Του Ι. Τάχου
Ορισμένοι,
αντί να θαυμάσουν την ακρίβεια της προφητείας, για τη γέννηση του Κυρίου Ιησού
Χριστού από παρθένο, ψάχνουν λόγους απιστίας. Γι' αυτό αμφισβητούν πως
στο εδάφιο Ησαΐας ζ’, 14 μιλάει για «παρθένο». Το αρχικό εβραϊκό κείμενο, λένε,
χρησιμοποιεί την λέξη almah, που σημαίνει «νεαρή γυναίκα» κι όχι την λέξη
bethulah, που σημαίνει παρθένος. Ο Ησαΐας , συνεχίζουν, σε άλλα τμήματα του
βιβλίου του χρησιμοποιεί και τη λέξη bethulah, αλλά όχι στο ζ’, 14. Επομένως
θεωρούν πως ξεκάθαρα δεν αναφέρεται σε κάποια παρθένο που θα γεννήσει γιο,
αλλά απλώς οι Ο’, όταν μετέφρασαν το alma λανθασμένα χρησιμοποίησαν τη
λέξη «παρθένος». Yποστηρίζουν πως ο Ματθαίος (1, 23) και ο Λουκάς (1, 26 κ.ε.),
προκειμένου να αποδείξουν ότι ο Ιησούς ήταν όντως ο Χριστός, γράφουν ότι
γεννήθηκε από παρθένα, ώστε δήθεν να επαληθευτεί η προφητεία του Ησαΐα".
Ας δώσουμε μία απάντηση, μια και το ζήτημα
αυτό το έθεσε κι ο παμπόνηρος Πορφύριος κατά τον 3ο αιώνα. Καταρχήν
ας δούμε τι λέει ο Ησαΐας.
Ησαΐας
Ζ’, 14: "δια τούτο δώσει Κύριος αυτός υμίν σημείον· ιδού η παρθένος
εν γαστρί έξει, και τέξεται υιόν, και καλέσεις το όνομα αυτού
Εμμανουήλ"
Υπάρχουν 51 εδάφια της Π.Δ. στα οποία
χρησιμοποιείται η λέξη bethulah. Εμείς ισχυριζόμαστε
ότι πρώτον, η λ. bethulah δεν σημαίνει πάντα την
παρθένο˙ δεύτερον ότι η λ. almah σημαίνει ενίοτε την
παρθένο, και μάλιστα βάσει των δεδομένων της εποχής, την σημαίνει πάντα˙
τρίτον ότι ακόμη κι αν αντί για «παρθένος» η μετάφραση έγραφε «νεάνις» ή
ο Ησαΐας εννοεί «νεανίδα», πάλι αυτή η νεανίδα θα πρέπει να είναι παρθένος.
Ότι η λ. bethulah δεν σημαίνει πάντα την παρθένο φαίνεται από διάφορα εδάφια της Παλαιάς
Διαθήκης. Στη Γένεση διαβάζουμε
ΓΕΝΕΣΙΣ, ΚΔ’, 15: "και εγένετο προ του συντελέσαι αυτόν λαλούντα εν τη
διανοία αυτού, και ιδού Ρεβέκκα εξεπορεύετο η τεχθείσα Βαθουήλ, υιώ Μελχάς της
γυναικός Ναχώρ, αδελφού δε Αβραάμ, έχουσα την υδρίαν επί των ώμων αυτής. 16 η
δε παρθένος ην καλή τη όψει σφόδρα· παρθένος (bethulah) ην, ανήρ ουκ έγνω αυτήν. Καταβάσα δε επί την πηγήν έπλησε την υδρίαν
αυτής και ανέβη...
43 ιδού εγώ εφέστηκα επί της πηγής του ύδατος, και αι θυγατέρες των
ανθρώπων της πόλεως εκπορεύονται αντλήσαι ύδωρ, και έσται η παρθένος (almah), ή αν εγώ είπω, πότισόν με εκ της υδρίας
σου μικρόν ύδωρ..."
