ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΕΣ
ΣΥΝΟΔΟΙ
1η Οἰκουμενικὴ
Σύνοδος
325
μ.Χ. Νίκαια τῆς Βιθυνίας. Συνεκλήθη ἀπὸ τὸν Μέγα Κωνσταντῖνο. Ἔλαβαν μέρος 318 ἐπίσκοποι.
Ἀσχολήθηκε μὲ τὴ βλασφημία τοῦ Ἀρείου ὅτι ὁ Υἱὸς καὶ Λόγος τοῦ Θεοῦ εἶναι
κτίσμα καὶ ὄχι ὁμοούσιος του Πατρός. Κανόνισε καὶ τὴν ἡμερομηνία τοῦ ἑορτασμοῦ
τοῦ Πάσχα. Τότε ἄρχισε νὰ γράφεται τὸ Σύμβολο τῆς Πίστης.
2η Οἰκουμενικὴ
Σύνοδος
381
μ.Χ. Κωνσταντινούπολη. Συνεκλήθη ἀπὸ τὸν Μέγα Θεοδόσιο. Ἔλαβαν μέρος 150 Ὀρθόδοξοι
ἐπίσκοποι καὶ 36 Μακεδονιανοί. Προήδρευσε ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, ἐπίσκοπος
Κωνσταντινουπόλεως. Καταδίκασε καὶ πάλι τὸν Ἄρειο, καὶ τὴν αἵρεση τοῦ
Μακεδονίου, ὁ ὁποῖος δίδασκε ὅτι τὸ Ἅγιο Πνεῦμα εἶναι κτίσμα τοῦ Θεοῦ, γι’ αὐτὸ
καὶ ὀνομάστηκε «πνευματομάχος».
3η Οἰκουμενικὴ
Σύνοδος
431
μ.Χ. Ἔφεσος. Συνεκλήθη ἀπὸ τὸν Θεοδόσιο τὸν Β΄. Δογμάτισε κατὰ τοῦ
Νεστοριανισμοῦ, στὸ Ναὸ τῆς βασιλικῆς της Παναγίας μὲ 200 ἐπισκόπους.
Καταδίκασε τὸν Νεστόριο ἐπίσκοπο Κωνσταντινούπολης, καὶ δογμάτισε ὅτι μπορεῖ ἡ
Παναγία νὰ ὀνομάζεται καὶ Θεοτόκος.
4η Οἰκουμενικὴ
Σύνοδος
451
μ.Χ. Χαλκηδόνα τῆς Μ. Ἀσίας μὲ 630 ἐπισκόπους. Συνεκλήθη ἀπὸ τὸν αὐτοκράτορα
Μαρκιανὸ καὶ τὴν αὐτοκράτειρα Πουλχερία. Ἐκεῖ καταδικάστηκε ὁ Μονοφυσιτισμός.
5η Οἰκουμενικὴ
Σύνοδος:
5
Μαΐου ὡς 21 Ἰουνίου τοῦ 553 μ.Χ., μὲ 165 πατέρες. Συγκλήθηκε ἀπὸ τὸν αὐτοκράτορα
Ἰουστινιανὸ καὶ τὴν αὐτοκράτειρα Θεοδώρα. Καταδίκασε τὸν Ὠριγενισμό, τὸν
Νεστοριανισμό, κ.λ.π. αἱρέσεις.
6η Οἰκουμενικὴ
Σύνοδος:
680
μ.Χ. Κωνσταντινούπολη. Συνεκλήθη ἀπὸ τὸν αὐτοκράτορα Κωνσταντῖνο Πωγωνάτο.
Παραβρέθηκαν ἀπὸ 150 - 289 ἐπίσκοποι. Καταδίκασε τὴν αἵρεση τοῦ Μονοθελητισμοῦ.
Ἡ Σύνοδος αὐτὴ διατύπωσε ὅτι ὁ Χριστὸς ἔχει καὶ Θεία καὶ ἀνθρώπινη θέληση, ἡ ὁποία
ὑποτάσσεται στὴ Θεία.
Πενθέκτη
Οἰκουμενικὴ Σύνοδος
691
μ.Χ. Κωνσταντινούπολις. Συνεκλήθη ἀπὸ τὸν Ἰουστινιανὸ τὸν Β΄ καὶ ἔγινε «ἐν
Τρούλλω τοῦ Παλατίου», ὅποτε ὀνομάσθηκε: «Ἐν Τρούλλω». Δὲν ἦταν ἀνεξάρτητη
Σύνοδος, ἀλλὰ συστηματοποίησε καὶ ὁλοκλήρωσε τὸ ἔργο τῶν δύο προηγουμένων
Συνόδων, τῆς 5ης καὶ τῆς 6ης, γι’ αὐτό, ἂν καὶ Οἰκουμενική, ὀνομάσθηκε:
«Πενθέκτη», ὡς τμῆμα ἐκείνων τῶν Συνόδων, καὶ δὲν ἀριθμήθηκε ὡς ξεχωριστὴ Οἰκουμενικὴ
Σύνοδος.
7η Οἰκουμενικὴ
Σύνοδος
787
μ.Χ. Νίκαια τῆς Βιθυνίας, στὸ ναὸ τῆς Ἁγίας Σοφίας. Συνεκλήθη ἀπὸ τὸν αὐτοκράτορα
Κωνσταντῖνο καὶ τὴ μητέρα τοῦ Εἰρήνη τὴν Ἀθηναία. Παρεβρέθηκαν 367 πατέρες. Στερέωσε
καὶ προφύλαξε τὶς εἰκόνες ἀναθεματίζοντας τὴν εἰκονομαχία καὶ καταδικάζοντας τὴν
ἰδέα τῆς σχηματοποίησης τῆς ἀόρατης καὶ ἄυλης Τριάδος. Ἐκεῖ ἐκφράσθηκε ἡ
θεολογία περὶ τῆς εἰκονογράφησης τοῦ Χριστοῦ καὶ τῶν Ἁγίων ὡς κάτι ποὺ εἴδαμε.
8η Οἰκουμενικὴ
Σύνοδος
879-880
μ.Χ. Κωνσταντινούπολις. Συγκλήθηκε ἀπὸ τὸν αὐτοκράτορα Βασίλειο τὸν Μακεδόνα. Ἡγήθηκαν
ὁ Ὀρθόδοξος τότε Πάπας τῆς Ρώμης Ἰωάννης Ἡ΄ (872-882) καὶ ὁ Πατριάρχης τῆς Κων/πόλεως
Νέας Ρώμης Μεγάλος Φώτιος (858-867, 877-886). Ἐπεκύρωσε τὶς ἀποφάσεις τῆς 7ης Οἰκουμενικῆς
Συνόδου, καὶ καταδίκασε τὸ Φιλιόκβε, ποὺ μόλις τότε εἶχε ἀρχίσει νὰ ἐπιβάλλεται.
[Καταδίκασε τὶς αἱρετικὲς Συνόδους τοῦ Καρλομάγνου στὴ Φραγκφούρτη (794) καὶ τὸ
Ἄαχεν (809)].
9η Οἰκουμενικὴ
Σύνοδος
1341
μ.Χ. Δογμάτισε γιὰ τὴν ἄκτιστη Οὐσία καὶ τὴν ἄκτιστη Ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ, καθὼς ἐπίσης
καὶ γιὰ τὸν Ἡσυχασμό, καταδικάζοντας τὸν αἱρετικὸ Βαρλαὰμ τὸν Καλαβρό. Ἔτσι ἡ
Σύνοδος αὐτὴ ἀσχολήθηκε μὲ θεολογικὰ ζητήματα, συγκλήθηκε ἀπὸ αὐτοκράτορα,
(Συνοδικὸς Τόμος τοῦ 1341) καὶ συμμετεῖχε Θεούμενος (Ἄγ. Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς),
καὶ οἱ ἀποφάσεις τῆς ἔγιναν δεκτὲς ἀπὸ ὁλόκληρη τὴν Ἐκκλησία. Συνεπῶς καὶ ἡ
Σύνοδος αὐτὴ ἔχει ἀξία Οἰκουμενικῆς Συνόδου. Ἡ Ἔνατη Οἰκουμενικὴ Σύνοδος τὸ
1341 καταδίκασε τὸν πλατωνικὸ μυστικισμὸ τοῦ Βαρλαὰμ τοῦ Καλαβροῦ, ὁ ὁποῖος εἶχε
ἔρθει ἀπὸ τὴ Δύση ὡς προσήλυτος στὴν Ὀρθοδοξία. Φυσικὰ ἡ ἀπόρριψη τοῦ πλατωνικοῦ
τύπου μυστικισμοῦ ἦταν παραδοσιακὴ πρακτικὴ τῶν Πατέρων.
Γενικὰ
γιὰ τὶς Οἰκουμενικὲς Συνόδους
Οἱ
ἀνωτέρω ἐννέα Οἰκουμενικὲς Σύνοδοι, δημοσιεύτηκαν ὡς ρωμαϊκοὶ νόμοι ὑπογεγραμμένοι
ἀπὸ τὸν Αὐτοκράτορα ἀφοῦ προηγουμένως τὰ πρακτικὰ τοὺς ὑπογράφτηκαν ἀπὸ τοὺς
πέντε ρωμαίους Πατριάρχες, τοὺς Μητροπολίτες καὶ ἐπισκόπους τους. Ὁ Αὐτοκράτορας
συγκαλοῦσε αὐτὲς τὶς Οἰκουμενικὲς Συνόδους σὲ συνεργασία μὲ τὰ Πέντε Ρωμαϊκὰ
Πατριαρχεῖα της
α)
Πρεσβυτέρας Ρώμης
β)
Κωνσταντινουπόλεως καὶ Νέας Ρώμης,
γ)
Ἀλεξανδρείας,
δ)
Ἀντιοχείας, στὰ ὁποῖα προστέθηκε τὸ 451
ε)
τῶν Ἱεροσολύμων.
Ἑξαιρεῖται
ἡ Ἔνατη Οἰκουμενικὴ Σύνοδος τοῦ 1341 ποὺ τὰ πρακτικὰ τῆς προσυπέγραψαν μόνο
τέσσερις ρωμαῖοι Πατριάρχες καὶ ἐπικύρωσε ὁ ρωμαῖος αὐτοκράτορας. Ἀπουσίαζε
τώρα τὸ Πατριαρχεῖο τῆς Πρεσβυτέρας Ρώμης ποὺ ἐν τῷ μεταξὺ εἶχε καταληφθεῖ
βίαια ἀπὸ τοὺς Φράγκους, Λογγοβάρδους, καὶ Γερμανοὺς μὲ τὴ βοήθεια τῶν Νορμανδῶν.
Μία σφοδρὴ ἐπίθεση ποὺ ξεκίνησε τὸ 983 καὶ ὁλοκληρώθηκε τὸ 1009 - 1046. Μετὰ τὸ
1045 οἱ Πάπες τῆς Ρώμης ἐκτός του Βενέδικτου τοῦ 10ου (1058-9), δὲν ἤσαν πλέον
Ρωμαῖοι ἀλλὰ μέλη τῆς φραγκολατινικῆς ἀριστοκρατίας ποὺ εἶχε ὑποδουλώσει τὸν
ρωμαϊκὸ πληθυσμό.
Μετὰ
τὴ πτώση τῆς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας καὶ τοῦ αὐτοκράτορα, τὸ 1453 τὰ τέσσερα
ρωμαϊκὰ Πατριαρχεῖα τῆς Κωνσταντινουπόλεως καὶ Νέας Ρώμης, Ἀλεξανδρείας, Ἀντιοχείας
καὶ Ἱεροσολύμων συνέχισαν νὰ συγκαλοῦν Συνόδους μὲ τὶς ὁποῖες συνέχισαν τὴ
παράδοση τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων. Ὁ μόνος λόγος ποὺ αὐτὲς οἱ Σύνοδοι δὲν ὀνομάστηκαν
«Οἰκουμενικὲς» εἶναι γιατί ὁ τίτλος αὐτὸς σημαίνει «Αὐτοκρατορικές», ἐπειδὴ οἱ ἀποφάσεις
αὐτῶν τῶν Συνόδων γίνονταν τμῆμα τοῦ Ρωμαϊκοῦ Δικαίου. Μὲ ἄλλα λόγια οἱ ἀποφάσεις
τῶν ρωμαϊκῶν Συνόδων μετὰ τὸ 1453 εἶναι τμήματα τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ Δικαίου, ἀλλὰ
ὄχι πλέον τοῦ αὐτοκρατορικοῦ Δικαίου. Δὲν ὑπῆρχε πλέον Ρωμαϊκὴ Αὐτοκρατορία καὶ
ρωμαῖος αὐτοκράτορας νὰ ἐκδίδει ρωμαϊκοὺς Νόμους. Ἔτσι αὐτὲς οἱ Ἐννέα Οἰκουμενικὲς
Σύνοδοι ἦταν ταυτόχρονα καὶ ἐκκλησιαστικοὶ Νόμοι καὶ ρωμαϊκοὶ Νόμοι. Οἱ Σύνοδοι
ποὺ συνῆλθαν μετὰ τὸ 1453 εἶναι τμήματα τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ Δικαίου μὲ ὄχι
μικρότερο κύρος ἀπὸ τὶς Οἰκουμενικὲς Συνόδους, ἐκτὸς ἀπὸ τὴ φαντασία τῶν
συγχρόνων Ὀρθοδόξων ποὺ ἔχουν ἐξαπατηθεῖ ἀπὸ τὴν ρωσικὴ Ὀρθοδοξία τοῦ Μέγα
Πέτρου.
Ἔτσι
ὑπάρχουν σήμερα Ὀρθόδοξοι ποὺ αὐτοαποκαλοῦνται Ἐκκλησία τῶν Ἑπτὰ Οἰκουμενικῶν
Συνόδων. Πολλοὶ (ἀδιάβαστοι) Ὀρθόδοξοι ἀγνοοῦν τὴν Ὄγδοη καὶ τὴν Ἔνατη Οἰκουμενικὴ
Σύνοδο. Ἡ Ὄγδοη Οἰκουμενικὴ Σύνοδος τὸ 879 ἁπλὰ καταδίκασε αὐτοὺς ποὺ
«προσθέτουν» ἢ «ἀφαιροῦν» ἀπὸ τὸ Σύμβολο τοῦ 381 καθὼς καὶ ὅσους δὲν ἀποδέχονται
τὴ διδασκαλία περὶ Εἰκόνων τῆς Ἕβδομης Οἰκουμενικῆς Συνόδου. Οἱ Φράγκοι ποὺ
καταδικάζονται, πρὸς τὸ παρὸν δὲν ἀναφέρονται καθαρά, μὲ σκοπὸ νὰ τοὺς δοθεῖ ἡ
εὐκαιρία νὰ ἀναθεωρήσουν.
Τεκμήρια
τῆς Οἰκουμενικότητας τῶν Η΄ καὶ Θ΄ Οἰκουμενικῶν Συνόδων.
Τὰ
χαρακτηριστικά της Οἰκουμενικότητας ποὺ ἀναφέρθηκαν παραπάνω, ἐξασφαλίζονται ἀπὸ
τὴν 9η (σὺν τὴν Πενθέκτη) Σύνοδο. Τὰ χαρακτηριστικὰ αὐτὰ ποὺ παρουσιάσθηκαν, ἔχουν
ἀντληθεῖ ἀπὸ τὸ βιβλίο τοῦ σεβασμιώτατου μητροπ. Ναυπάκτου, Ἰεροθέου Βλάχου: «Ἐκκλησιαστικὸ
Φρόνημα», (ἔκδοση Γενεθλίου της Θεοτόκου). Ἐκεῖ ἀναλύεται ἐκτενῶς καὶ ἡ Οἰκουμενικότητα
τῆς Θ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου..
Βεβαίως
καὶ ἡ ἴδια ἡ Ἡ΄ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος, ὄχι μόνο ἐπανέλαβε πὼς ἡ 7η, ἦτο Οἰκουμενικὴ
(ἡ ὁποία ὡς τότε δὲν ἦταν ἀπὸ ὁρισμένους δεκτὴ ὡς ἡ 7η Οἰκουμενική), ἀλλὰ ἐπιπλέον
πολλὲς φορὲς στὰ πρακτικά της, αὐτοαποκαλεῖται «Οἰκουμενική», καὶ μάλιστα καὶ
στοὺς ἴδιους τους κανόνες της, (οἱ ὁποῖοι ἔχουν γίνει ἀποδεκτοὶ ἀπολύτως, ἀπὸ τὸ
παγκόσμιο Ἐκκλησιαστικὸ πλήρωμα τῆς Ὀρθοδοξίας!) (Ράλλη καὶ Ποτλή, Σύνταγμα, 2,
705 κ.ἐξ., Ἐκκλησιαστικὴ Ἱστορία Στεφανίδου σέλ. 363-364). Πῶς εἶναι δυνατόν, ἄλλωστε,
μία Σύνοδος ἡ ὁποία τάχα δὲν εἶναι Οἰκουμενικὴ (8η), νὰ ἐπικυρώνει μία ἄλλη, ἡ ὁποία
εἶναι Οἰκουμενική; (7η ). Μὲ αὐτὴ τὴν λογικὴ ἀμφισβητοῦμε ἐμμέσως καὶ τὴν 7η,
χωρὶς νὰ τὸ καταλαβαίνουμε!
Ὁ
Θεόδωρος Βαλσαμῶν (τέλη 12ου αἰῶνος) στὴν ἑρμηνεία τῶν κανόνων αὐτῶν, τὴν ἀποδέχεται
ὡς Ἡ΄ Οἰκουμενική, ὁ Ρόδου Νεῖλος (+1379) τὴν ὀνομάζει «Ὀγδόη Οἰκουμενική», καὶ
ἄλλοι.
Φυσικὰ
σὲ αὐτὲς τὶς θέσεις, συμφωνεῖ καὶ ὁ μεγαλύτερος Ὀρθόδοξος Θεολόγος τοῦ 20ού αἰώνα,
ὁ π. Ἰωάννης Ρωμανίδης, (ἀπόφοιτός του Ἑλληνικοῦ Κολεγίου Μπρούκλϊν τῆς
Μασαχουσέτης, τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Πανεπιστημίου Γέηλ, Διδάκτωρ τῆς
Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Ἐθνικοῦ Καποδιστριακοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν, τῆς
Φιλοσοφικῆς Σχολῆς τοῦ Πανεπιστημίου τοῦ Χάρβαρντ (School of Arts and Sciences)
καὶ ὁμότιμος Καθηγητὴς τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Ἀριστοτέλειου Πανεπιστήμιου στὴν
Θεσσαλονίκη καὶ Ἐπισκέπτης Καθηγητὴς τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου
Δαμασκηνοῦ του Πανεπιστημίου Μπαλαμάντ, τοῦ Λιβάνου ἀπὸ τὸ 1970. Σπούδασε ἀκόμη
στὸ Ρωσικὸ Σεμινάριο τοῦ Ἁγίου Βλαδίμηρου τῆς Νέας Ὑόρκης, στὸ ἐπίσης Ρωσικὸ Ἰνστιτοῦτο
τοῦ Ἁγίου Σεργίου στὸ Παρίσι καὶ στὸ Μόναχο τῆς Γερμανίας). Ὁ π. Ι. Ρωμανίδης
παρουσιάζει σὲ ἐκτενεῖς του ἀναφορὲς τὶς δύο αὐτὲς τελευταῖες Οἰκουμενικὲς
Συνόδους. Χαρακτηριστικὸς ὁ τίτλος ἑνὸς ἀπὸ τὰ συγγράμματά του, εἶναι ὁ ἑξῆς: «Ἡ
θεραπεία τῆς ἀσθένειας τῆς θρησκείας οἱ Ἐννιὰ Οἰκουμενικὲς Σύνοδοι καὶ οἱ λοιπὲς
Ἐκκλησιαστικὲς Σύνοδοι μέχρι τὸ 1453».
Ἀσφαλῶς
καὶ ἄλλοι σύγχρονοι μεγάλοι Ὀρθόδοξοι Θεολόγοι ἀποδέχονται σωστὰ καὶ τὶς ἐννέα
Οἰκουμενικὲς Συνόδους, ὅπως ὁ πρώτ. Γεώργιος Δ. Μεταλληνός, Κοσμήτορας τῆς
Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν.
Εἶναι
ὅμως ἀπαραίτητο, νὰ μὴ μείνουμε σὲ ἁπλὰ ὀνόματα θεολόγων, οὔτε καν ἐπισκόπων, ἀλλὰ
νὰ ἐπιζητήσουμε καὶ ἐπίσημη ἀποδοχὴ γιὰ τὶς θέσεις αὐτές, ἀπὸ τὴν Παγκόσμια Ὀρθόδοξη
Ἐκκλησία. Μία τέτοια ἀναφορὰ λοιπόν, ποὺ ἀκυρώνει ὁποιαδήποτε ἀμφισβήτηση γιὰ τὸ
ὅτι οἱ Οἰκουμενικὲς Σύνοδοι δὲν εἶναι μόνο 7, εἶναι μία ἐπιστολὴ ποὺ ἔστειλαν
στὸν Πάπα ὅλα τὰ Πατριαρχεῖα (ἐκτὸς Ρωσίας) τὸ 1848. Ἡ Ἐπιστολὴ ὑπογράφεται, ὄχι
μόνο ἀπὸ τοὺς Πατριάρχες, ἀλλὰ καὶ ὀνομαστικὰ ἀπὸ τοὺς Ἐπισκόπους τῶν Ἱερῶν
Συνόδων τους. Ἀναφέρεται ξεκάθαρα ἡ 8η Οἰκουμενικὴ Σύνοδος, στὴν ὁποία
καταδικάστηκε τὸ γνωστὸ Φιλιόκβε, καὶ στὴν ὁποία μετεῖχε καὶ ὁ Πάπας, ὁ ὁποῖος
τότε ἦταν ἀκόμα Ὀρθόδοξος. Μπορεῖ κανεὶς νὰ ὑποθέσει πὼς δὲν ἤξεραν τότε, οὔτε
οἱ Πατριάρχες, οὔτε τὰ μέλη τῶν Ι. Συνόδων, πῶς τάχα οἱ σύνοδοι εἶναι ἑπτά; Ἀδύνατον
νὰ μὴ βρέθηκε οὔτε ἕνας ἀπὸ ὅλους αὐτοὺς ποῦ ὑπέγραψαν στὸ τέλος τῆς ἐπιστολῆς,
ποῦ νὰ μὴν πεῖ: «Ἀφοῦ οἱ Σύνοδοι εἶναι 7, πῶς ἐμεῖς μιλᾶμε γιὰ τὴν 8η;»! Ἤξεραν
πὼς οἱ Οἰκουμενικὲς Σύνοδοι ἦταν περισσότερες.
Ἕνα
ἐνδιαφέρον γεγονὸς εἶναι ἐπίσης καὶ αὐτό: Ἡ Παπικὴ «Ἐκκλησία», ἐξέδωσε τὸ 1907
τὴν λεγόμενη «Καθολικὴ Ἐγκυκλοπαίδεια» , στὴν ὁποία περιγράφει τὴν Οἰκουμενικὴ
Σύνοδο τοῦ 879-880 λέγοντας πώς: «Πρόκειται γιὰ τὴν λεγομένη «Psuedosynodus
Photiana» (= «Ψευδοσύνοδο τοῦ Φωτίου») τὴν ὁποία οἱ Ὀρθόδοξοι μετροῦν ὡς τὴν Ὄγδοη
Γενικὴ Σύνοδο». Ἀπὸ αὐτὸ γίνεται φανερὸ πὼς οἱ καὶ Παπικοὶ γνώριζαν πολὺ καλά,
ποιὲς ἦταν οἱ Ὀρθόδοξες σύνοδοι, ἀκόμα καὶ τότε. Καὶ ἐνῶ οἱ Παπικοὶ εἶχαν κάθε
συμφέρον νὰ ἀποκρύψουν αὐτὴ τὴν σύνοδο, μία καὶ καταδικάζει τὸ Φιλιόκβε, δὲν τὸ
κάνουν, ἀλλὰ ἁπλὰ τὴν δυσφημοῦν. Προφανῶς, ἐπειδὴ ἦταν ἀκόμα κάτι ἀρκετὰ γνωστὸ
σὲ ὅλους καὶ ἡ ἀπόκρυψή της θὰ ἔπεφτε στὸ κενό.
Ἐρωτήματα
γιὰ ὅσους πιστεύουν σὲ 7 μόνο Οἰκουμενικὲς Συνόδους.
Κατόπιν
τῶν ἀνωτέρω, ὅσοι θεωροῦν ὅτι οἱ Οἰκουμενικὲς Σύνοδοι τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας εἶναι
μόνο 7, ὀφείλουν νὰ δώσουν ἐπαρκεῖς καὶ τεκμηριωμένες ἀπαντήσεις στὶς ἑξῆς ἐρωτήσεις:
1.
Ποῦ ἔχουν λάθη τὰ κριτήρια Οἰκουμενικότητας ποὺ ἀναφέρθηκαν στὸ ἄρθρο αὐτό, καὶ
γιατί;
2.
Ἂν ἔχουν λάθη, τότε μὲ ποιὰ διαφορετικὰ κριτήρια πρέπει νὰ ἀντικατασταθοῦν, καὶ
μὲ ποιὰ Ἐκκλησιολογική, Ἱστορικὴ καὶ Θεολογικὴ βάση;
3.
Μὲ ποιὰ λογικὴ εἶναι δυνατὸν μία μὴ-οἰκουμενικὴ Σύνοδος, ὅπως ἀποκαλεῖται ἀπὸ
πολλοὺς ἡ ὄγδοη, νὰ ἔχει τὴν ἀξίωση νὰ ἐπικυρώνει μία ἄλλη ποῦ εἶναι Οἰκουμενική;
(βλ. ἕβδομη). Εἶναι δυνατὸν νὰ μὴν εἶναι Οἰκουμενικὴ σύνοδος ἡ 8η καὶ παρόλα αὐτὰ
νὰ γίνεται προσφυγὴ σὲ αὐτὴν γιὰ τὴν ἐγκυρότητα τῆς Οἰκουμενικότητας τῆς 7ης; Ἂν
δὲν εἶναι Οἰκουμενικὴ ἡ ὄγδοη, τότε οὔτε ἡ 7η τί εἶναι;
4.
Γιατί θὰ ἔπρεπε νὰ ἀπορριφθοῦν οἱ θέσεις μεγάλων θεολόγων τῆς Ἐκκλησίας, σὰν τοὺς
ἀνωτέρω ποὺ ἀναφέρθηκαν, καὶ νὰ γίνουν δεκτὲς θέσεις ἄλλων ποῦ δὲν δέχονται τὶς
δύο τελευταῖες Οἰκουμενικὲς Συνόδους; Ποιὰ εἶναι τὰ ἀσφαλῆ κριτήρια;
5.
Ποιὸ σημαντικότερο τεκμήριο ὑπάρχει, ὥστε νὰ ἀπορριφθεῖ ἡ ὑπογραφὴ τῶν Ἱερῶν
Συνόδων τῶν Πατριαρχείων στὴν ἐπιστολὴ τοῦ 1848 ποὺ προαναφέρθηκε καὶ ποιὰ
παρόμοια Πατριαρχικὴ ἀπόφαση ὅλων αὐτῶν τῶν Πατριαρχείων, εἶναι ἱκανὴ νὰ ἀνατρέψει
τὴν παραδοχὴ αὐτή, γιὰ περισσότερες τῶν 7 Οἰκουμενικῶν Συνόδων;
Ἐὰν
λοιπὸν τὰ ἀνωτέρω ἐρωτήματα ἀπαντηθοῦν τεκμηριωμένα καὶ μὲ ἐπιχειρήματα ἀνάλογης
βαρύτητας μὲ αὐτὰ ποὺ παρουσιάστηκαν, τότε ἴσως ὑπάρχει ἡ πιθανότητα νὰ εἶναι οἱ
Οἰκουμενικὲς Σύνοδοι ὄχι 9, ἀλλὰ 7, ὅπως νομίζουν πολλοί. Σὲ κάθε ἄλλη
περίπτωση παραμένουν 9 ὡς πάντοτε ἦταν.
Πηγὲς
π.
Ἰωάννης Ρωμανίδης
Σεβ.
Ναυπάκτου Ἰερόθεος Βλάχος
Σεβ.
Ναυπάκτου Ἰερόθεος Βλάχος, «Ἐκκλησιαστικὸ Φρόνημα», ἔκδοση Γενεθλίου της
Θεοτόκου
π.
Γεώργιος Δ. Μεταλληνός, Κοσμήτορας τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν:
Πρώτ.
π. Γεώργιος Δράγας, Καθηγητὴς τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς Τιμίου Σταυροῦ Βοστώνης:
Ντοκουμέντο
ἐπιστολῆς τοῦ 1848, στὸ ὁποῖο οἱ Ἱερὲς Σύνοδοι τῶν Πατριαρχείων, ἀναφέρονται σαφῶς
καὶ ὀνομαστικῶς στὴν 8η Οἰκουμενικὴ Σύνοδο
Ράλλη
καὶ Ποτλή, Σύνταγμα, 2, 705 κ. ΕΞ.
Ἐκκλησιαστικὴ
Ἱστορία Στεφανίδου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου