλ. τὸ τεῦχος Μαρτίου 1983, ἔτ.34/τεῦχος 556, σ. 3: «Οἱ κοτσαμπάσηδες καὶ ὁ ἀνώτερος κλῆρος στὴν πλειοψηφία τους εἴτε σύρθηκαν στὴν ἐπανάσταση, γιατὶ δὲν μποροῦσαν νὰ κάνουν διαφορετικὰ μπροστὰ στὸ γενικὸ ξεσηκωμό, εἴτε προσχώρησαν ὑστερόβουλα, ἀποβλέποντας σὲ μία νέα μορφὴ κυριαρχίας πάνω στὸν ἐπαναστατημένο λαό(...). Ὁ ἀνώτερος κλῆρος, μὲ λίγες φωτεινὲς ἑξαιρέσεις, πολέμησε τὴν ἐπανάσταση μὲ τὰ μέσα ποὺ διέθετε καὶ μὲ ἐπικεφαλῆς τοὺς Πατριάρχες τῶν ἀφορισμῶν (Γρηγόριο Ε´, Πολύκαρπο Ἱεροσολύμων). Πρβλ. Π. Γεωργαντζῆ, ὅπ. π. σ. 201. Αὐτὸ ποὺ ἔχει σημασία εἶναι, ὅτι τὸ πνεῦμα τοῦ «λαϊκισμοῦ» ἐμποδίζει τὸ κείμενο νὰ λάβει ὑποδομὴ τὶς περιπτώσεις ποὺ ἀρχηγοί, ὅπως ὁ Κολοκοτρώνης, μὲ τὴν ἀπειλὴ τῶν ὅπλων κράτησαν τμήματα τοῦ λαοῦ τὶς μάχες, ἐμποδίζοντας τὴν λιποταξία τους. Ἔτσι καταντᾶ ἡ ἑρμηνεία μονομερὴς καὶ ἰδεολογική.
23. Βλ. στοῦ Π. Γεωργαντζῆ, ὅπ.π., σ. 238 ἔ.
24. Στὸ ἴδιο.
25. Τὶς νεώτερες μελέτες γιὰ τὸ πρόσωπο βλ. στὴ Βιβλιογραφία.
26. Βλ. Ι. Μ. Χατζηφώτη, ὅπ.π.
27. Βλ. Γεωργίου Θ. Ζώρα, Ὁ ἀπαγχονισμὸς τοῦ Πατριάρχου Γρηγορίου τοῦ Ε´ εἰς τὴν ἔκθεσιν τοῦ Ὁλλανδοῦ Ἐπιτετραμμένου Κωνσταντινουπόλεως, Ἀθῆναι 1976, σ. 4 ἔ.
28. Μπορεῖ νὰ ἀποκληθεῖ πρῶτος μάρτυρας τοῦ Ἀγῶνος τῆς Ἀνεξαρτησίας μας.
29. Ἡ Ἱστορία τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἔθνους, Ἐκδοτικῆς Ἀθηνῶν, τόμ. ΙΒ´, σ. 32 καὶ 36 (Α. Δεσποτόπουλος) γράφει σχετικά: «...Ἐπικρίθηκε ἐν τούτοις ὁ Πατριάρχης καὶ ἐπικρίνεται ἀκόμη, ἐπειδὴ ἔστερξε στὸν ἀφορισμὸ καὶ ἔστειλε τὶς νουθετικὲς ἐγκυκλίους. Οἱ ἐπικριτὲς ὅμως δὲν ἀναλογίζονται τί θὰ πάθαινε τὸ Ἔθνος, ἂν ὁ Πατριάρχης τηροῦσε ἀρνητικὴ στάση ἀπέναντι στὶς ἀξιώσεις τοῦ Σουλτάνου. Συμμορφώθηκε, ἄλλωστε, τότε ὁ Πατριάρχης πρὸς τὴν σταθερὴ παράδοση τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ μὲ παρόμοια στάση κατόρθωνε σὲ ἀνάλογες κρίσιμες περιστάσεις νὰ σῴζει τὸ Γένος. Ἄλλωστε θὰ ἦταν ἐντελῶς παράλογη καὶ ἀνεύθυνη διαφορετικὴ ἀπόφαση. Ἂν δὲν γινόταν ὁ ἀφορισμός, ἦταν σχεδὸν βέβαιο, ὅτι θὰ ἐξοντώνονταν ἑκατοντάδες χιλιάδες ὀρθοδόξων χριστιανῶν».
30. Βλ. Ἱστορία τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἔθνους (Ἐκδοτικῆς Ἀθηνῶν), τόμ. ΙΒ´, σ. 130β.
31. Κατὰ τὴν «Προκήρυξη» τοῦ Σουλτάνου (YAFTA), «ὁ δόλιος Ῥωμηὸς Πατριάρχης, καίτοι κατὰ τὸ παρελθὸν εἶχε δώσει πλαστὰ δείγματα ἀφοσιώσεως, ὅμως κατὰ τὴν περίπτωσιν ταύτην, μὴ δυνάμενος νὰ ἀγνοῆ τὴν συνωμοσίαν τῆς ἐπαναστάσεως τοῦ ἔθνους του [...] γνωρίζων δὲ ὁ ἴδιος καὶ ὑποχρεωμένος νὰ γνωστοποιήση καὶ εἰς ὅσους τὸ ἠγνόουν, ὅτι ἐπρόκειτο περὶ ἐπιχειρήσεως ματαίας, ἥτις οὐδέποτε θὰ ἐπετύγχανε [...], ὅμως ἕνεκα τῆς ἐμφύτου διαφθορᾶς τῆς καρδίας του, οὐ μόνον δὲν εἰδοποίησε, οὐδὲ ἐπετίμησε τοὺς ἀφελεῖς [...], ἀλλά, κατὰ τὰ φαινόμενα, αὐτὸς ὁ ἴδιος, ὄπισθεν τῶν παρασκηνίων, ἕδρα κρυφίως, ὡς ἀρχηγὸς τῆς ἐπαναστάσεως.…» (Γ. Ζώρα, ὅπ. π., σ. 9). Ὁ Σουλτάνος, γνώστης τῶν πραγμάτων, δίνει τὴν ἑρμηνεία του, ποὺ ἀποδεικνύεται σοβαρότερη ἀπὸ ἐκείνη νεωτέρων, ὅπως ὁ Γ. Καρανικόλας ἢ ὁ Ἀλ. Τσιριντάνης...
32. Βλ. στοῦ Π. Γεωργαντζῆ, ὅπ. π., σ. 263 ἔ.
33. Στὸ ἴδιο, σ. 206 ἔ. ἔ.
34. Στὸ ἴδιο, σ. 210-11.
35. Βλ. τὴν ἐκτενῆ καὶ ἐμπεριστατωμένη ἔκθεση τοῦ Π. Γεωργαντζῆ, ὅπ. π., σ. 261 ἔ. ἔ.
36. Γ. Κορδάτου, Ἡ κοινωνικὴ σημασία τῆς Ἑλληνικής Ἐπαναστάσεως, σ. 144. Πρβλ. Π. Γεωργαντζῆ, ὅπ. π., σ. 214, σ. 463.
37. Π. Γεωργαντζῆ, ὅ.π., σ. 215 ἔ. ἔ.
38. Τὸ Εἰκοσιένα καὶ ἡ ἀλήθεια, τ. Α´, σ. 59 καὶ Β´, σ. 93.
39. Ὁ Th. Gordon λ.χ., ἱστορικὸς τοῦ Ἀγώνα (Ἱστορία τῆς Ἕλλην. Ἐπαναστάσεως, μετάφρ. Φ. Βράχα, τόμ. Α´, σ. 134) γράφει: «Δὲν τολμοῦμε νὰ βεβαιώσουμε, πῶς ὁ Πατριάρχης καὶ τὰ μέλη τῆς Συνόδου ἦταν ἀπόλυτα ἀθῷοι συνωμοσίας κατὰ τοῦ κράτους. Ἀντίθετα, ἔχομε λόγους νὰ πιστεύουμε, ὅτι ὁ Γρηγόριος γνώριζε τὴν ὕπαρξη τῆς Ἑταιρείας καὶ ὅτι μερικοὶ ἀπὸ τοὺς ἄλλους Ἱεράρχες ἦταν βαθειὰ πλεγμένοι στὶς μηχανορραφίες της».
40. Βλ. στὸν Π. Γεωργαντζῆ, σ. 240.
41. Λεπτομερῆ ἀνάλυση βλ. στὸ ἴδιο, σ. 281 ἔ.ἔ.
42. Βλ. τὶς μελέτες: Νικηφ. Μοσχοπούλου, Ἱστορία τῆς Ἑλληνικῆς Ἐπαναστάσεως κατὰ τοὺς Τούρκους ἱστοριογράφους, Ἀθῆναι 1960. Ἰ Παπαϊωάννου, Ἱστορικὲς Γραμμές, τ. Α´, Λάρισα 1979.
43. Ν. Μοσχοπούλου, ὅ.π., σ. 167. Ἰ. Παπαϊωάννου, ὅπ. π., σ. 240.
44. Ν. Μοσχοπούλου, σ.107. Ἰ. Παπαϊωάννου, σ. 240.
45. Βλ. Γ. Δ. Μεταλληνοῦ, ΚΟΣΜΑΣ ΦΛΑΜΙΑΤΟΣ (1786- 1852). «Ἕνας μάρτυρας τῆς ὀρθοδόξου παραδόσεως στὸ Ἑλληνικὸ Κράτος, ἀνάτ. ἀπὸ τὴ ΘΕΟΛΟΓΙΑ, Ἀθῆναι 1987
46. Κοσμᾶ Φλαμιάτου, «Ἅπαντα» ἐκδόσεις «Σπανός»), Ἀθῆναι 1976, σ. 96/7.
47. Γιὰ τὸ ἴδιο πράγμα «κατηγορεῖ» τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο καὶ ὁ Ῥάνσιμαν: «Δὲν θὰ μποροῦσε τὸ Πατριαρχεῖο νὰ εἶχε γίνει ἡ δύναμη, ποὺ θὰ συγκέντρωνε τὸν ὀρθόδοξο κόσμο καὶ ἔτσι θὰ ἐξουδετέρωνε τὶς κεντρόφυγες τάσεις τοῦ βαλκανικοῦ ἐθνικισμοῦ; Ἡ εὐκαιρία χάθηκε. Τὸ Πατριαρχεῖο μᾶλλον ἑλληνικό, παρὰ Οἰκουμενικό». (ὅπ. π. σ. 694)
48. Βλ. Μάρκου Α. Σιώτου, Ἡ θρησκευτικὴ ἀξία τῆς ἐθνικῆς ἐλευθερίας, στὴν Ε. Ε. τῆς Θ. Σχ. τοῦ Π. Α., τ. Κ´ (1973), σ. 41-70.
49. Γ. Δ. Μεταλληνοῦ, «Θεολογία Ἀπελευθερώσεως» καὶ «Θεολογία Ἐλευθερίας», στὸ περ. ΚΟΙΝΩΝΙΑ, τ. ΛΒ´ (1989), σ. 51-61.