Στον στίχο 16, χαρακτηρίζεται η Ρεβέκκα ως
bethulah, αλλά αυτό δεν αρκεί για να γνωρίζουμε αν
είναι και παρθένος, γι’ αυτό ο συγγραφέας προσθέτει ότι η Ρεβέκκα δεν είχε
σεξουαλική επαφή ως τότε. Αντίθετα, στο στίχο 43 η Ρεβέκκα χαρακτηρίζεται ως almah και αυτό αρκεί στον συγγραφέα της Γένεσης, για να
δείξει ότι η Ρεβέκκα είναι παρθένος. Δεν διευκρινίζει, ο συγγραφέας της
Γένεσης, μετά τη λ. almah, ότι η Ρεβέκκα «δεν
είχε σχέσεις», προφανώς διότι η λ. almah συνεπάγεται την απουσία
σεξουαλικών σχέσεων. Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις, όπου η χρήση της λέξης bethulah συνοδεύεται από την επεξήγηση «δεν είχε
σεξουαλικές σχέσεις». Στο Ιωήλ Α’, 8 διαβάζουμε:
ΙΩΗΛ, Α’ 8: "θρήνησον προς με υπέρ νύμφην (bethulah) περιεζωσμένην σάκκον επί τον άνδρα (ba’al) αυτής τον παρθενικόν".
Βλέπουμε
ότι μια νύφη, δηλαδή που έχει ήδη σεξουαλικές σχέσεις, χαρακτηρίζεται ως bethulah. Κανονικά, αν η λ. bethulah σήμαινε «παρθένος», δεν θα έπρεπε να
χρησιμοποιηθεί για μια νύφη, η οποία θρηνεί για τον άντρα της, τον
«παρθενικόν», δηλαδή για έναν άντρα που εδώ και πολύ καιρό (από τότε που ήταν
παρθένα) ήταν παντρεμένη μαζί του. Το τελευταίο έχει σημασία, γιατί ορισμένοι
ισχυρίζονται ότι απλώς η «νύμφη» του παραπάνω εδαφίου είναι απλώς
αρραβωνιασμένη (όχι σύζυγος), δίχως ακόμη να έχει σεξουαλικές σχέσεις. Ωστόσο
αυτός είναι ο τρόπος έκφρασης για τη μεγάλη διάρκεια (οπότε δεν πρόκειται για
αρραβωνιασμένη), όπως φαίνεται και απ’ τις Παροιμίες Ε’, 18 «συνευφραίνου
μετά γυναικός της εκ νεότητός σου». Επιπλέον ο μνηστήρας μιας
αρραβωνιασμένης λέγεται ish κι όχι ba’al, το οποίο
χρησιμοποιείται πάντα για παντρεμένο κι όχι αρραβωνιασμένο. Η λέξη bethulah δεν σημαίνει κυρίως την παρθένα, αλλά την
κοπέλα που μένει στο σπίτι του πατέρα της.
Η λέξη almah χρησιμοποιείται 6 φορές στην Παλαιά Διαθήκη (Γένεσις
κδ’, 43˙ Έξοδος β’, 8˙ Άσμα Ασμάτων α’, 3 και στ’, 8˙ Ησαΐας ζ’, 14˙ Ψαλμοί
ξη’, 26) και σε
καμία από αυτές τις περιπτώσεις δεν εννοείται ως «παντρεμένη (δηλαδή μη
παρθένα) γυναίκα».
Αλλά και στις γλώσσες των άλλων λαών της
Μ. Ανατολής η αντίστοιχη της λέξης bethulah δεν σημαίνει απαραίτητα
την (με την βιολογική σημασία) παρθένα. Για παράδειγμα, στα Ακκαδικά η λέξη batultu σημαίνει κυρίως μια ηλικιακή ομάδα. Μόνο
σε συγκεκριμένα πλαίσια σημαίνει την παρθένα. Στα κείμενα της Ουγκαρίτ, η λέξη btlt είναι συνήθης χαρακτηρισμός για την Anat, την γυναίκα του Βάαλ. Σε αραμαϊκά κείμενα διαβάζουμε
για γυναίκα, btwlt, η οποία είναι επίτοκος (σε τοκετό).
Στο κάτω-κάτω, εάν ο Ησαΐας προφήτευε ότι
«μια (μη παρθένα) γυναίκα θα γεννήσει ένα γιο», αυτό δε θα ήταν «σημείον» που
«θα έδινε ο Κύριος». Διότι, το να γεννήσει μια (μη παρθένα) γυναίκα ένα γιο,
δεν είναι κάτι το θαυμαστό ή ασυνήθιστο ούτε θαύμα εκ Θεού μπορεί να το πει
κανείς, αφού όλες οι γυναίκες που γεννούν δεν είναι παρθένες. Με άλλα λόγια,
δεν στέκεται, ο Ησαΐας να έκανε λόγο για (μη παρθένο) που θα γεννούσε παιδί, ως
θαύμα. Ακόμη κι αν η λέξη alma δεν σημαίνει ακριβώς
«παρθένα», αλλά «νεανίδα», νεαρή κοπέλα που δεν παντρεύτηκε ακόμη, ο Ησαΐας δεν
θα ανέφερε ως θαύμα το να γεννήσει μια μη παρθένα ένα γιο. Άλλωστε εκείνη
την εποχή οι νεανίδες ήταν εξ ορισμού παρθένες, λόγω των αυστηρών ηθών του
Μωσαϊκού Νόμου.
Γράφει ο Μέγας Βασίλειος (Ερμηνεία εις
τον Ησαΐαν, 464) για τους ισχυρισμούς των Ιουδαίων (και του Πορφύριου):
«Ανθίστανται οι Ιουδαίοι τη εκδόσει των Εβδομήκοντα, λέγοντες μη κείσθαι παρά
τω Εβραίω το, «Η Παρθένος», αλλ’ «η Νεάνις», ως δυναμένης νεανίδος ονομάζεσθαι
της ακμαζούσης καθ’ ηλικίαν, ουχί δε της απειρογάμου γυναικός˙» και απαντά ο Μ.
Βασίλειος:
«Ει γαρ σημείόν εστι τεραστίου τινός και
περηλλαγμένου την κοινήν συνήθειαν των ανθρώπων επίδειξις, τι θαυμαστόν ην,
μίαν των πολλών γυναίκα, ανδρί συνοικούσαν, μητέρα γενέσθαι παιδίου; Πως δ’ αν
και το από θελήματος σαρκός γεννηθέν Εμμανουήλ προσηγορεύετο; Ώστε ει μεν
σημείόν εστι το διδόμενον, παράδοξος έστω και η γέννησις. Ει δε κοινός ο τρόπος
της γεννήσεως του παιδίου, μήτε σημείον λεγέσθω, μήτε Εμμανουήλ προσαγορευέσθω.
Ώστε ει μη παρθένος η τεκούσα, ποίον τούτο το σημείον; Και ει μη θειοτέρα ή
κατά τους πολλούς η γέννησις, Πώς η του Εμμανουήλ παρουσία;»
Ουσιαστικά αυτό που λέει ο Μ.
Βασίλειος είναι: "που θα ήταν το θαύμα, αν μια παντρεμένη γυναίκα
γινόταν μητέρα παιδιού; Ώστε εάν αυτό είναι «σημείο», δηλαδή θαύμα, τότε πρέπει
να είναι παράδοξος ο τρόπος της γέννησης. Εάν είναι συνήθης ο τρόπος της
γέννησης, τότε δεν λέγεται θαύμα αυτό. Αν δεν είναι παρθένα αυτή που θα
γεννήσει, που βρίσκεται το θαύμα;" Αναφέρει και παραδείγματα, ο Μ.
Βασίλειος, το Δευτερονόμιο, κβ’, 27 και το Γ’ Βασιλειών, α’, 3-4, στα οποία
παρθένες ονομάζονται «νεάνιδες».
Ακόμη κι αν χρησιμοποίησε ο Ησαΐας τη λέξη almah αντί της λέξης bethulah, το ίδιο πράγμα
εννοούσε, ότι μια παρθένος θα γεννήσει ένα γιο. Διαφορετικά δεν στέκει
νοηματικά η προφητεία του θαύματος («σημείου») αυτού. Και σωστά μετέφρασαν το almah ως «παρθένος» οι Εβδομήκοντα, διότι αυτό ήθελε να πει
ο Ησαΐας: μια γυναίκα, που δε θα είχε σεξουαλικές σχέσεις, θα γεννούσε ένα γιο.
Αυτό συνιστά θαύμα και «σημείο».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου